Το ανικανοποίητο που διέπει όλες τις ανθρώπινες σχέσεις και τις επιθυμίες, μας έκανε να αναζητήσουμε μία απόδραση στο Ξενοδοχείον ο Παράδεισος, όχι όμως στην οδό Προβηγκίας και αριθμό 220 αλλά στην οδό Στουρνάρη 53 στο ALHAMBRA ART THEATRE.

 

Με τη διασκευή του Πάνου Αμαραντίδη, τη μετάφραση της Βάσιας Παναγοπούλου και την σύμπραξη τους στη σκηνοθεσία του θεατρικού κειμένου, παρακολουθήσαμε ευχάριστα την γαλλική φάρσα του Georges Feydeau, Ξενοδοχείον ο Παράδεισος.

 

 

Ο θεατρικός συγγραφέας που ασχολήθηκε και το όνομά του έγινε σχεδόν ταυτόσημο με το είδος της γαλλικής φάρσας και του βόντβιλ, Georges Feydaeu, αντλούσε συχνά τις θεματικές των έργων του γύρω από τις κοινωνικές ζωές ανθρώπων της εποχής του. Συχνά αφορούσαν το θέμα της απιστίας, οι απατημένοι σύζυγοι που προσπαθούν να καλύψουν τα καμώματά τους πριν γίνουν αντιληπτοί, θα μπορούσαμε να πούμε ένα προδρομικό Cinq à sept (δηλ. πέντε με επτά, οι ώρες που οι Γάλλοι θεωρούσαν ότι οι παράνομοι εραστές βρισκόντουσαν).

Άλλα θέματα ήταν αυτά που σχετίζονταν με την άγνοια της ταυτότητας ενός ή περισσότερων προσώπων και συμβάντα που προέκυπταν από παρανοήσεις και εκ πρώτης όψεως “τυχαίες” συγκυρίες, που μαεστρικά συνέθετε ο Feydeau. Συνήθως, όλα τα παραπάνω μπορούσαν να συμβούν και σε ένα μόνο έργο. Οι φάρσες του είναι γραμμένες με οξύνοια, χαρίζουν άφθονο γέλιο και κατατάσσουν τον Georges Feydeau ως τον μετρ του είδους την εποχή της Belle Epoque.

 

 

Ως προς την παράσταση, ο εκπληκτικός θίασος μας χαρίζει ότι ακριβώς θέλουμε και περιμένουμε από μία θεατρική φάρσα, τα  οποία είναι εκφραστικότητα, ζωντάνια και μία κωμική κινησιολογία. Ο θίασος που αποτελείται από :  τον Παύλο Κοντογιαννίδη, τη Βάσια Παναγοπούλου, τον Κώστα Αποστολάκη, τον Κώστα Φλωκατούλα, τη Τζένη Διαγούπη, τον Βασίλη Κούκουρα, τον Παντελή Καναράκη, την Χρύσα Κλούβα, τον Παναγιώτη Καρμάτη, τη Νένα Δρογγίτη, την  Ηλιάνα Καλυμνάκη και τη Μαρίνα Μάλλιου, ξετυλίγει μπροστά στα μάτια του θεατή ένα Παρίσι όπου δύο ζευγάρια εγκλωβισμένα σε μία ρουτίνα παλεύουν να ξεφύγουν από αυτήν και να εκδικηθούν τους συζύγους τους, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Ο Μπενουά Πινκγλέτ καταπιέζεται στο γάμο του με την κυρία Πινγκλέτ.

Από την άλλη, η κυρία Παλιαρντέν νιώθει ότι ο σύζυγός της, την παραμελεί και έτσι αποφασίζει να τον εκδικηθεί, πηγαίνοντας για ένα βράδυ στο Ξενοδοχείον ο Παράδεισος με τον φίλο του, Μπενουά. Αυτό που δεν γνωρίζουν όμως είναι ότι στο ίδιο ξενοδοχείο θα βρεθούν εκείνη την νύχτα μαζί τους, ο σύζυγος Παλιαρντέν, ένας δικηγόρος φίλος του ζευγαριού Πινγκλέτ, ο οποίος τραυλίζει όταν έχει κακοκαιρία και φέρνει μαζί του τις τρεις κόρες του, ένας παρθένος ανιψιός, μία υπηρέτρια που τη διακρίνει το πάθος, ένας επιθεωρητής που ξεχνάει εύκολα και φυσικά ο ξενοδόχος αλλά και η δίδυμη αδερφή του. 

 

Τα μεταθεατρικά στοιχεία, η ένταση στις σκηνές, ο σταθερός ρυθμός του κειμένου, η ευθύτητα με το κοινό, οι παράλληλες δράσεις στο ξενοδοχείο, η ένταξη σύγχρονων θεμάτων, τα επαναλαμβανόμενα αστεία, οι χαρακτηριστικές κινήσεις των ηρώων και τα φανταχτερά κοστούμια των ηθοποιών είναι μερικά από τα στοιχεία της παράστασης που κάνουν τη σκηνοθεσία ιδιαίτερα επιτυχημένη. Ο Μπενουά Πινγκλέτ όπως και ο ξενοδόχος απευθυνόμενοι συχνά  στο κοινό αλλά και με τον διπλό ρόλο που έχουν ως σχολιαστές των τεκταινόμενων γίνονται συμπαθείς στο κοινό από την πρώτη στιγμή.

Οι παράλληλες δράσεις στο ξενοδοχείο, προκαλούν τις συμπτώσεις ευνοώντας το τυχαίο και επομένως προωθώντας την πλοκή. Η πρώτη ώρα κλείνει με όλους τους χαρακτήρες εγκλωβισμένους στα αδιέξοδα που έθεσαν οι ίδιοι στους εαυτούς τους καθώς και με την έλευση του επιθεωρητή που προασπίζεται την ηθική και τη τάξη όμως δε θα διστάσει να τις αποποιηθεί προκειμένου να εξυπηρετήσει δικούς του προσωπικούς σκοπούς.

 

 

 

Τα κσοτούμια είναι ευφάνταστα με έντονα χρώματα και με μία υπερβολή που πάντα ταιριάζει με τη φάρσα και το βόντβιλ. Πολλές φορές τα κοστούμια ως props εξυπηρετούν και την πλοκή του έργου. Οι ηθοποιοί έχουν υψηλή εκφραστικότητα και οι σχέσεις που χτίζουν μεταξύ τους αλλά και με το κοινό διακρίνονται από αμεσότητα και φυσικότητα. Ο ρυθμός των διαλόγων είναι σταθερός και γρήγορος για να πετυχαίνεται έτσι, η άμεση ανταπόκριση των συνομιλούντων, εκφραστική και λεκτική.

Ένα ακόμη στοιχείο που προκαλεί το γέλιο των θεατών είναι η παρακολούθηση της ζωής των δύο οικογενειών υπό τον διαρκή και καυστικό σχολιασμό του ξενοδόχου και της δίδυμης αδελφής του, που περιπλέκει ακόμα περισσότερο τα πράγματα. Η σκηνοθετική επιλογή ο ίδιος ηθοποιός, Παντελής Καναράκης να υποδύεται τον ξενοδόχο και την αδελφή του, είναι εξαιρετικά ευφυής καθώς η άγνοια του ενός για τις αποφάσεις του άλλου καθιστά αδύνατη κάποια μορφή συνεννόησης μεταξύ τους και εντείνει το αδιέξοδο των χαρακτήρων. Η δεύτερη ώρα, αφορά τις συνέπειες όσων συνέβησαν στο ξενοδοχείο και την εύρεση της ταυτότητας των άπιστων συζύγων.

 

Οι θεατές καταχειροκρότησαν την παράσταση καθώς επευφημίες για τους ηθοποιούς ακούγονταν την ώρα της υπόκλισης τους. Η αίθουσα του θεάτρου γέμισε από κόσμο που ήρθε να διασκεδάσει και να απομακρυνθεί για λίγες ώρες από την πολύβουη καθημερινότητα ταξιδεύοντας σε μία άλλη εποχή που το γέλιο κυριαρχεί.