Είναι η συγγραφέας των παιδικών μας χρόνων, δεν υπάρχει παιδί που να μην έχει διαβάσει ένα τουλάχιστον παιδικό βιβλίο της ούτε ελληνικό σπίτι που να μην έχει κάποιο από αυτά. Η Ζωρζ Σαρή στο The Look.Gr.
Η Γεωργία Σαριβαξεβάνη Καρακώστα (πραγματικό όνομα της Ζωρζ Σαρή) γεννήθηκε στις 23 Μαΐου του 1925 στην Αθήνα. Η μητέρα της ήταν Γαλλίδα από τη Σενεγάλη και ο πατέρας της από το Αϊβαλί. Τα παιδικά της χρόνια τα έζησε στην Ελλάδα, όπου τελείωσε το δημοτικό και το γυμνάσιο.
Πριν ολοκληρώσει τις εγκύκλιες σπουδές της, άρχισε ο πόλεμος του 1940.
«Εκείνος ο διαπεραστικός μακρόσυρτος ήχος αναποδογύρισε τη ζωή μας…σε μια μέρα όλα αλλάξανε. Η ζωή μας έγινε άνω κάτω» [από το βιβλίο της “Όταν ο ήλιος…”]
Στη διάρκεια του πολέμου η Ζωρζ Σαρή συμμετείχε στην Αντίσταση και στην ΕΠΟΝ. Περιγράφοντας εκείνα τα χρόνια η ίδια λέει: «Τα χρόνια της Κατοχής ήταν χρόνια χαράς και ελευθερίας». «Από δυστυχισμένοι γίναμε ευτυχισμένοι. Και αυτό γιατί διαλέξαμε το δρόμο της ζωής και ας υπήρχε θάνατος μέσα. Θρηνούσαμε και χαιρόμασταν όλοι μαζί. Δε φοβόμασταν όμως. Υπήρχε ένας στόχος, η απελευθέρωση»
«Η Ζωρζ με τα μάτια κλειστά. Ο γιατρός της χαϊδεύει το μέτωπο. Γυρίζει σε μας.
-Κοιμάται. Της έχω κάνει ένεση. Ευτυχώς που είχα κρυμμένες μερικές.
-Γιατρέ θα ζήσει; Τολμώ να ρωτήσω.
-Δείτε λοιπόν, λέει εκείνος και μας δείχνει τον τοίχο στο πλάι του κρεβατιού. Κάτι γραμμένο με τρεμουλιαστά γράμματα. ΘΕΛΩ ΝΑ ΖΗΣΩ.» [από το βιβλίο της Άλκης Ζέη «Με μολύβι Φάμπερ νο2»]
Άρχισε από πολύ μικρή να ασχολείται με το θέατρο, με δάσκαλο τον Βασίλη Ρώτα. Μεγαλύτερη, στα χρόνια της Κατοχής, και αφού τελείωσε το σχολείο, άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα υποκριτικής στη Δραματική Σχολή του Δημήτρη Ροντήρη.
«Ο κύριος Ροντήρης κατέβασε το χέρι του. Ήμουνα το φωτεινό παράδειγμα του ορθοφωνικού του συστήματος και καμάρωνε για μένα. Πολλές φορές, μπροστά μου, έλεγε στους ηθοποιούς του, που μπαινόβγαιναν στην σχολή: Μάλιστα κύριοι και κυρίες, σε δεκαπέντε μέρες έμαθα στη Ζωή να λέει το ρο ελληνικά. Δεν υπάρχει ελάττωμα φωνής ή προφοράς, που να μη διορθώνεται. Χρειάζεται σύστημα και θέληση. Έχω το σύστημα κι η Ζωή τη θέληση…» [από το βιβλίο της “Κόκκινη κλωστή δεμένη”]
Τα χρόνια εκείνα απέκτησε πολλές εμπειρίες πάρα πολλά βιβλία της αντλούν το περιεχόμενο τους στα χρόνια του πολέμου και του εμφυλίου. Το 1947, αναγκάστηκε να φύγει εξόριστη για το Παρίσι.
«…με ένα ξύλο με χτύπησαν, μπορεί και με ζώνη, μου τραβούσαν τα μαλλιά, με έριξαν χάμω, με κλότσησαν με τα βρωμοπάπουτσά τους…Την άλλη μέρα αποφάσισα να φύγω από την Ελλάδα που με απειλούσε. Με τη βοήθεια και του Ρόζε Μιλλιέξ, ο Μερλιέ φρόντισε τα χαρτιά μου. Χρειάστηκε τρεις μήνες για να τα καταφέρει, κι ας ήταν Γάλλος, κι ας είχε τα μέσα…Στις 17 Ιανουαρίου του ’47 άφησα πίσω μου τους «Ενωμένους Καλλιτέχνες». Με το «Κορινθία» πήγα στην Μασσαλία κι από κει με τρένο στο Παρίσι. Ήμουν ελεύθερη» [από το βιβλίο της “Τότε…”]
Εκεί δούλεψε σε διάφορες δουλειές, ενώ συγχρόνως φοιτούσε στη σχολή υποκριτικής του Σαρλ Ντιλέν. Στο Παρίσι γνώρισε σημαντικούς ανθρώπους, όπως ο Κώστας Αξελός, η Μελίνα Μερκούρη, ο Άδωνις Κύρου, ο Μαρσέλ Μαρσώ και πολλοί άλλοι. Εκείνα τα χρόνια συνάντησε και τον Αιγυπτιώτη χειρουργό Μαρσέλ Καρακώστα, με τον οποίο παντρεύτηκε και έκαναν δύο παιδιά.
Το 1962 επέστρεψε στην Ελλάδα και άρχισε να εμφανίζεται στο θέατρο και τον κινηματογράφο δίπλα σε γνωστά ονόματα ηθοποιών. Η περίοδος αυτή διήρκησε μέχρι την εποχή της Δικτατορίας, όταν η Ζωρζ Σαρή και ορισμένοι φίλοι της ηθοποιοί αποφάσισαν να κάνουν παθητική αντίσταση και να μην ξαναπαίξουν στο θέατρο. «Δε φανταζόμασταν ότι θα κρατούσε τόσα χρόνια η Δικτατορία… Λέγαμε επτά μήνες, όχι επτά χρόνια!» Το καλοκαίρι εκείνο άρχισε να γράφει το πρώτο της μυθιστόρημα. «Ο Θησαυρός της Βαγίας» ξεκίνησε σαν παιχνίδι με τα παιδιά που είχε γύρω της, όπως ομολογεί και η ίδια. Το βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1969 και είχε μεγάλη επιτυχία, ενώ αργότερα μεταφέρθηκε και στην τηλεόραση.
«Στο γράψιμο βρήκα ό,τι δεν μπορούσα να βρω στο θέατρο, ίσως γιατί δεν ήμουν πρωταγωνίστρια και ίσως γιατί δεν ήμουν σε θέση να διαλέξω τους ρόλους που ο θιασάρχης ή ο σκηνοθέτης διάλεγαν για μένα. Τώρα φέρω ακέραιη την ευθύνη των βιβλίων μου. Κάνω αυτό που θέλω, αυτό που μπορώ»
Ακολουθεί «Το ψέμα» το 1970. Είναι η πρώτη φορά που θίγεται το ζήτημα του διαζυγίου σε παιδική-εφηβική λογοτεχνία κι ο αντίκτυπος που έχει σε ένα παιδί. Το 1971 βγαίνει το ιστορικο-πολιτικό μυθιστόρημα της «Όταν ο ήλιος…». Τρία χρόνια μετά η «Κόκκινη κλωστή δεμένη» και το 1977 «Τα γενέθλια». Και τα τρία αυτά μυθιστόρημα έχουν κοινή αφετηρία: το περιεχόμενό τους είναι ιστορικό με πολιτικές αναφορές. Είναι η πρώτη φορά που η πολιτική κατάσταση της Ελλάδας διατρέχουν σελίδες της εφηβικής λογοτεχνίας, όπως συμβαίνει και στο μεθεπόμενο βιβλίο της «Οι νικητές»(1983) και στα «Χέγια»(1987). «Τα στενά παπούτσια (1979) και «Το παραράδιασμα» (1989) ανήκουν στα «ηθογραφικά» μυθιστορήματα. Για πολλούς «Το παραράδιασμα» θεωρείται το κορυφαίο της.
Ακολουθούν το «Κρίμα κι άδικο»(1990), «Νινέτ»(1993), ένα πολυπολιτισμικό μυθιστόρημα, το «Ζουμ»(1994), ένα πρωτότυπο μυθιστόρημα με περίπλοκη αφηγηματική τεχνική και αρκετά στοιχεία από την τέχνη του κινηματογράφου. . Η φιλία και τα σχολικά χρόνια είναι το θέμα του μυθιστορήματος «Ε.Π.» (1995). Το Ε.Π. είναι ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα που κεντρικό θέμα έχει τη φιλία της συγγραφέα με τις συμμαθήτριές της και ιδίως με την Άλκη Ζέη.
Το ερωτικό στοιχείο της προεφηβικής-εφηβικής ηλικίας υπάρχει στο από κοινού μυθιστόρημα «Μια αγάπη για δύο»(1996) με την συμβολή της Αργυρώς Κοκορέλη. Τα χρόνια στο Παρίσι περνάνε μέσα από τις σελίδες του «Ο χορός της ζωής»(1998). Επτά ακόμα μυθιστορήματα ολοκληρώνουν τον καμβά της εφηβικής-νεανικής πεζογραφίας της. Είναι τα: «Σοφία»(1998), «Κλειστά χαρτιά», μαζί με την Μελίνα Καρακώστα, (2002), «Ο κύριος μου»(2003), «Ο πόλεμος, η Μαρία και το αδέσποτο»(2003), «Τότε…», καταγραφή παραλειπόμενων στιγμών της ζωής της αναφορικά με τους μήνες πριν την αναχώρηση της για το Παρίσι και τους πρώτους μήνες της επιστροφής της στην Ελλάδα(2004), «Γράμμα από την Οδησσό» (2005) και «Το προτελευταίο σκαλοπάτι»(2009).
Στην πεζογραφία της Ζωρζ Σαρή υπάρχει μια νουβέλα, «Η αντιπαροχή»(1989) και ένα θεατρικό, «Το τρακ»(1998). Ακόμη 10 παιδικά βιβλία της ολοκληρώνουν ένα μεγαλειώδη έργο. Θα ταν παράλειψη μας όμως να μην αναφέρουμε το σημαντικό μεταφραστικό της έργο. Από Ιονέσκο και Σοάρες μέχρι Σιμόν ντε Μποβουάρ και Ντυράς. Και από τον «Μιχαήλ Στρογκοφ» του Ιουλίου Βερν μέχρι «Το παιδί και το αστέρι» του Πιερ Πελό.
Η Σαρή εργάστηκε πάνω στο παιδί, δεν έγραψε μόνο μυθιστορήματα για εφήβους. Έτρεξε σε σχολεία κάνοντας διαδραστικές παρουσιάσεις των βιβλίων της, ομιλίες πάνω σε θέματα για το παιδί. Γενικότερα χάραξε νέους ορίζοντες και έδειξε το δρόμο σε πολλούς.
Από το 1972 μέχρι το τέλος ήταν επίτιμο μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Συγγραφέων. Το 1994 βραβεύτηκε με το Βραβείο Παιδικού Λογοτεχνικού Βιβλίου για το μυθιστόρημα Νινέτ. Το 1995 και το 1999 βραβεύτηκε από τον Κύκλο Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου. Το 1988 προτάθηκε για το βραβείο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Ως ηθοποιός έχει βραβευτεί το 1960 με το βραβείο Β’ Γυναικείου ρόλου του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.
«Μια ζωή με περίμενε η Ζωρζ. Σε λιμάνια, σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, σε αεροδρόμια. Μόνο τώρα δεν με περίμενε κι έφυγε…» [από το βιβλίο της Άλκης Ζεη «Με μολύβι φάμπερ νο2»]
«Έφυγε» στις 9 Ιουνίου του 2012 σε ηλικία 87 ετών και στις 12 του ίδιου μήνα κηδεύτηκε στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών. Οι αναρίθμητες εκδόσεις των βιβλίων της μαρτυρούν την παρακαταθήκη του σημαντικότατου έργου της. Μια αληθινή λογοτέχνης που πρωτοστάτησε αναταράζοντας τα λιμνάζοντα νερά σε έναν τομέα της λογοτεχνίας που βούλιαζε στα παραδοσιακά μοτίβα, ανοίγοντας παράλληλα το δρόμο σε συγγραφείς άξιους συνεχιστές του έργου της. Ένας φωτεινός άνθρωπος.
«Ο πόλεμος, η πείνα, ο θάνατος, οι πρησμένες κοιλιές, γίνονται καρφιά και με τρυπάνε, με πονάνε. Φοβάμαι, κι όμως μέσα στο πόνο, μέσα στο φόβο τρυπώνει η χαρά και σαν καμπάνα βαράει μέσα μου» [από το βιβλίο της “Όταν ο ήλιος…”].