Η «Νύχτα των Δολοφόνων» του Χοσέ Τριάνα επανέρχεται από αύριο με παράταση στο Θέατρο 104 και ακούγεται λογικό, αφού πρόκειται για ένα επιδέξιο ανέβασμα του απαιτητικού αυτού και δύσκολου κοινωνικοπολιτικού έργου από την σκηνοθέτιδα Δανάη Κατσαμένη, ερμηνευμένο από μια σφιχτοδεμένη και άρτια δουλεμένη ομάδα την α-silen[θ]io, που απαρτίζεται από τους Γιώργο Δρίβα, Βίκυ Λέκκα και Αριάδνη Μιχαηλάρη.
Κριτική – Παρουσίαση: Γιάννης Ζαμπατής
Η «Νύχτα των Δολοφόνων» που γράφτηκε το 1964, πέντε χρόνια μετά τη νίκη της κουβανικής επανάστασης, χαρίζει στον Χοσέ Τριάνα την διεθνή αναγνώριση όταν την επόμενη χρονιά βραβεύεται με το «Premio Casadelas Américas de Teatro».
Πρόκειται για ένα αλληγορικό και βαθιά κοινωνικό και πολιτικό έργο που η δράση του τοποθετείται στο τέλος της δεκαετίας του ’50 στην προεπαναστατική Κούβα, από την οποία κατάγεται και ο συγγραφέας, λίγο καιρό πριν από την πτώση του δικτάτορα Μπατίστα που διαδέχεται σαν απελευθερωτής ο Φιντέλ Κάστρο.
Τρία αδέλφια, ο Λάλο, η Κούκα και η Μπέμπα βρίσκονται εγκλωβισμένα σε ένα σπίτι μιας παρακμιακής και καταπιεστικής οικογένειας, κάτω από ένα παρακμιακό και καταπιεστικό δικτατορικό καθεστώς που τους έχουν κάνει να ξεχάσουν τι θα πει ελεύθερη σκέψη και βούληση, ακόμα και τι θα πει χαρά και απόλαυση ζωής.
Κάποια στιγμή αντιλαμβάνονται ότι για να αλλάξουν αυτήν την κατάσταση πρέπει να την πάρουν στα χέρια τους και να ξεπεράσουν τις οποιεσδήποτε φοβίες και αναστολές.
Έτσι, μπαίνουν σε ένα άγριο, επαναλαμβανόμενο, «αιματηρό» παιχνίδι δολοφονίας των γονέων τους; του τυραννικού κατεστημένου; ή μήπως και των δύο μαζί; Μια ομαδική προσπάθεια από τα τρία αδέλφια τόσο διαφορετικά μεταξύ τους αλλά με κοινό στόχο και αποφασισμένα να φτάσουν τον τελικό τους σκοπό χωρίς κανένα λάθος, βοηθώντας ο καθένας με τον τρόπο του τους άλλους να μην χάσουν το θάρρος τους και το τι θα σήμαινε για όλους ένα πισωγύρισμα.
Η μαεστρία του συγγραφέα έγκειται στο πως εμπλέκει τα τρία αδέλφια στο έγκλημα που μέχρι τέλους σχεδόν δεν αφήνει καθαρό αν σκοτώνουν τους γονείς τους ή αν το έγκλημα είναι μόνο στο μυαλό τους.
Αυτό που είναι ξεκάθαρο όμως είναι ο σκοπός του για αποδόμηση των αναχρονιστικών στοιχείων κατεστημένου και οικογένειας και της προσπάθειας να ξεφύγει από το τέλμα της καταπίεσης, όποια και να είναι αυτή, πράγμα όμως που δεν θα γίνει από μόνο του παρά μόνο από ισχυρή θέληση και προσπάθεια να αποκτήσει κανείς μια ελεύθερη ζωή και κριτική σκέψη που αρμόζει σε έναν ελεύθερο άνθρωπο.
Έτσι στην παράσταση παρακολουθούμε τους ήρωες σε αυτήν την συνεχή προσπάθεια για την τελική ανατροπή μέσα από τις δυσκολίες που έχουν αποτυπωθεί στον καθένα τους ανάλογα με την ψυχοσύνθεση τους.
Ένα πολυδιάστατο, δύσκολο και απαιτητικό έργο με πολλές αναγνώσεις, όπου παρακολουθούμε θέατρο μέσα στο θέατρο κατά κάποιον τρόπο, όπου βλέπουμε ότι μια ανατροπή δεν έρχεται από μόνη της αλλά μετά από θέληση, επιμονή και προσπάθεια.
Η Δανάη Κατσαμένη έχει εδώ ένα δύσκολο έργο με ένα κείμενο ιδιαίτερα σύνθετο και απαιτητικό, με πολλούς συμβολισμούς, πολλά επίπεδα και πολυδιάστατες σημειολογικές αναφορές, τα οποία αντιπαρέρχεται με αρωγούς την καλή όπως φαίνεται μετάφραση του Γιάννη Θηβαίου, αλλά και την επιμελή και άρτια δουλειά των ηθοποιών της Θεατρικής Ομάδας, που κατάφεραν με την καθοδήγηση της και την επιμονή τους να παράγουν ένα άρτιο αποτέλεσμα στο δύσκολο έργο της εναλλαγής ρόλων που είχαν να διανύσουν.
Ήταν πραγματικά αξιοθαύμαστος ο τρόπος που μεταπηδούσαν από τον αρχικό τους ρόλο και σε άλλους δευτερεύοντες όπως του γειτονικού ζεύγους που θα ερχόταν για επίσκεψη αλλά και των ίδιων τους των γονέων και καταπιεστών τους.
Η χημεία των τριών ηθοποιών εξαιρετική επί σκηνής να ερμηνεύουν τρεις διαφορετικούς χαρακτήρες. Το αγόρι, ο Λάλο (Γιώργος Δρίβας) φαίνεται να νιώθει την μεγαλύτερη απαξίωση από τους γονείς τους αλλά και έντονο τον εγκλεισμό του ώστε να μην γνωρίζει που να πάει έξω από το σπίτι. Η Κούκα (Αριάδνη Μιχαηλάρη) δείχνει περισσότερο προσκολλημένη στους γονείς και διστακτική, με τον μεγαλύτερο κίνδυνο για πισωγύρισμα, ενώ η Μπέμπα (Βίκυ Λέκκα) παρουσιάζεται σαν την σταθερά μεταξύ των τριών που θα εξισορροπήσει τα πράγματα με την φωνή της λογικής.
Εξαιρετικοί και οι τρεις στις ερμηνείες τους με την ιδιαιτερότητα του καθένα τους με επίγνωση του αντικειμένου τους να φτάνουν σε υψηλά επίπεδα με ίσως περισσότερη ένταση της φωνής από όσο θα χρειαζόταν.
Ο Γιώργος Δρίβας σταθερή αξία όπως φαίνεται δίνει απνευστί έναν καταπιεσμένο και αδικημένο επαναστάτη, που δίπλα του στέκονται και τον συμπληρώνουν η Αριάδνη Μιχαηλάρη, που σε συμπαρασύρει με το ερμηνευτικό της αποτέλεσμα και η Βίκυ Λέκκα που εντυπωσιάζει πραγματικά με το ταμπεραμέντο της.
Εντυπωσιακή να επαναλάβω ότι ήταν η μετάβαση τους από τον έναν ρόλο στον άλλον πράγμα το οποίο δείχνει και την δουλειά που έχει γίνει με την σκηνοθέτιδα τους.
Η Δανάη Κατσαμένη, πέραν αυτού πιστεύω ότι κερδίζει το στοίχημα αφού καταφέρνει με την διάσπαση του πολυδιάστατου αυτού έργου να μας κατευθύνει σχεδόν με ευκολία σε αυτό που τελικά ήθελε να δώσει έμφαση και προτεραιότητα, στην αλληγορία για την κοινωνία, δηλαδή την πραγματική διάσταση του ίδιου του κειμένου και μάλιστα στο συγκεκριμένο ιστορικό της πλαίσιο, όπως η ίδια είχε δηλώσει.
Βοηθητική και εντυπωσιακή θα έλεγα η κινησιολογία από την Άννα Λιανοπούλου που φαίνεται ότι απέδωσε η συνεργασία της με ηθοποιούς και σκηνοθέτη, ενώ η μουσική του Δημήτρη Ανδρονιάδη ταιριαστή με το ύφος και την δραματουργική ροή.
Εν κατακλείδι πρόκειται για μια δύσκολη και απαιτητική παράσταση που καταφέρνει να αναδείξει το ζητούμενο, δηλαδή στοιχεία της σήψης στην προεπαναστατική Κούβα και το πώς αντανακλώνται και στην οικογένεια, με τον αλληγορικό αυτόν παραλληλισμό του καταπιεστικού συστήματος που πρέπει να αλλάξει και της οικογένειας από την οποίαν λείπουν τα όρια αλληλοσεβασμού και κατανόησης.
Μια παράσταση που ίσως να απευθύνεται σε κάπως περισσότερο «διαβασμένους» θεατές, τουλάχιστον να γνωρίζουν κατά κάποιον τρόπο για το τι πρόκειται να δουν… που όμως αξίζει για το συνολικό εικαστικό αποτέλεσμα το οποίο σε αποζημιώνει.