Αφορμή για τις σημερινές μου σκέψεις, στάθηκε η συνεργασία του Βασίλη Λέκκα με την Πάολα, στην παρουσίαση λαικών τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη.
Η συνεργασία αυτή, προκάλεσε για άλλη μια φορά, αφορμή για εκατοντάδες σχόλια, καλά ή επικριτικά και κυριώς το ερώτημα «Με ποιο δικαιώμα η Πάολα να τραγουδήσει Θεοδωράκη;».
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΠΡΙΝ…
Πρωτού μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις , θα ήθελα να ξεκαθαρίσω τρία πράγματα.
Πρώτον: Αγαπάω βαθιά την ελληνική μουσική, χωρίς ταμπέλες και όρια και πιστεύω ξέρω να ξεχωρίζω πότε και γιατί θα ακούσω Ξαρχάκο ή Φοίβο, και πότε Άντζελα Δημητρίου ή Αρλέτα!
Δεύτερον: Σέβομαι βαθιά τα μουσικά ακούσματα του καθενός.Και αυτών που έχουν πολυσυλλεκτικότητα στις μουσικές προτιμήσεις τους και αυτών που αγαπάνε συγκεκριμένα πράγματα. Αυτό όμως που δε μπορώ να αποδεχθώ, είναι η κατάκριση των μουσικών επιλογών κανενός. Κυρίως αυτών που αγαπάνε το πιο δύσκολο ρεπερτόριο και έχουν πάντα έναν κακό λόγο για αυτούς που προτιμούν το πιο ελαφρύ.
Τρίτον: Για τις, φαινομενικά, αταίριαστες μουσικές συναντήσεις, τα κίνητρα μπορεί κάθε φορά να διαφέρουν. Κάποιες φορές μπορεί να γίνονται εκ του πονηρού –να πιάσουμε και λίγο το «απέναντι» κοινό-, κάποιες άλλες φορές όμως μπορεί να γίνονται με αγνές καλλιτεχνικές προθέσεις. Και θα μου επιτρέψετε, να προτιμήσω να δω τα πράγματα με τη δεύτερη αυτή ματιά, την –ας πούμε- πιο ρομαντική.
Ο ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΚΑΙ Η ΠΑΟΛΑ!
Η Πάολα σίγουρα δε χρειάζεται συστάσεις, αφού είναι σε όλους γνωστή. Σίγουρα η πιο πετυχημένη γυναίκα της γενιάς της στο είδος της και από τις ελάχιστες περιπτώσεις, που έγινε γνωστή στο κοινό, πριν καν κάνει κάποιο σουξέ. Είχε ξεχωρίσει για τη φωνή, το ιδιαίτερο στυλ της και τη δύναμη της στην πίστα.
Δυστυχώς το προσωπικό της ρεπερτόριο εώς σήμερα, είναι κατώτερο της φωνής της, που αξίζει σημαντικότερα λαικά τραγούδια.Τα τελευταία χρόνια είναι ξεκάθαρη η προσπάθεια να «περάσει» και σε ένα πιο δύσκολο κοινό. Είτε βλέποντας της στην τηλεόραση να ερμηνεύει Χατζηδάκι, είτε καλεσμένη-έκπληξη σε εκπομπή για τον Διονύση Σαββόπουλο και τώρα με τις εμφανίσεις της στα λαικά του Μίκη Θεοδωράκη. Και κάθε φορά τα σχόλια στα social media χιλιάδες. Θα σταθώ σε ένα που διάβασα και ίσως με παρακίνησε να γράψω αυτό το άρθρο.
«Με ποιο δικαιώμα η Παόλα, που τραγουδά σκυλάδικα και καψούρικα, να τραγουδήσει Θεοδωράκη και την άλλη μέρα να ξαναπάει στο σκυλάδικο να τραγουδήσει πάλι τα δικά της;» Και σκέφτομαι εγώ με το φτωχό μυαλό μου, «δηλαδή όποιος ξεκίνησε με έναν Χ τρόπο την καριέρα του, απαγορεύεται ωριμάζοντας σαν άνθρωπος να θέλει να εξελιχθεί και να προσπαθήσει να κάνει και σημαντικότερα πράγματα;»
Υπενθυμίζω πως θέλω να δω τα πράγματα από την ρομαντική πλευρά τους, και απορώ πραγματικά ποιος είναι αυτός που επιτρέπει ή απαγορεύει σε μια καλή φωνή, να κάνει 2 βήματα παραπάνω στην καριέρα του/ης.
Για τον τεράστιο Μίκη Θεοδωράκη, δε θα τολμήσω να γράψω τίποτα. Δεν θέλω και δεν μου επιτρέπεται. Μόνο ένα θα τονίσω. Πως ο ίδιος έχει προτείνει και έχει επιτρέψει, πέρα από την Πάολα και στους Νατάσα Θεοδωρίδου, Αντώνη Ρέμο, Πέγκυ Ζήνα και Σάκη Ρουβά να παρουσιάσουν το έργο του. «Μα επιτρέπεται ο Ρουβάς να τραγουδήσει Θεοδωράκη;» Και αν τελικά ο Ρουβάς ή ο Ρέμος ή η Θεοδωρίδου είναι η αφορμή, να ακούσουν και να ανακαλύψουν τον Θεοδωράκη και κάποιοι άνθρωποι, που ίσως αλλιώς να μην το έκαναν;
Και σας το ρωτάει αυτό ένας άνθρωπος, που άκουσε πρώτη φορά Θεοδωράκη, σχετικά μικρός, εξαιτίας της συμμετοχής της Άννας Βίσση, στα «18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας». Ναι λοιπόν, προσωπικά η Άννα Βίσση με έκανε να ακούσω αυτόν το δίσκο και τελικά και τον Νταλάρα. Και από αυτόν το δίσκο να θέλω να ακούσω κι άλλους δίσκους του, που είχαν οι γονείς μου και τραγουδούσε η Μαρία Φαραντούρη. Και έτσι να ανοίξουν σιγά σιγά τα μουσικά μου σύνορα.
ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ;
Εκτός από την Πάολα, πολλοί καλλιτέχνες, επιχείρησαν μια εξέλιξη στην καριέρα τους.
Με ή χωρίς επιτύχια. Με το κοινό στο πλάι τους ή απέναντι τους.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα, η Χριστιάνα. Σπουδαία ερμηνεύτρια, όπου ως τις αρχές της δεκαετίας του 80, κυριαρχούσε στις πίστες με εντυπωσιακά σόου και τεράστια σουξέ.
Το 1982 ήταν αυτή που ευθύνεται για την πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική παρουσία των Κραουνάκη-Νικολακοπούλου, με το αγαπημένο «Σαριμπιντάμ». Η ίδια ένιωσε πως ένας πρώτος κύκλος στην καριέρα της είχε κλείσει και ήθελε να πειραματιστεί σε νέα πράγματα. Οι 100.000 πωλήσεις, γίνανε τότε 12.000, ωστόσο το κοινό που ακόμα αγαπάει και μνημονεύει τη Χριστιάνα, που έχει αποσυρθεί 25 χρόνια τώρα, την αγαπάει για την δεύτερη καριέρα της κυρίως.
Πώς να μη σταθούμε στον Σταμάτη Κραουνάκη, ο οποίος έδωσε την ευκαιρία στην Δήμητρα Παπίου, να ερμηνέυει υπέροχα το «αυτή η νύχτα μένει»; Η Παπίου μέχρι τότε είχε δισκογραφία, με ρεπερτόριο πίστας, και ένα τραγούδι της άλλαξε την όλη καλλιτεχνική της υπόσταση.
Ο Κραουνάκης επίσης, ήταν αυτός που έδωσε την ευκαιρία στην Κατερίνα Στανίση, να ερμηνεύσει συγκλονιστικά τα τραγούδια «Κυριακή-Σιγύριζα» στο δίσκο του «Σπεράντζα», και να ακούσουμε την αγαπημένη ερμηνεύτρια σε κάτι διαφορετικό, που ίσως να μην περιμέναμε ποτέ.
Δύο από τις πιο επιτυχημένες εμπορικά λαικές τραγουδίστριες των τελευταίων ετών, η Καίτη Γαρμπή και η Νατάσα Θεοδωρίδου, επιχείρησαν μια «στροφή» στην καριέρα τους.
Η μεν πρώτη με 2 δίσκους με τον Νίκο Αντύπα και η δεύτερη με ένα δίσκο με την Ευανθία Ρεμπούτσικα, σε στίχους Μιχάλη Γκανά. Δυστυχώς και οι 2 απέτυχαν το σκοπό τους, παρόλο που και τα 3 άλμπουμ ήταν όμορφα και θα μπορούσαν να δώσουν την ευκαιρία στις άξιες ερμηνεύτριες να προχωρήσουν σε άλλους δρόμους την καριέρα τους. Η Γαρμπή είχε ερμηνεύσει νωρίτερα, το 1998 και ένα τραγούδι του Φοίβου Δεληβοριά, όπου πάλι δεν κατάφερε να ξεχωρίσει.
Αντιλαμβάνομαι και κατανοώ πως το κοινό, έχει μάθει και έχει αγαπήσει κάποιους ερμηνευτές με ένα συγκεκριμένο ρεπερτόριο. Δεν είναι σε καμιά περίπτωση αναγκασμένο να υποστηρίξει τις όποιες αλλαγές θέλουν αυτοί να κάνουν, αλλά λέω μήπως καλό θα ήταν να δίναμε και εμείς μια ευκαιρία;
Δεν είναι υποχρεωτικό να γίνουν όλοι μια νέα Ελένη Βιτάλη, όπου από το «Τσαντιράκι μου» και το «Μια γυναίκα μπορεί» τραγούδησε μετά το σπουδαίο της ρεπερτόριο, αλλά μήπως να αφήνουμε τους ερμηνευτές που θέλουν, να ωριμάζουν;
Γιατί αλλιώς και ο Μανώλης Λιδάκης θα τραγουδούσε ακόμα «Και κοίτα τι έγινε με μια ματιά μονάχα», η Γλυκερία «Πήγα σε μάγισσες σε καφετζούδες» , ο Δημήτρης Μητροπάνος το «Τι το θες το κουταλάκι» και η Βίκυ Μοσχολιού το «Έλα έλα στα Πατήσια».
Βεβαίως εδώ να πούμε, πως το κοινό δεν δέχεται εύκολα ούτε και την επιλογή των πιο «εύκολων» τραγουδιών, από τους τραγουδιστές του λεγόμενου «έντεχνου».
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα, αυτό της Άλκηστις Πρωτοψάλτη, που όταν ήθελε και είπε το «Πάμε Χαβάη» είχε ξεσηκώσει μεγάλο κύμα αντιδράσεων, λες και απαγορεύεται μια ερμηνεύτρια με τέτοια ιστορία να πει κάτι πιο εύθυμο.
Αντίστοιχα το κοινό, είχε «γυρίσει» την πλάτη στην Μελίνα Κανά, όταν επιχείρησε να κάνει μια στροφή προς το λαικότερο, με 2 δίσκους με λαικά τραγούδια, που τα παρουσίασε σε μεγάλες πίστες, όπως επίσης η Ελευθερία Αρβανιτάκη, δέχεται αυστηρότατη κριτική, για τις πιο ποπ επιλογές που κάνει τα τελευταία χρόνια.
ΤΕΛΙΚΑ…
Μήπως να βγάζαμε τις παρωπίδες μας και να άφηναμε τις ταμπέλες στην άκρη?
Και σας προλαβαίνω… δεν έχω την επιθυμία να ακούσω τη Λιζέτα Καλημέρη να ερμηνεύει Φοίβο, ούτε τον Κωνσταντίνο Αργυρό να γίνεται ερμηνευτής του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Για να μη παρεξηγούμαστε!
Ξέρουμε γιατί ακούμε τον κάθε καλλιτέχνη που αγαπάμε. Όμως όπως αγαπάω την Στανίση στα καψούρικα του Τάκη Μουσαφίρη, έτσι τη γούσταρα όταν έκανε τη συμμετοχή με τον Τζιμάκο Πανούση και ήταν υπέροχη.
Μου αρέσει καλύτερα η Καίτη Γαρμπή στο ρεπερτόριο που την ανέδειξε, αλλά θα ήθελα, αν ξαναβρισκότανε ένας δημιουργός της «απέναντι» όχθης, και της πρότεινε μια συνεργασία, να την άκουγα πρώτα και να έκρινα το αποτέλεσμα δίχως να τη συγκρίνω με την «Ιεροσυλία».
Θέλω και πιστεύω στην καλλιτεχνική ελευθερία. Θέλω καλλιτέχνες, που τους μάθαμε σε ένα πιο ελαφρύ ρεπερτόριο, να τους αφήνουμε να πάνε μπροστά αν το έχουν ανάγκη, καθώς και «σοβαρότερους» καλλιτέχνες που έχουν την επιθύμια για κάτι πιο εύθυμο, να το κάνουν εφόσον είναι η αλήθεια τους.