Είναι ο Κλέαρχος του ελληνικού κινηματογράφου, ο αδερφός που δεν βρίσκει γαμπρό για την μικρούλα του την αδερφή, ο κύριος Νεόκοσμος που γκρεμίζει το σπίτι για την ανεύρεση του θησαυρού του μακαρίτη. Είναι ο πιο γελαστός άνθρωπος του ελληνικού κινηματογράφου, ο πρώτος που αναρωτήθηκε: βρε που πάμε; Με αφορμή την επέτειο θανάτου του το The Look.Gr σκιαγραφει κάποιες στιγμές της ζωής του μεγάλου κωμικού μας Βασίλη Αυλωνίτη.

 

Γεννήθηκε τη 1 Ιανουαρίου του 1904 και μεγάλωσε στο Θησείο. Ήταν το δεύτερο αγόρι  του Αλέξανδρου και της Κωνσταντίνας (Ντίνας). Ο πατέρας του εγκατέλειψε την οικογένεια και έτσι πριν ακόμα τελειώσει το δημοτικό, αναγκάστηκε να δουλέψει σε διάφορες δουλειές, για να βοηθήσει την μητέρα του οικονομικά. Περιστασιακά δούλεψε και στο θέατρο «‘Εντεν», σαν βοηθός σκηνογράφου, όπου και πρωτοεμφανίστηκε το 1924 στην οπερέτα του Ν. Χατζηαποστόλου «Το κορίτσι της γειτονιάς» ύστερα από προτροπή του θεατρικού επιχειρηματία Θόδωρου Σκούρα. Την ίδια χρονιά, εμφανίστηκε επίσημα ως ηθοποιός στον θίασο της Ελένης Ζαφειρίου στην παράσταση «Ερωτικές γκάφες». Στη συνέχεια συνεργάστηκε με διάφορους θιάσους σε οπερέτες και κωμωδίες, μέχρι το 1928, οπότε και στράφηκε προς την επιθεώρηση επικεφαλής δικού του θιάσου που τον είχε ονομάσει «Κρίνονα». Συνολικά πρωταγωνίστησε ή εμφανίστηκε σε μικρότερους ρόλους σε 75 ταινίες. Χαρακτηριστικά του ταλέντου του ήταν οι αυτοσχεδιασμοί και οι γκριμάτσες του (ή μούτα του όπως λένε στο θέατρο).

Το 1934 συμμετείχε σε επιθεωρήσεις του θεάτρου Περοκέ, ενώ νωρίτερα έκανε δικό του θίασο. Την περίοδο του ’40 σχημάτισε θίασο με τον Κυριάκο Μαυρέα και ερμήνευσε το στρατιώτη Πολυχρόνη Περονόσπορο στο ηθογραφικό χρονικό Από την Αλβανία στο Ρίμινι. Υπήρξε για πολλά χρόνια βασικό στέλεχος των επιθεωρησιακών θιάσων του θεάτρου Ακροπόλ και διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής του την χρονική περίοδο 1956 έως 1961. Από 1962 έως το 1965, είχε σημαντικές συνεργασίες με τον Νίκο Ρίζο και την Γ. Βασιλειάδου, περιοδεύουν στην Ελλάδα και τη Γερμανία, αλλά λόγοι υγείας τον αναγκάζουν να διακόψει. Ο τελευταίος του θίασος συγκροτήθηκε με τον Κώστα Χατζηχρήστο, την περίοδο 1967 έως 1968, όπου και πάλι η συνεργασία διακόπτεται για λόγους υγείας. Μαζί περιόδευσαν σε πολλές επαρχιακές πόλεις, αλλά λόγοι υγείας τον ανάγκασαν να διακόψει την περιοδεία. Υπηρέτησε με συνέπεια και αφοσίωση όλα τα είδη του θεάτρου.

Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε το 1929 στην ταινία του Αχιλλέα Μαδρά, «Μαρία Πενταγιώτισσα». Καθιερώθηκε όμως κινηματογραφικά το 1955, με την ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» στην οποία ο Φίνος δεν τον ήθελε επειδή είχε παίξει σε πολλές ταινίες δεύτερης διαλογής και πίστευε ότι είχε πληγεί το προφίλ του, αλλά προταγωνίστησε μετά από μεγάλη επιμονή του Αλ. Σακελλάριου. Η ταινία είχε τόσο μεγάλη επιτυχία ώστε το 1957 δόθηκε και συνέχεια με την ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο».

 

Ακολούθησαν δεκάδες άλλες έως το 1970, όπως Η αριστοκράτισσα κι ο αλήτης, όπου εμφανίστηκε στον τελευταίο ρόλο της ζωής του. Ξεχωρίζουν οι ταινίες: “Ο Κλέαρχος η Μαρίνα κι ο κοντός”, “Ο Θησαυρός του μακαρίτη”, “Η ωραία των Αθηνών”, “Η κυρία δήμαρχος”, “Κορόιδο γαμπρέ”, “Ο παράς κι ο φουκαράς”, “Όταν λείπει η γάτα”, “Οι γαμπροί της Ευτυχίας”κ.α.

 

Ο ίδιος είχε δει λίγες από τις ταινίες του και είπε κάποτε σε συνέντευξη που είχε δώσει στον Δημήτρη Λυμπερόπουλο ότι: «Δημητράκη, θα τις δω στον άλλο κόσμο, όπου, δεν μπορεί, κάποιος Εβραίος ή Έλληνας θα έχει στήσει σινεμά».

Ο Αυλωνίτης απεβίωσε στις 10 Μαρτίου του 1970, στην ηλικία των 66 ετών, λίγες μέρες μετά την ολοκλήρωσή της ταινίας «Η αριστοκράτισσα κι ο αλήτης», από καρδιακή προσβολή. Κηδεύτηκε στο Β’ Νεκροταφείο των Πατησίων και σήμερα τα οστά του βρίσκονται σε οστεοφυλάκιο του κοιμητηρίου.

Με πληροφορίες από el.Wikipedia