Ο Ελληνικός κινηματογράφος είναι λατρεία μεγάλη. Ακόμα και οι νεότερες γενιές περνούν ώρες ατελείωτες παρακολουθώντας ταινίες που αν και γυρίστηκαν μισό αιώνα πριν μοιάζουν τόσο σημερινές. Η άνθιση του με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου μέχρι και το θάνατο του Φίνου, το 1977, δημιούργησαν αυτό που λέμε “Χρυσή εποχή”.
Ο Ελληνικός κινηματογράφος μεγαλούργησε και έφτασε στη κορύφωση μέσα σε αυτή τη χρονική περίοδο και παρότι κάποια στιγμή ήρθε και ο μαρασμός του, η τηλεόραση βοήθησε πολύ στο να διατηρηθεί ζωντανή η μαγεία της χρυσής εποχής. Ακόμη και η εισβολή νέων ηθών στην ελληνική πραγματικότητα δεν στάθηκε ικανή να ξεθωριάσει η λαμπερή εικόνα εκείνων των ταινιών. Η επαναπροβολή τους στη μικρή οθόνη σχεδόν καθημερινά αποτελεί σίγουρη τηλεθέαση και φυσικά κανάλια και διαφημιστές ποντάρουν πολλά επάνω σε μια ελληνική ταινία.
Σήμερα που όλοι μας έχουμε δει τουλάχιστον από 10 φορές τη κάθε ταινία, σίγουρα θα θέλαμε να ξέρουμε τι γινόταν πίσω από τις κάμερες, το παρασκήνιο των ταινιών και φυσικά κάποια γεγονότα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν αυτό το μαγικό ταξίδι από τη χρονιά του 1951 και από τη ταινία της Φίνος Φιλμ “Η Αγνή του Λιμανιού“. Ο πρώτος γυναικείος ρόλος του έργου είχε γραφτεί αρχικά για τη Μελίνα Μερκούρη. Τόσο ο Γιώργος Τζαβέλλας (σεναριογράφος και σκηνοθέτης) όσο και ο ηθοποιός Αλέκος Αλεξανδράκης επέμεναν για τη συμμετοχή της Μελίνας.
Ο Φίνος δεν ήθελε καν να ακούσει το όνομα της, ίσως αυτό να οφειλόταν στη “συμπεριφορά” της Μερκούρη στην Κατοχή, κατά την οποία είχε χάσει το πατέρα του, και έτσι ο ρόλος δόθηκε στην Ελένη Χατζηαργύρη. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ο σκηνοθέτης αντιμετώπισε πολλά προβλήματα με την έντονη θεατρικότητα του παιξίματος του Γιώργου Γληνού. Ο ρόλος αυτός προοριζόταν για τον Αιμίλιο Βεάκη, τον πρόλαβε όμως ο θάνατος.
Την ίδια χρονιά, το 1951 δηλαδή, ο Αλέκος Σακελλάριος γυρίζει το “Εκείνες που δεν πρέπει ν΄αγαπούν” με τη θεατρική ντίβα της εποχής Άννα Καλουτά. Ο ρόλος αρχικά είχε δοθεί στην Ειρήνη Παππά αλλά από τα πρώτα γυρίσματα τόσο ο σκηνοθέτης όσο και ο παραγωγός έκριναν ότι οι “σπορτίβ” εμφανίσεις της δεν την κολάκευαν και γρήγορα πέρασαν στην αντικατάσταση της.
Το καλοκαίρι του 1953 ο Γιώργος Λαζαρίδης μεταφέρει στην οθόνη το έργο του ακαδημαϊκού Σπύρου Μελά “Ο Μπαμπάς εκπαιδεύεται“. Εδώ πραγματοποιεί την πρώτη κινηματογραφική του εμφάνιση ο Κώστας Βουτσάς (σε ρόλο κομπάρσου) ενώ η Ζωζώ Σαπουντζάκη τραγουδά το “Τηλεφώνησε μου” του Κώστα Μανιατάκη.
Το γύρισμα έγινε στη ταράτσα του θερινού θεάτρου Παλλάς και μάλιστα ανάμεσα στους στίχους υπήρχε και το νούμερο 53131 που ήταν το αληθινό νούμερο του ξενοδοχείου “Εξέλσιορ”. Μετά τη πρεμιέρα της ταινίας έγινε πανικός από τα τηλεφωνήματα που έπαιρναν και ζητούσαν τη Ζωζώ.
Το καλοκαίρι του 1957 η ανερχόμενη τότε ηθοποιός Αλίκη Βουγιουκλάκη, γυρίζει πέντε ταινίες που θα της δώσουν το…εισιτήριο για να μπει με νέο αέρα στις κινηματογραφικές αίθουσες. Από τις πέντε αυτές ταινίες, τα “Θολά Νερά” (ή “Ζαβολιάρα”, όπως μετονομάστηκε αργότερα) δημιούργησαν στην Αλίκη πολλά προβλήματα. Τα δύσκολα γυρίσματα αλλά και η στάση του παραγωγού αναγκάζουν τη νεαρή ηθοποιό να βγει στις εφημερίδες και να τα πει έξω από τα δόντια.
Ο παραγωγός της έκανε μήνυση και η Αλίκη κάθισε στο σκαμνί μαζί με τους υπεύθυνους των εφημερίδων που δημοσίευσαν τη συκοφαντική επιστολή της. Η δίκη πήρε πολλές αναβολές και τελικά έγινε τον Απρίλιο του 1961 και οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν. Τα “Θολά νερά” βγήκαν στις αίθουσες στις 4 Απριλίου 1960 με την Αλίκη ντουμπλαρισμένη στις περισσότερες σκηνές.
Περνάμε στη δεκαετία του 60. Η νέα δεκαετία ξεκινά για τη Τζένη Καρέζη με τη ταινία “Χριστίνα“. Η εταιρεία παραγωγής ανακοινώνει πως παρτενέρ της θα είναι ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Δυστυχώς η συνεργασία αυτή δεν έγινε ποτέ, αν και είχε ανακοινωθεί στο τύπο, συνοδευόμενη με τη σχετική φωτογραφία από τις υπογραφές των συμβολαίων. Τη θέση του Παπαμιχαήλ παίρνει τελικά ο Ανδρέας Μπάρκουλης.
Και μια και έγινε λόγος για τη Τζένη Καρέζη, να σημειώσουμε ότι το νυφικό που φορά στην ταινία της “Τζένη Τζένη“(1966), ήταν αυτό που φόρεσε το Μάϊο του 1962 στο γάμο της με το Ζάχο Χατζηφωτίου. Και κάτι που ελάχιστοι ίσως να γνωρίζουν για τη μεγάλη σταρ ήταν ότι ο Αλέξης Δαμιανός την είχε σκεφτεί για τον ρόλο της Ευδοκίας στην ομώνυμη θρυλική ταινία του, αλλά τελικά προτίμησε να δώσει τον ρόλο σε μια πολύ νεότερη ερασιτέχνη ηθοποιό, τη Μαρία Βασιλείου.
Το 1961 στα γυρίσματα της ταινίας “Αλίμονο στους Νέους“, ο μακιγιέρ Dick Bonnor Moris την ώρα που μεταμφιέζει το Δημήτρη Χορν στο ρόλο του ηλικιωμένου, ο κορυφαίος ηθοποιός μας, είπε κάνοντας χιούμορ: “αντί να μου φέρετε μακιγιέρ να με κάνει γέρο, δεν μου φέρνετε καλύτερα έναν πλαστικό χειρούργο να με κάνει νέο;...”
Μια από τις καλύτερες ταινίες του Κώστα Καραγιάννη υπήρξε σίγουρα το “Ένας μάγκας στα σαλόνια“. Σύμφωνα με δημοσίευμα της εποχής αρχικός πρωταγωνιστής ήταν ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Τα γυρίσματα θα ξεκινούσαν αμέσως μετά το τέλος των γυρισμάτων της ταινίας “Η Αγάπη μας“. Η αποχώρηση όμως του Παπαμιχαήλ από τον κινηματογραφικό οργανισμό Καραγιάννης – Καρατζόπουλος φέρνει τύχη στο Γιάννη Βόγλη ο οποίος καλείται να κρατήσει το πρώτο ρόλο στο φιλμ.
Την ίδια περίπου χρονική περίοδο (σύμφωνα πάντα με φήμες και δημοσιεύματα), η Εθνική μας Σταρ αρνείται να πρωταγωνιστήσει στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος της Λιλίκας Νάκου “Η Κυρία Ντορεμί“. Λένε μάλιστα πως είχε έρθει σε επαφή και με το σκηνοθέτη Μιχάλη Κακογιάννη.
Φυσικά πολλά υπήρξαν τα δημοσιεύματα που αφορούσαν τα καλλιτεχνικά βήματα της Αλίκης. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τη “πάστα Αλίκη” εμπνευσμένη από τη μεγάλη μας ηθοποιό. Ήταν δημιούργημα του αρχιζαχαροπλάστη Νικόλαου Νικολτσούδη, ο οποίος σύμφωνα με έντυπο της εποχής αποκάλυψε τα υλικά από τα οποία ήταν φτιαγμένα το συγκεκριμένο γλύκισμα: παντεσπάνι και αμυγδαλοκρέμα,νουγκατίνα, μαρέγκα, σαντιγύ και από επάνω κεράσια και πασπάλισμα από καμμένη ζάχαρη. Γλυκές ιστορίες από το παρελθόν μιας σταρ.
Ίσως το καλύτερο μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη να υπήρξε το “Κορίτσια για Φίλημα“. Γυρίστηκε το καλοκαίρι του 1964 από τη Φίνος Φιλμ και για την ιστορία ίσως θα έπρεπε να ειπωθεί ότι είναι η πρώτη ελληνική παραγωγή με στερεοφωνικό ήχο. Η πρεμιέρα της ταινίας έγινε στις 25 Ιανουαρίου 1965 στον κινηματογράφο Αττικόν, του οποίου τα μηχανήματα προβολής διαμόρφωσε ο ίδιος ο Φίνος για να έχει το σωστό ηχητικό αποτέλεσμα.
Το κοστούμι Οριεντάλ που φορά η Μάρθα Καραγιάννη ανήκει στην χορεύτρια ανατολίτικων χορών Ρέα Μανέλη (εγγονή της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου και κόρη του κωμικού Φραγκίσκου Μανέλη). Η Ζωή Λάσκαρη στο φινάλε φορά ένα υπέροχο κοστούμι δανεικό από τη Χρυσούλα Ζώκα, που το είχε φορέσει η τελευταία στη ταινία “Η Κυρία του Κυρίου“. Ανάμεσα στα πολλά κορίτσια στο φινάλε του μιούζικαλ εμφανίζεται και η Μπετίνα Τσοπέη, αδελφή της Κορίνας (Μις Υφήλιος).
Κάτι που ελάχιστοι ίσως έχουν προσέξει στο κοινωνικό δράμα “Οι απόκληροι της κοινωνίας” είναι ότι η πρωταγωνίστρια Μάρθα Βούρτση εμφανίζεται σε όλο το φιλμ με το ίδιο ρούχο.
Στην ταινία του Φίνου “Για ποιόν χτυπά η κουδούνα” η ηθοποιός Μπεάτα Ασημακοπούλου υποδύεται τη μητριά της Νόρας Βαλσάμη και όχι τη μητέρα της για λόγους γυναικείας φιλαρέσκειας! Στο αρχικό σενάριο, του Χρήστου Κυριακού, ο ρόλος της Μπεάτας ήταν ρόλος μητέρας. Όταν η ηθοποιός διάβασε το στόρι δήλωσε ότι θα έπαιζε στο φιλμ μονάχα αν ο ρόλος γινόταν ρόλος μητριάς, μια που η Μπεάτα πίστευε πως ήταν ακόμη πολύ νέα για να έχει κόρη στην ηλικία της Βαλσάμη.
Η επόμενη λεπτομέρεια αφορά τη ταινία “Ο Δήμος από τα Τρίκαλα“(1961). Σε κάποια σκηνή του φιλμ, μέσα στο φωτογραφείο του Γιάννη Γκιωνάκη υπάρχει στο τοίχο μια φωτογραφία-πορτραίτο της Καίτης Πάνου, από τη δεκαετία του 40. Σεναριακά δεν αναφέρεται ούτε αιτιολογείται και αυτό ίσως συμβαίνει μάλλον επειδή η φωτογραφία είναι αρκετά παλαιότερη (πορτραίτο από τα γυρίσματα της πρώτης ταινίας του Φίνου “Η Φωνή της Καρδιάς“) και θεωρήθηκε ότι το κοινό δεν θα αναγνώριζε το εικονιζόμενο πρόσωπο.
Το 1968 η Ρένα Βλαχοπούλου ανήκει στο δυναμικό του κινηματογραφικού οργανισμού Καραγιάννης Καρατζόπουλος. Η τρίτη ταινία που γυρίζει εκεί είναι η “Ζηλιάρα“, την οποία ξεκίνησε με συμπρωταγωνιστή της το Νίκο Σταυρίδη και τελικά μετά την αποχώρηση του κωμικού μας επιστρατεύτηκε ο Γιώργος Κωνσταντίνου.
Άφησα για το τέλος κάτι που ελάχιστοι ίσως να το έχουν προσέξει. Στο “Δον Ζουάν για κλάματα“, κάποιες στιγμές ακούγεται αντί της Άννας Φόνσου, η Νίτσα Μαρούδα. Αυτό έγινε γιατί όταν ξαναβγήκε η ταινία στις αίθουσες (ο αρχικός τίτλος ήταν το “Μωρό μου“) γυρίστηκαν εκ νέου κάποιες σκηνές -όπως αυτές του αεροδρομίου, που γράφει ένα πανό “ζήτω η επανάσταση της 21ης Απριλίου” ενώ το φιλμ είχε γυριστεί πολλά χρόνια πριν. Είχε χαθεί λοιπόν ο ήχος από κάποια αποσπάσματα που μίλαγε η Φόνσου και την ντουμπλάρισε -άχαρα ομολογουμένως- η Νίτσα Μαρούδα.
Ιστορίες, λεπτομέρειες από τα χρόνια της αθωότητας που αν αρχίσουμε να τις αφηγούμαστε θα χρειαστούμε τόμους και φυσικά τίποτα από όλα αυτά δεν έχει καταγραφεί περισσότερο στη συνείδηση μας, παρά μόνο λαμπερές εικόνες από τις μυθικές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου…