«Το Μονόγραμμα» είναι ο απόλυτος ερωτικός ύμνος που σφύζει από νεανικότητα και πάθος. Γράφτηκε στα χρόνια της διαμονής του στο Παρίσι. Εκδόθηκε πρώτα στις Βρυξέλες και την επόμενη χρονιά στην δικατατορική Ελλάδα.
«Θα πενθώ πάντα -μ’ ακούς; -για σένα, μόνος, στον Παράδεισο».
Το ποίημα επιδέχεται πολλές ερμηνείες. Μπορεί να ξεχειλίζει από ερωτισμό και «ελυτικό» λυρισμό, αλλά δεν παύει να ‘ναι μια εξομολόγηση ενός ερωτευμένου άνδρα στην νεκρή αγαπημένη του που μόλις αυτοκτόνισε. Ένας θρηνητικός μονόλογος που αφηγείται το πάθος του με την ορμή που τον διαπνέει.
ΙΙ
«Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ’ άλλα που πέρασαν
Εαν είναι αλήθεια
Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά
Οι κιθάρες που αναμόσβησαν κάτω από τα νερά
Τα «Πίστεψε με» και τα «μη»
Μια στον αέρα, μια στη μουσική…»
Το πένθος του αφηγητή έχει μια αγνότητα μοναδική. Η συνειδητοποίηση της απώλειας όμως είναι ανυπόφορη. Ακόμη και τα άψυχα πράγματα που μοιραστήκαν κομματιάζουν και μηδενίζουν την σημερινή εικόνα του κόσμου.
ΙΙ
«Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος…»
Ίσως από τα πιο ερωτικά ποιητικά «σπαράγματα» που γράφτηκαν ποτέ! Η αγάπη του πρός το ταίρι σπάει τα χρονικά όρια και παίρνει συμπαντικές διαστάσεις. Ο ΈΡωτας τους φωνάζει παρόν! Η απώλεια δεν μπορεί να τερματίσει κανένα συναίσθημα γιατί δεν επιδέχεται οριοθετήσεις είτε χρονικές είτε οποιάδηποτε άλλης υφής. Το αλληλοδέσιμο τους είναι σφιχτό και τους κρατά μαζί για παντά, πέρα από την όποια κατακραυγή που επέφερε το μοιραίο.
IV
Είναι νωρίς ακόμη μες στο κόσμο αυτόν, μ’ ακους
Δεν εχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ’ ακους
Το χαμένο μου αίμα και το μυτερό, μ’ ακους
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μες στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ’ακούς
Είμαι εγώ, μ’ακους
Σ’ αγαπάω, μ’ ακους
Σε κρατώ και σε πάω και σου φορώ
Το λευκό νυφικό της Οφηλίας, μ’ ακους
Που μ’ αφήνεις, που πας και ποιος, μ’ ακους
Σου κρατεί το χέρι πάνω απ’ τους κατακλυσμούς…»
Η συνειδητοποίηση της απώλειας φέρνει τα σπαρακτικά ερωτήματα του αφηγητή, το ποίημα εδώ κερδίζει σε δραματικότητα: οι άνθρωποι δεν έχουν φτάσει στο επίπεδο κατανόησης του έρωτα τους. Ο ποιητής-αφηγητής έχει τόσο πόνο μέσα του που βγάζει μια λύσσα κι οργή για όλους και φτάνει ίσαμε τον ουρανό. Η απόγνωση που έχει προαναγγέλλει και το δικό του τέλος.
«…πουθενά δεν πάω, μ’ ακούς
Ή κανείς ή κι οι δυό μαζί, μ’ ακους…
…Είμαι εγώ που φωνάζω κι είμ’ εγώ που κλαίω, μ’ ακους
Σ’ αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακους.»
Ένας θρήνος χωρίς απάντηση κι ο ποιητής συναισθάνεται αυτή την κατάσταση. Μια απόλυτη αγάπη που για τους δυο τους δεν υπήρξε όμοια, τερματίστηκε βίαια. Η τέταρτη ενότητα του ποίηματος είναι και η πιο δυνατή. Από την πέμπτη ξεκινά η συνειδητοποίηση του τέλους και εξυμνούνται τα σωματικά κάλλη της κοπέλας που παρέμειναν γι αυτον ένα αίνιγμα και στα ερωτήματα που απευθύνει δεν βρίσκει απαντήσεις ούτε στη φύση. Κανείς τελικά δεν γνώριζε
«και για σένα κανείς δεν είχε ακούσει
Για σένα ούτε το δίκταμο ούτε το μανιτάρι»
Η έκτη ενότητα είναι ουσιαστικά ένας αποχαιρετισμός προς την αγαπημένη του. Η παρουσία της καθαγίασε τον τρόπο που βλέπει τη φύση και τον κόσμο ολόκληρο, επήλθε η Νίκη!
«Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί
Πριν από την αγάπη και μαζί…»
Η έβδομη και τελευταία ενότητα είναι μικρή…
VII
«Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα
Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ’ άπατα μιαν ηχώ
Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό
και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο».
Μια μελλοντική συνύπαρξη σε ένα άλλο χωροχρονικό επίπεδο επιτείνει την δραματικότητα του ποίηματος. Ένα νησί ακριβώς όπως η αγαπημένη του!
Το Μονόγραμμα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος