Για κάθε τουρίστα της δεκαετίας του 1960 η διαμονή σε ένα ξενοδοχείο ΞΕΝΙΑ αποτελούσε εγγύηση άνεσης, εξυπηρέτησης, ενώ τα καταλύματα του ΕΟΤ προσέφεραν σχεδόν πάντα την καλύτερη θέα της εκάστοτε περιοχής.

 

Σταδιακά η εικόνα άλλαξε. Οι λόγοι πολλοί και θλίβουν, καθώς τα πιο σύγχρονα, για την εποχή τους, κτήρια και υποδομές αφέθηκαν να καταρρέουν στον χρόνο. Μεταξύ αυτών το ΞΕΝΙΑ της Καστοριάς.

Οι τελευταίες αποφάσεις απελευθερώνουν το παλιό ξενοδοχείο από τα δεσμά της καταστροφής και το επιστρέφουν στην τοπική κοινωνία. Την εκχώρηση του ΞΕΝΙΑ από την εταιρεία διαχείρισης και αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου (ΕΤΑΔ) θα ακολουθήσει η άμεση αποκατάσταση του κτηρίου και η προσαρμογή των χώρων του για την στέγαση μουσειακών εκθεμάτων. Αυτή η έκβαση θεωρείται πολύ σημαντική υποστηρίζει η Ανδρομάχη Σκρέκα, προϊσταμένη εφορείας αρχαιοτήτων Καστοριάς. Η πόλη που είναι ένα ανοικτό μουσείο ασφυκτιούσε στα στενά όρια του υπάρχοντος βυζαντινού μουσείου. Η παραχώρηση έγινε για σαράντα χρόνια και σύντομα αναμένονται οι μελέτες και οι σχετικές αδειοδοτήσεις.

Ένα κόσμημα, που διέθετε 49 κλίνες κατασκευάστηκε το 1953 και είχε ενταχθεί σε χρηματοδότηση από το σχέδιο Μάρσαλ, προκειμένου να βοηθήσει στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής, με την εισροή τουριστικού συναλλάγματος. Η ιδιαίτερη αρχιτεκτονική και αισθητική του είναι απόλυτα εναρμονισμένη στο τοπίο. Το Ξενία της Λίμνης, όπως λεγόταν κατέληξε σκουπιδότοπος και χώρος στέγασης παραβατικών στοιχείων. Μεσολάβησαν είκοσι χρόνια εγκατάλειψης. Το 2013 μεταβιβάστηκε και περιήλθε στο ΤΑΙΠΕΔ άνευ ανταλλάγματος. Οι αγκυλώσεις της γραφειοκρατίας και οι εμμονές απέκλεισαν κάθε είδους αξιοποίηση, και όπως άλλες ανάλογες τουριστικές υποδομές του ΕΟΤ θα κατέληγε στην κατεδάφιση.

H σιωπηλή πόλη στην λίμνη όπως αποκαλούσαν την Kαστοριά, ξεχωρίζει για τα βυζαντινά της μνημεία και τα αρχοντικά της. Η διασύνδεσή του κτηρίου με το παρακείμενο Βυζαντινό Μουσείο, που βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο της Καστοριάς, στον χώρο της πλατείας Δεξαμενής, διορθώνει ένα λάθος δεκαετιών και προσδίδει προστιθέμενη αξία σε μια πόλη με πολλά βυζαντινά στοιχεία. Ίσως είναι μια ευκαιρία για μια δεύτερη αναγέννηση της βυζαντινής αγιογραφίας και τοιχογραφίας, σε μια πόλη που αποτελούσε εργαστήριο πολιτισμού από τον 8ο αιώνα.

Πηγή