Τον Μάρτιο του 1964 έκανε πρεμιέρα στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες η ξενόγλωσση ταινία, «Aliki my love». Πρωταγωνίστρια φυσικά η Αλίκη Βουγιουκλάκη.

 

Ήταν η πρώτη απόπειρα της για διεθνή καριέρα και μάλλον η τελευταία (εκτός κι αν συνυπολογίσουμε την τουρκική εκδοχή της ταινίας «το Ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο» με τη φωνή της Αλίκης ντουμπλαρισμένη από Τουρκάλα ηθοποιό).

 

Το «Aliki my love», πάντως, δεν πήγε καλά ούτε μέσα, ούτε έξω. Ο Φιλοποίμην Φίνος το γνώριζε εκ των προτέρων αλλά δεν μπορούσε να της χαλάσει χατίρι. Άλλωστε η Αλίκη πριν από όλα ήταν μια πολύ σκληρή διαπραγματεύτρια και η απόλυτη μάνατζερ του εαυτού της, μια εποχή που δεν υπήρχαν μάνατζερ. Το χατίρι, πάντως, στοίχισε 9.000.000 δρχ. στον Φίνο, με αυτό το ποσό θα μπορούσε να γυρίσει άλλες οκτώ ταινίες αλλά πώς να μεταπείσει την Αλίκη.

Στην Ελλάδα η ταινία έκοψε λιγότερα από 250.000 εισιτήρια τη σεζόν 1963-64. Οι πρεμιέρες σε Λονδίνο (10/6/1963) και Αθήνα (24/31964) ήταν, φυσικά, λαμπερές, αλλά σύντομα ξεχάστηκε τελείως. Λέγεται πως ο ίδιος ο Φοιλοποίμην Φίνος, μετά την πρώτη προβολή της ταινίας, επεδίωξε να την κρατήσει στην αφάνεια.

 

 

 

Οι δημοσιογράφοι την ονόμασαν η «απαγορευμένη ταινία» της Αλίκης, επειδή είχε τολμηρές σκηνές κάτι που δεν φαίνεται να κρίνουμε από το μισοκατεστραμμένο φιλμ που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο. Σύμφωνα με το σενάριο του η Βουγιουκλάκη, όπως και στη Μανταλένα, υποδυόταν μια νησιωτοπούλα που ερωτεύεται έναν ξένο, ο οποίος βρίσκεται στο νησί της για να εκτιμήσει μια κληρονομία που του άφησαν. Συμπρωταγωνιστής της Αλίκης, ήταν ο Jess Conrad, ο οποίος χαρακτηρίστηκε «ξενέρωτος» από τους κριτικούς. Τη μουσική της ταινίας υπέγραψε, όπως και στη Μανταλένα, ο Μάνος Χατζιδάκις

Τα γυρίσματα έγιναν στην Ίο και σκηνοθέτης ήταν ο πολωνοαμερικανός Rundolf Mate (που ανάμεσα σε άλλους είχε σκηνοθετήσει τους Tony Curtis, William Holden, Robert Mitchum, Glenn Ford). Όταν οι κάτοικοι της Ίου πληροφορήθηκαν ότι η Αλίκη βρισκόταν στο νησί έσπευσαν να την υποδεχτούν στο λιμάνι. Όχι, όμως, και ο παπάς του νησιού, ο οποίος για να επιτρέψει στους συντελεστές να γυρίσουν μια σκηνή, μέσα στην εκκλησία, απαίτησε από την εταιρία παραγωγής να του δωρίσει μια καμπάνα.

Παρόλο που η επιθυμία του πραγματοποιήθηκε, όταν ήρθε η ώρα να ανοίξει την εκκλησία για να μπει το συνεργείο, ισχυρίστηκε πως τα κλειδιά τα είχε ο νεωκόρος, ο οποίος έλειπε στην Αθήνα για δουλειές. Το γύρισμα αναβλήθηκε και προκλήθηκε μεγάλη αναστάτωση.

Όταν ο νεωκόρος επέστρεψε και του ζήτησαν τα κλειδιά, είπε πως τα είχε ο παπάς και ο ίδιος τον είχε διώξει για την Αθήνα. Για να καταφέρουν οι συντελεστές της ταινίας να γυρίσουν τη συγκεκριμένη σκηνή, έστειλαν στον παπά πλαστό τηλεγράφημα μέσω του οποίου τον καλούσαν στη Νάξο, γιατί η αδελφή του που έμενε εκεί, είχε αρρωστήσει. Την πονηρή ιδέα για το τηλεγράφημα είχε δώσε ο νεωκόρος ο οποίος άνοιξε τελικά την εκκλησία.

 

Ο σκηνοθέτης αποδείχτηκε αρκετά ιδιότροπος και με τις παραξενιές του καθυστερούσε το γύρισμα. Χαρακτηριστικό είναι πως διέκοψε μια σκηνή γιατί δεν του άρεσε το χρώμα ενός σπιτιού που βρισκόταν στο φόντο. Αντί να αλλάξει γωνία λήξης, όπως τον συμβούλεψαν οι συνεργάτες του, απαίτησε να βαφτεί το σπίτι και μάλιστα χωρίς τη συγκατάθεση των ιδιοκτητών.

Όταν ο τοίχος βάφτηκε, ο σκηνοθέτης αποφάσισε πως τελικά ήταν καλύτερο το αρχικό του χρώμα και οι εργάτες το ξαναέβαψαν. Παρόλο που ο σκηνοθέτης δυσκόλεψε τη ζωή των συντελεστών, αρκετά χρόνια αργότερα είπε σε συνέντευξή του για τη Βουγιουκλάκη: «η Αλίκη είναι το εκφραστικότερο πρόσωπο που έχω συναντήσει στον κινηματογράφο».

 

 

πηγή