Η παρουσία του μοναστηριού στην πάροδο του χρόνου.
Αυτή η 25η Μαΐου αποτέλεσε το σημείο αρχής για μία νέα «εποχή» στην πορεία της Μονής της Παναγίας Σουμελά. Έπειτα από τέσσερα χρόνια εργασιών αναστήλωσής της, ένα μέρος του μοναστηριού δέχθηκε τους πρώτους επισκέπτες. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να βρεθούν μέχρι τον προαύλιο χώρο, δίνοντας το αντίτιμο των δέκα τούρκικων λιρών (περίπου 1,50 ευρώ).
Ένας βράχος εξακοσίων τόνων που βρίσκεται αντίκρυ της εισόδου έπαψε να είναι απειλή, μιας και τοποθετήθηκαν μεταλλικά πλέγματα με σκοπό τη στήριξή του. Γενικότερα, πραγματοποιήθηκε ένας μεγάλος καθαρισμός περίπου τεσσάρων χιλιάδων τόνων βράχων τόσο στο καθολικό όσο και στα δωμάτια της Μονής. Μέχρι στιγμής, έχει πραγματοποιηθεί η συντήρηση του υδραγωγείου, του μονοπατιού και των σκαλοπατιών. Όταν η διαδικασία ολοκληρωθεί, το συγκρότημα θα είναι εξ’ ολοκλήρου διαθέσιμο προς επίσκεψη.
Γυρνώντας το χρόνο πίσω…
Αν και ο ακριβής χρόνος ίδρυσης της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο δεν είναι γνωστός, μαρτυρίες θέλουν τους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο να είναι υπεύθυνοι για την ανέγερση της Μονής στο όρος Μελά της Τραπεζούντας τον 4ο αι. μ.Χ. Ύστερα από ένα όνειρο, στο οποίο τους φανερώθηκε η Παναγία, οι δυο καλόγεροι μετέφεραν και τοποθέτησαν, στην απάτητη μέχρι τότε σπηλιά, την εικόνα της Παναγίας της Αθηνιώτισσας. Λεγόταν έτσι, καθώς η προηγούμενη τοποθεσία της ήταν στην Αθήνα, ενώ η ευθύνη της εικονογραφίας της αποδόθηκε στον Ευαγγελιστή και Απόστολο Λουκά. Αργότερα, πήρε το όνομα όπως και η Μονή, «Σουμελά», ενώνοντας την ονομασία του όρους «Μελά» με την ποντιακή λέξη «Σου», η οποία αποδίδεται ως εις το/ στο, δηλαδή η Παναγία «στο Μελά».
Σύμβολο του Ποντιακού Ελληνισμού επί σειρά εκατοντάδων ετών, το μοναστήρι κατείχε σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη του πολιτισμού στην περιοχή αλλά και στην περίθαλψη των Ποντίων, την εποχή των τουρκικών διώξεων. Από τους κυριότερους ευεργέτες υπήρξαν οι αυτοκράτορες Αλέξιος ο Γ΄ και ο υιός του Μανουήλ Γ΄ Κομνηνός. Ο τελευταίος προσέφερε τον ανεκτίμητο Τίμιο Σταυρό, ενώ ο Αλέξιος Γ΄ ήταν υπεύθυνος για την οχύρωση της Μονής, την ανακαίνιση των παλαιών κτισμάτων αλλά και την κατασκευή πύργων και κελιών. Ο «νέος Κτήτωρ», όπως τον αποκαλούσαν οι μοναχοί, είχε προσφέρει πολλά για την προστασία και διατήρηση της Παναγίας Σουμελά.
Στη βιβλιοθήκη του μοναστηριού φυλάσσονταν σπουδαία χειρόγραφα, όπως για παράδειγμα χειρόγραφα παραλλαγών του ακριτικού έπους. Ωστόσο, την περίοδο των μεγάλων διωγμών των Ελλήνων, Τούρκοι κατάφεραν να πάρουν στην κατοχή τους πολλά από τα ιερά κειμήλια και χειρόγραφα. Η εικόνα της Παναγίας, ο Τίμιος Σταυρός και το ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου είναι τρία από τα πιο σημαντικά κειμήλια που οι μοναχοί διαφύλαξαν, κρύβοντας τα σε ένα κοντινό παρεκκλήσι, καθώς αναχωρούσαν. Ακολούθησαν πολλά ακόμη που πλήγωσαν τη Μονή. Πυρπολισμοί, καταστροφές και επιδρομές ληστών είναι μερικά από αυτά, κι όμως η Παναγία Σουμελά συνεχίζει να «κρέμεται» στα βράχια του Μελά.
Το 1931 ο Ελευθέριος Βενιζέλος έστειλε γράμμα προς τον τότε πρωθυπουργό της Τουρκίας, Ισμέτ Ινονού. Σε αυτό ζήτησε να επιτρέψει στον ιερομόναχο Αμβρόσιο Σουμελιώτη να επισκεφθεί την Παναγία Σουμελά, όπου θα εντόπιζε τα ιερά αντικείμενα και θα τα μετέφερε στο Βυζαντινό Μουσείο. Εκεί παρέμειναν μέχρι το 1951, οπότε και μεταφέρθηκαν στην νέα «κατοικία» τους, το καινούργιο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά στις πλαγιές του Βερμίου, στην Καστανιά. Πίσω στην Τραπεζούντα, η μονή λειτουργούσε από το 1896 ως μουσείο. Μόλις εννέα χρόνια πριν, για πρώτη φορά ύστερα από 88 περίπου χρόνια, δόθηκε άδεια από την κυβέρνηση της γείτονα χώρας να τελεστεί λειτουργία για την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Φθάνοντας στο σήμερα
Ο αγαπημένος τουριστικός προορισμός και σημείο αναφοράς για την πόλη της Τραπεζούντας, όπως έχει ήδη αναφερθεί, έχει δεχθεί πολλές χιλιάδες επισκέπτες. Ακολουθώντας το αναδιαμορφωμένο μονοπάτι, οι ενδιαφερόμενοι είναι σε θέση να βρεθούν και να σταθούν στην αυλή της Μονής. Προκειμένου να εισέλθουν στο Ναό και να δουν από κοντά το μεγαλείο της Παναγίας Σουμελά, θα χρειαστεί να περιμένουν ακόμη ένα χρόνο, ωσότου ολοκληρωθούν όλες οι εργασίες. Στόχος του Τουρκικού Κράτους είναι η είσοδος του μοναστηριού στην οριστική πλέον λίστα της UNESCO με τα μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.