Τη Τζόυς Ευείδη, θα αρκούσε να την αγαπάω, μόνο για τη φιλοζωική της δράση. Αλλά, πέρα από το ταλέντο, τους λατρεμένους ρόλους, δεν θα μπορούσα να μη δεν την αγαπάω, για την αλήθεια της, την ευθύτητα και το ότι ποτέ δεν προσπάθησε να παρουσιάσει στο κοινό, κάτι άλλο, από αυτό που στα αλήθεια είναι. Και για αυτό άλλωστε, είμαστε πάρα πολλοί εμείς που την Τζόυς την αγαπάμε…αλλιώς!

 

 

 

 

 

 

 

Η ίδια με υποδέχτηκε στο σπίτι της, το οποίο μοιράζεται με την καλύτερη παρέα.

Τα ζώα της, τα οποία έχοντας πάρει τον ζεστό χαρακτήρα της «μαμάς» τους, με υποδέχτηκαν εξίσου θερμά, με αγκαλιές και πολλά φιλιά.

Δε θα μπορούσε η συζήτηση μας να ξεκινήσει διαφορετικά λοιπόν.

 

ΧΣ: Συζείς με την καλύτερη παρέα, και είσαι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα άτομα του καλλιτεχνικού χώρου, που είναι γνωστά για τη φιλοζωική τους δράση. Ήσουν πάντα έτσι ή στην πορεία προέκυψε αυτό;

ΤΕ: Ήμουνα από την οικογένεια μου, που πάντα είχαμε και ζώα και περιθάλπταμε και σώζαμε κλπ κλπ. Ήταν και οι 2 μου γονείς πάρα πολύ ευαίσθητοι, με αυτό το θέμα.

Βέβαια πέρασα ένα διάστημα, στις αρχές της καριέρας μου, όπου ήμουν ο γνωστός

«Περιπλανώμενος Ιουδαίος», μια στο ΔΗΠΕΘΕ Λαμίας, μια στο ΔΗΠΕΘΕ Κρήτης, αλλά όταν πια κατάλαβα τον ευατό μου, είπα πως δε μπορώ να ζω δίχως ζώα. Πρέπει εδώ να σου πω, ότι για ένα μεγάλο διάστημα επί εποχής «Οι μεν και οι δεν», έβγαζα τα απωθημένα μου στην Τερέζ, γιατί, όποτε πήγαινε ταξίδι η Άννα Κουρή, μου την άφηνε. Και μετά ήρθε ο Ξι, που τον βρήκαμε χτυπημένο στην Κεφαλλονιά και άρχισα πλέον να έχω το δικό μου κατοικίδιο.

 

 

ΧΣ: Από τότε να υποθέσω, δεν έμεινες ποτέ χωρίς κάποιο ζώο;

ΤΕ: Από τότε δεν έμεινα ποτέ χωρίς κάποιο ζώο , που να μην είναι ΑΔΕΣΠΟΤΟ!!!

 

ΧΣ: θέλω λοιπόν την άποψη σου, για δύο θέματα που αφορούν τα ζώα.

Η πρώτη, για τους ανθρώπους που λένε πως ναι μεν θέλουν ένα ζώο, αλλά με πρόφαση ότι δουλεύουν πολλές ώρες, δεν το κάνουν.

ΤΕ: Σε αυτούς το πρώτο που λέω είναι «Μη το πάρεις», γιατί ο άνθρωπος που θέλει στα αλήθεια ένα ζώο , θα το πάρει ο κόσμος να χαλάσει και η άκρη θα βρεθεί. Και εγώ έχει τύχει να λείπω ώρες ατέλειωτες, όμως βρίσκεις σιγά σιγά τον τρόπο και το ρυθμίζεις. Οπότε όλα τα άλλα είναι υπεκφυγές. Το θέμα είναι να θέλεις πραγματικά να σώσεις ένα ζώο, γιατί το να θέλεις να αγοράσεις ένα σκυλί πχ, μου φαίνεται αδιανόητο.

 

ΧΣ: Θέλω όμως την άποψη σου και γύρω από το θέμα των στειρώσεων, διότι πολλοί κάτοχοι ζώων, δεν είναι υπέρ αυτού, θεωρώντας πως επεμβαίνουν στη φύση του.

ΤΕ: Την κόβω επιτόπου την κουβέντα, αν ακούω τέτοια. Για αυτό έχουμε γεμίσει αδέσποτα, γιατί δε στειρώνει κανείς και κυρίως το κράτος.

 

ΧΣ: Προσωπικά, δεν αισθάνομαι ότι ενδιαφέρεται το κράτος για το θέμα αυτό.

ΤΕ: Κανείς! Γιατί βοηθάνε οι δήμοι; Βάλανε κάποιες ποτίστρες, για 2 μήνες και τέλος. Ούτε σακουλάκια για τα κόπρανα και την καθαριότητα δεν χαλαλίζουνε. Στείρωση ΚΑΤΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ!!!!!!

 

ΧΣ: Σε παρακολουθώ, ότι χρησιμοποιείς πολύ τα social media…

ΤΕ: Είναι παρέα μου…

 

ΧΣ: Και δική μου. Όμως σχεδόν όλοι οι καλλιτέχνες, τα χρησιμοποιούν για προβολή της δουλείας τους. Στη δική σου περίπτωση, δε θα σε δω να ανεβάζεις «είμαι εδώ, θα παίξω εκεί, θα εμφανιστώ σήμερα, κλπ». Δε σε αφορά καθόλου αυτό;

ΤΕ: Το κάνω άλλα όχι τόσο συχνά. Εξάλλου υπάρχει τόσο μεγάλη ανάγκη για τα ζώα και η προσωπική μου προβολή πια…Εντάξει! Θα ανεβάσω πχ, ότι έχουμε πρεμιέρα, αλλά από την άλλη δε μου είναι και πολύ ευχάριστο να ανεβάζω τα μούτρα μου, δε μου αρέσει να τα βλέπω συχνά (γέλια). Προτιμώ τα ζώα.

 

ΧΣ: Ευτυχώς λοιπόν, που κάνουμε την κουβέντα μας δίχως φωτογράφους και μακιγιέρ. Έτσι είσαι και στην καθημερινότητα σου;

ΤΕ: Μεγάλος κόπος. Δεν το έχω με το να ασχολούμαι με την εμφάνιση μου, βαριέμαι.

 

ΧΣ: Πάμε λοιπόν να πιάσουμε μερικές από τις αγαπημένες μας στιγμές σου στην οθόνη. Αρχικά, σε έχει κουράσει να σε ρωτάνε για το «Ρετιρέ»;

ΤΕ: Όχι καλέ.

 

ΧΣ: Το «Ρετιρέ» έχει μείνει στη συνείδηση μας ως μια cult σειρά, με ρόλους που στηρίχτηκαν στην υπερβολή. Παρόλα αυτά οι χαρακτήρες του, δεν είναι πλάσματα φαντασίας, είναι καθημερινά, υπαρκτά πρόσωπα και σκέφτομαι, μήπως το έχουμε αδικήσει λίγο.

ΤΕ: Κοίταξε, όσα συνέβαιναν στο «Ρετιρέ», συμβαίνουν και σήμερα. Η μητέρα που γεμίζει ενοχές το παιδί της, ο άντρας, που αποφασίζει και διατάζει, η «αγάπη» στον συγγενή, με μόνο σκοπό την οικονομική του εκμετάλευση. Με έναν άλλο τρόπο, θα μπορούσε ο τίτλος να έλεγε «η κοινωνική σειρά του Γιάννη Δαλιανίδη». Όμως κακά τα ψέματα, είχε γίνει τόσο προβλεπόμενο και επαναλαμβανόμενο που εγώ το βαριόμουνα. Δε ήθελα να το βλέπω.  Δε μου άρεσα και καθόλου. Έτσι που βλέπω την «Ειρήνη», δεν την αντέχω, τέτοια που ήταν.

Όμως κατά βάθος, την «Ειρήνη» την αγαπάω, γιατί μου έφερε τη «Νανά Σταμάτη».

 

 

ΧΣ: Μέσα στην υπερβολή του όμως, το «Ρετιρέ», 30 χρόνια μετά, παραμένει επίκαιρο. Το βλέπουμε από το πως λειτουργεί το δημόσιο σύστημα, το ρουσφέτι και επιμένω πως ίσως το έχουμε αδικήσει.

ΤΕ: Η κατάρα του Ελληνάρα.

 

ΧΣ: Στο «Ρετιρέ», υπήρχαν μεγάλα σεναριακά λάθη, επαναλαμβανόμενες σκηνές ανά 2-3 επεισόδια, κλπ. Δε ξέρω αν τα έκανε εσκεμμένα ο Δαλιανίδης, αλλά αν όχι, είχε κανείς το θάρρος, να του πει «Κύριε Γιάννη, αυτό το κάναμε πριν 3 επεισόδια ξανά;»

ΤΕ: Είσαι τρελός; Κανείς! Η Γιουλάκη έχει φύγει κλαίγοντας από το γύρισμα. Τα ακούγαμε χοντρά. Αλλά ήταν ακόμα ο άρχοντας του ελληνικού κινηματογράφου και της Φίνος, άσχετα αν είχανε περάσει τα χρόνια και είχαν αλλάξει οι εποχές. Ήταν εξαιρετικά αυστηρός.

 

ΧΣ: Αυτό που προσωπικά, με παραξενεύει ακόμα, σε σχέση με το Δαλιανίδη, είναι πως ενώ στον κινηματογράφο, όλες τις πρωταγωνίστριες τους τις έβγαλε «ΘΕΕΣ», στα σήριαλ αντίθετα τις έβγαζε, να το πω ωμά, υστερικές.

ΤΕ: Ισχύει αυτό που λες. Έπαθε απομυθοποίηση μάλλον (γέλια).

 

ΧΣ: Η  «Νανά»  είναι η πιο αγαπημένη, όλων των ρόλων;

ΤΕ: Αχ δε ξέρω. Ηλικιακά μου πήγαινε πιο πολύ, είχε αυτήν την τρέλα, που συμβάδιζε και με την όλη κατάσταση που συνέβαινε στα 90ς.

 

ΧΣ: Η «Νανά» είχε κοινά στοιχεία με τη Τζόυς;

ΤΕ: Όχι, η «Νανά» μια μουλάρα ήταν (γέλια). Εγώ είμαι πολύ ντροπαλός άνθρωπος.

 

ΧΣ: Με ποιο ρόλο αισθάνεσαι, πως ταυτίζεσαι πιο πολύ, ως Τζόυς;

ΤΕ: Κάθε μία, από όσες έπαιξα, είχαν στοιχεία δικά μου.

 

ΧΣ: «Καφέ της χαράς». Αγαπημένη σειρά.

ΤΖ: Και δική μου.

 

ΧΣ: Με όσα ζούμε και μαθαίνουμε τα τελευταία χρόνια, η «Σταυρούλα», είναι -δυστυχώς-, ένας εξαιρετικά επίκαιρος ρόλος.

ΤΕ: Η «Σταυρούλα» ξεκίνησε με την  πρόθεση να είναι ακόμα πιο ταλαιπωρημένη. Να είναι πλήρως κακοποιημένη, να τρώει ξύλο, να είναι ο αντίποδας της « Χαράς», που ήταν ήδη βέβαια αλλά ακόμα περισσότερο. Αλλά όπως το πήγαμε οι ηθοποιοί, γιατί και ο Γεράσιμος είναι ένας τόσο γλυκός άνθρωπος, δεν «πήγαινε» προς τα εκεί. Ο «Φατσέας» θα ήταν ακόμα πιο σκληρός, αλλά τόσο ο Χάρης Ρώμας, όσο και η Άννα Χατζησοφιά, έχοντας μεγάλη ενσυναίσθηση, κατάλαβαν πως έπρεπε το «πράγμα» να πάει αλλιώς.

 

 

ΧΣ: Πάντως το σύνθημα του Πώποτα, «ΕΜΠΡΟΣ ΠΙΣΩ», σήμερα που φτάσαμε 2023, αισθάνομαι ότι είναι πιο επίκαιρο από ποτέ. Αισθάνομαι ότι η Ελλάδα, έχει γίνει ένα μεγάλο «Κολοκοτρωνίτσι».

ΤΕ: Αστειεύεσαι; Εννοείται. Θα σου θυμίσω, πως στους «Μεν και δεν» κάναμε επεισόδιο με την Καρλότα. Που θα τολμούσαμε σήμερα να το κάνουμε αυτό? Είναι σοκαριστικό αυτό που γίνεται στις μέρες  μας, το τι επικρατεί στη βουλή, και το τι μαθαίνουμε, σε σχέση με τις γυναικοκτονίες και τις κακοποιήσεις. Πάντα συνέβαιναν αυτά, απλά τα μαθαίνουμε πιο εύκολα τώρα.

 

ΧΣ: Με τον «Φατσέα», και όλες αυτές τις ατάκες του, πως καταφέρνατε και γυρνούσατε τις σκηνέ;? Υποθέτω θα γελάγατε συνέχεια.

ΤΕ: Γελάγαμε πάρα πολύ, γιατί έβαζε και δικά του και γινόταν χαμός.

Κατ’αρχάς ο Γεράσιμος, είναι η χαρά της ζωής, Έρχονταν στο γύρισμα και σου άνοιγε η καρδιά.

 

ΧΣ: Πάντως, και στο θρυλικό σου guest , στους «Δύο ξένους», πάλι την ταλαιπωρημένη έκανες;

ΤΕ: Ναι από τον «Φάνη». Κάτι καταλαβαίνανε μάλλον οι συγγραφείς, ήμουνα θύμα του έρωτα (γέλια)

 

ΧΣ: Ήσουνα θύμα όμως και σε μία ταινία, το «Οξυγόνο» ,που θέλω, αν τόσα χρόνια μετά, μπορείς να εξηγήσεις, γιατί την πήραμε τόσο «στραβά» στην Ελλάδα;

ΤΕ: Γιατί είμαστε κομπλεξικοί. Η ταινία έλεγε μεγάλες αλήθειες και δε το αντέχει ο Ελληνάρας αυτό.  Θέλω να σου μιλήσω για την ταινία και το τι πέρασα ψυχολογικά. Κατ’αρχάς ήταν μια εξαιρετικά δύσκολη δουλειά, ήθελε τρομερή συγκέντρωση, οργάνωση. Φαντάσου πως η σκηνή που με «δέρνει» ο Γιάννης Τσιμιτσέλης, κράτησε 12 ώρες! Γύρισα σπίτι και ήμουν μωβ. Σκέψου τόσες φορές τη δύναμη του να πάρεις έναν άνθρωπο και να τον πετάξεις κάτω.

 

 

ΧΣ: Αν όλες αυτές τις αλήθειες, που έλεγε η ταινία, τις βλέπαμε σε μια κωμική ταινία, θα τις αντιμετωπίζαμε αλλιώς;

ΤΕ: Φυσικά, όλα στην κωμωδία είναι αλλιώς. Πάντως αλήθεια ταλαιπωρηθήκαμε πολύ να κάνουμε αυτή τη δουλειά, που δεν ήταν σαν το «Κλάμα βγήκε από τον παράδεισο», που και εκείνη ήταν δύσκολα, αλλά περάσαμε φανταστικά με τόσο γέλιο.

Όταν τελείωσε το «Οξυγόνο», φάγαμε τόσο κράξιμο, τόσο πόλεμο, να γράφουν «Μα είναι καλά οι συγγραφείς? Βάλανε τις κωμικές να κάνουν τις δραματικές?» Ε, αυτό τα λέει όλα.

Διάβαζα τις τόσο κακές κριτικές και περίμενα να βρω έστω μια καλή, και δε βρήκα ούτε μία και τελικά, ήρθε το βραβείο FIPRESCI.

 

ΧΣ: Γιατί εδώ και χρόνια, τα κανάλια, δεν θέλουν την ελληνική κωμωδία? Γίνονται μεν κάποιες λίγες σειρές, αλλά από το «Παρά πέντε» του Καπουτζίδη, 18 χρόνια μετά, δε μπόρεσε τίποτα, να πλησιάσει καν αυτόν τον θρίαμβο.

ΤΕ: Εμείς μεταξύ μας, σταυροκοπιόμαστε και λέμε «τι είναι αυτό που ζούμε»;. Όλα είναι ζοφερά, με φόνους, βιασμούς κλπ. Την είδαμε Netflix; Φοβούνται τα political incorrect;

 

ΧΣ: Παρόλα αυτά, τα κανάλια παίζουν ξανά και ξανά σειρές, γεμάτες με σεξιστικά ή ομοφοβικά σχόλια. Τόσο φοβούνται να γίνει μια νέα κωμωδία, που πρέπει να προσέξουν οι συγγραφείς την κάθε λέξη;

ΤΕ: Τι να σου πω? Στην επανάληψη δε μας πειράζει, στο καινούργιο πειράζει, γιατί αν έβγαινε τώρα μια κωμωδία, θα έπρεπε να είναι εξαιρετικά προσεκτική ,σε σημείο ξενέρωτης.

 

ΧΣ :Θυμάσαι κάποιο ρόλο, που απέρριψες και μετά το μετάνιωσες;

ΤΕ: Όχι, αλλά θα σου πω κάτι, που δε ξέρετε για τις «Τρείς Χάριτες». Ήταν αρχικά, να κάνω την «Τέτη», την κόρη της Παναγιωτοπούλου. Το ήθελε ο Μιχάλης πολύ, αλλά πρόλαβα και έκλεισα στο «Ρετιρέ».

 

 

ΧΣ: Έχεις ξεκινήσει από τις σειρές στην ΕΡΤ, με πρώτη εμφάνιση στον «Καπνισμένο ουρανό» και μετά σε επίσης κλασσικές σειρές, όπως η « Φρουτοπία, Του κουτιού τα παραμύθια,κλπ». Τα αναπολείς αυτά τα χρόνια;

ΤΕ: Ναι ήταν υπέροχα χρόνια, είχαμε να κάνουμε με καλούς ανθρώπους, πληρωνόμασταν και στην ώρα μας.

 

ΧΣ: Άρα αντιλαμβάνομαι, ότι δεν υπήρξες θύμα «me too».

ΤΕ: Δε μου έτυχε ούτε κάτι που να μη δε μπορώ να διαχειριστώ, ούτε κάτι τόσο πιεστικό.

Μου έτυχε να με προσεγγίσουν, στο ανθρώπινο επίπεδο, με ένα ωραίο φλέρτ.

Δε σημαίνει πως κάθε άνθρωπος που έχει μια «δύναμη» στα πράγματα, δεν έχει δικαίωμα στο φλερτ ή στο να σε προσεγγίσει με ειλικρινές ενδιαφέρον.

 

ΧΣ: Σου ήρθανε εύκολα τα πράγματα λοιπόν;

ΤΕ: Αίμα έφτυσα, καθόλου εύκολα. Έκανα τηλεόραση εύκολα, από μικρή, αλλά οι πόρτες του θεάτρου άνοιξαν, μετά το «Ρετιρέ». Με πήρε ο Κιμούλης και έπαιξα στο ωραιότερο έργο του κόσμου, στην «καρδιά του σκύλου». 5 χρόνια δούλεψα σερβιτόρα, μετά τη σχολή, δεν ήθελα να κάνω αρπαχτές ή βιντεοκασέτες. Μετά έκανα το «αγροτικό» μου στα ΔΗΠΕΘΕ. Μια στη Λαμία, μια στην Κρήτη, Και ύστερα ήρθαν τη μνημόνια και φάγαμε το επόμενο τεράστιο χαστούκι, οι ηθοποιοί.

 

ΧΣ: Θεατρικά συνεχίζεις και φέτος με την τεράστια επιτυχία των Ρέππα-Παπαθανασίου «Μπαμπάδες με ρούμι».

ΤΕ: Θεατρικά αυτό μας δίνει αισιοδοξία, και είναι μια παρέα λατρεμένη. Κόκλας,Σταυροπούλου,Βογιατζάκη,Χατζηπαναγιώτης κι εγώ,

 

ΧΣ: Αν και ένα έργο με βαριά ιστορία πίσω του, μίλησε μου γι αυτό.

ΤΕ: Είναι ένα έργο που αναφέρεται στον Ελληνάρα, με ότι κουβαλάει ο καθένας μέσα του. Είναι όλοι τους καθάρματα, αλλά συμπαθητικά καθάρματα. Αστυνομικό είναι κατά βάση.

 

ΧΣ: Αγαπάω πολύ σε εσένα, ότι θα βγεις και θα μιλήσεις εντελώς «χύμα» για τα πάντα. Πχ, φέτος δεν είχα πρόταση για δουλειά ή περνάω κατάθλιψη. Δε σε νοιάζει καθόλου, το να ωραιοποιήσεις κάποια πράγματα;

ΤΕ: Οι φίλοι μου με βρίζουν, μου λένε ότι κάποια πράγματα δε λέγονται. Συγνώμη αλλά εγώ έτσι είμαι, δε ξέρω άλλο τρόπο, μου φαίνεται αφόρητα βαρετό να πω, τα ίδια που λένε όλοι.

 

ΧΣ: Μήπως τελικά για αυτό σε αγαπάει ο κόσμος αλλιώς εσένα; Την αισθάνεσαι την αγάπη, είμαι σίγουρος.

ΤΕ: Το αισθάνομαι ναι.

 

ΧΣ: Συναδέρφους με τους οποίους δεν συνεργάστηκες επί σκηνής και το έχεις όνειρο;

ΤΕ: Πάρα πολλοί. Θα ήθελα να παίξω με τον Βέγγο, την Παναγιωτοπούλου ή την Καραγιάννη που την λάτρευα ξεχωριστά.

 

ΧΣ: Πες μου 2-3 περαστικά, που δε ξέρει ο κόσμος από γυρίσματα και θα τα βρει ενδιαφέροντα;

ΤΕ: Θα σου πω πρώτον ένα σπικάζ, που ακόμα με ρωτάνε αν είμαι εγώ, και ήταν στις «Τρεις Χάριτες», όπου σε ένα επεισόδιο η Παναγιωτοπούλου, μιλούσε με τη δική μου φωνή, για τις ανάγκες μιας διαφήμισης, αλλά και στο «κλάμα», σε μια σκηνή που έτρωγε ο Ρέππας και μετά ρευόταν, ε εγώ έριξα το ρέψιμο, γιατί ο Μιχάλης δε μπορούσε (γελάμε πάρα πολύ εδώ). Πάλι στο «κλάμα», πάλι με το Μιχάλη, στη σκηνή, όπου συναντιόμαστε και υποτίθεται υπάρχει μια φούντωση (γέλια), έτσι όπως το σκεφτήκαν τα παιδιά, είχαμε πάει στους Αλαχούζους, με τα εφέ. Επικοινώνησαν λοιπόν, με τους αντίστοιχους τεχνικούς, που είχανε κάνει το «Death becomes her”, και είναι εξαιρετικά αστεία η αλήθεια. Το στήθος λοιπόν, που υποτίθεται «αναστατώνεται», είναι σε 2 κουπάκια, τα οποία καταλήγουν 2 λεπτά μπαστουνάκια, και όταν εσύ κάνεις το γύρισμα αγέρωγη, είναι η βοηθός από κάτω και τα κουνάει. Τρελό γέλιο, άστο!

 

ΧΣ: Και για να κλείσουμε με γέλιο πάλι. Από τις τόσες χιλιάδες σκηνές που έχεις γυρίσει, ξεχωρίζεις τη μία και μοναδική, που ήταν αδύνατον να γυριστεί από τα γέλια;

ΤΕ: Είναι η γνωστή σκηνή, πάλι από το «κλάμα», με τον Χρήστο Σιμαρδάνη, όπου μπαίνουμε στο σπίτι και φωνάζω εγώ «Παππού, παππού», έχοντας τάχα γυρίσει από την Αμερική. Πρέπει να τη γυρίσαμε πάνω από 40 φορές. Γέλιο ο Σιμαρδάνης, χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Αλλά και στο «Καφέ της χαράς» γελάσαμε πάρα πολύ.

 

 

Και κάπου εδώ, κλείνει το μικρόφωνο και λέμε αυτά που δημοσίως δε λέγονται.

Η συνάντηση με την Τζόυς, ήταν μια επιβεβαίωση, που κάποιους ανθρώπους, δεν τους αγαπάς αληθινά, τυχαία, και ας μην τους ξέρεις προσωπικά.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ για τη φιλοξενία, και όσα μου εκμυστηρεύτηκε.