Σαν σήμερα 2 Δεκεμβρίου 1923 ήρθε στη ζωή η μεγάλη Ελληνίδα ντίβα Μαρία Κάλλας, που με τα μοναδικά φωνητικά και υποκριτικά της προσόντα ανανέωσε την όπερα και το ρεπερτόριό της, ιδιαίτερα το ιταλικό «μπελ-κάντο» και απέκτησε τον δίκαιο τίτλο «Divina»… λατρεύτηκε τόσο από το κοινό όσο και από τους κριτικούς.
1923. Η Μαρία Σοφία Άννα Καικιλία Καλογεροπούλου, όπως ήταν το πλήρες ελληνικό όνομά της, γεννήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου στη Νέα Υόρκη.
1941. Έκανε το επαγγελματικό της ντεμπούτο και ένα χρόνο αργότερα μετά τον πρώτο της ηγετικό ρόλο στην Τόσκα, ακόμα και οι επικριτές της αναφέρονταν σε αυτήν ως «The God-Given».
1948. Γνωριμία με τον Λουκίνο Βισκόντι. Η Κάλλας αγαπούσε να την αγαπούν.
Μετά το ρήγμα στη σχέση της με τον Βισκόντι, το ενδιαφέρον της μετατοπίζεται στο νεαρό βοηθό του και εραστή του, τον σχεδιαστή κοστουμιών από τη Φλωρεντία, τον αφοσιωμένο θαυμαστή της, που είχε ταλέντο και στη σκηνοθεσία τον Φράνκο Τζεφιρέλι.
Ως αληθινός εραστής της ομορφιάς, της όπερας, της Μεγάλης Τέχνης, ο Τζεφιρέλι αντιμετώπιζε την Κάλλας -κυρίως- με λατρευτική κατάπληξη. Με δέος.
1949. Η Κάλλας παντρεύεται τον Τζοβάνι Μπατίστα Μενεγκίνι, παρότι είχε τα διπλά της χρόνια, ίσως για να αναπληρώσει συναισθηματικά την απουσία της πατρικής φιγούρας, όπως γράφτηκε.
Με τη βοήθεια του Μενεγκίνι η καριέρα της Κάλλας απογειώθηκε σε ρόλους δραματικής υψιφώνου και δραματικής κολορατούρα.
1951. Εκπόρθησε και τη «Σκάλα» του Μιλάνου (άντρο της μεγάλης αντιπάλου της Ρενάτα Τεμπάλντι), με τους Σικελικούς Εσπερινούς του Βέρντι.
1956. Σειρά της Μητροπολιτικής Όπερας της Νέας Υόρκης να υποκλιθεί στο φαινόμενο Μαρία Κάλλας.
1957. Αποθέωση στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών.
1958. Γνωριμία με τον Ωνάση στη θριαμβευτική πρεμιέρα της Μήδειας του Κερουμπίνι στο Κόβεν Γκάρντεν του Λονδίνου. Ενώ κατ’ άλλους λίγο πριν, σε δεξίωση της κοσμικογράφου Έλσα Μάξγουελ.
1965. Αποσύρεται οριστικά από τις λυρικές παραστάσεις, παρά την εξαιρετική Τόσκα που τραγούδησε στη Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης.
Το κύκνειο άσμα της ήταν η Νόρμα, που ανέβηκε στο Παρίσι, στις 29 Μαΐου του 1965. Στην τρίτη πράξη της όπερας του Μπελίνι κατέρρευσε επί σκηνής και μεταφέρθηκε λιπόθυμη στο καμαρίνι της.
1969. Ο Ιταλός σκηνοθέτης Πιερ Πάολο Παζολίνι, επιλέγει την Κάλλας να ερμηνεύσει στην ταινία του την μυθολογική Μήδεια, που ήταν και ο μόνος μη-οπερατικός ρόλος.
Η Μήδεια δεν ήταν εμπορική επιτυχία, αλλά ως η μόνη κινηματογραφική εμφάνιση της Κάλλας, τεκμηριώνει τη δραματική της ικανότητα και παρουσία.
1974. Τελευταία της εμφάνιση στο Σαπόρο της Ιαπωνίας στις 11 Δεκεμβρίου του 1974.
1977. Η Μαρία Κάλλας πέρασε στην αιωνιότητα στις 16 Σεπτεμβρίου 1977 στο Παρίσι. Η κηδεία της έγινε στις 20 Σεπτεμβρίου και, αφού το σώμα της αποτεφρώθηκε όπως επιθυμούσε, την άνοιξη του 1979 η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο.
2000. Στο βιβλίο του «Greek Fire: The Story of Maria Callas and Aristotle Onassis» (2000), ο Αμερικανός δημοσιογράφος Νίκολας Κέιτζ ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι στις 30 Μαρτίου 1960 η Κάλλας έφερε στον κόσμο έναν «κρυφό γιο», τον Omero Lengrini.
Σύμφωνα με τον Κέιτζ, το «Lengrini» είναι το ψευδώνυμο κάτω από το οποίο η Κάλλας έγραψε το παιδί στο νοσοκομείο, ενώ το όνομα «Όμηρος» προέρχεται από έναν θείο του Αριστοτέλη Ωνάση.
Το παιδί, γράφει ο Κέιτζ, το συνέλαβε η Κάλλας τον Αύγουστο του 1959, στις αρχές της σχέσης της με τον Ωνάση. Το παιδί γεννήθηκε με καισαρική τομή, στον όγδοο μήνα, αλλά είχε σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα και πέθανε λίγες ώρες αργότερα.
2010. Νέο φως στο μυστήριο που περιβάλλει το θάνατο της Μαρίας Κάλλας έρχεται να ρίξει ιταλική έρευνα, η οποία ανατρέπει την άποψη ότι η δημοφιλής σοπράνο πέθανε από υψηλή δόση βαρβιτουρικών (διότι της είχε στοιχίσει η επώδυνη σχέση της με τον Αριστοτέλη Ωνάση).
Σύμφωνα με τους Ιταλούς φωνίατρους Φράνκο Φούσι και Νίκο Παολίλο, που παρουσίασαν τα αποτελέσματα της μελέτης τους στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, η τραγουδίστρια υπέφερε από δερματομυοσίτιδα, μία εκφυλιστική νόσο που φθείρει τους μυς και τους ιστούς, συμπεριλαμβανομένου του λάρυγγα.
Έτσι, μοιάζει να εξηγείται και η συνεχής παρακμή του μεγαλείου της φωνής της, που είχε αρχίσει να γίνεται αισθητή από τις αρχές της δεκαετίας του ’60.
2019. Η μεγάλη ντίβα «επιστρέφει» στη σκηνή 45 χρόνια μετά, μέσω της σύγχρονης ολογραφικής ψηφιακής και λέιζερ υψηλής τεχνολογίας σε συναυλία στην Αθήνα τον Νοέμβριο.