“…Και τελικά τι συνέβη πέρσι το καλοκαίρι;
Τι παραπάνω από ό,τι φέτος ή του χρόνου;
Αγαπητέ μου, πάρτε το απόφαση.
Όσο κι αν προσπαθήσετε,
ποτέ δεν θα διαπράξετε τον φόνο της ανίας σας»
Η τελευταία της ποιητική συλλογή “Το Σημείωμα της Οδού Ντεσπερέ” κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις πριν μερικές μέρες. Η δυναμική που εκφράζουν τα ποιήματά της είναι ξεχωριστή. Πρόσφατα είχα δηλώσει για τα ποιήματα της συλλογής ότι “… είναι ένα ποιητικό ταξίδι μέσα όμως από μια σειρά φράσεων «ηρακλειτικής υφής» που έντεχνα αντιδιαστέλλει την λογική στη φαντασία”.
Συνεπαρμένος από αυτό το ποιητικό ταξίδι, στο κάλεσμα μου για μια συνέντευξη ανταποκρίθηκε αμέσως. Παρόλο που όλα οργανώθηκαν πολύ γρήγορα, το αποτέλεσμα είναι μοναδικό. Κι είναι αυτή της η ποιητική φλέβα που δίνουν στις απαντήσεις της άλλη υφή, λαξεύοντας τις λέξεις σε ένα υπερβατικό επίπεδο.
Η Χλόη Κουτσουμπέλη αποκλειστικά στο The Look.Gr
- «…το καλύτερο κατοικίδιο είναι η αυτολύπηση…» πολύ δυνατός στίχος σε ένα ποίημα που τιτλοφορείται ΟΙ ΦΗΜΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΙΠΤΑΜΕΝΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ . Κάτω από ποιες προϋποθέσεις η αυτολύπηση γίνεται κομμάτι του εαυτού μας; Σε ποιο σημείο εντάσσετε την έννοια αυτή;
Η αυτολύπηση γίνεται κομμάτι του εαυτού μας όταν την υιοθετούμε, της δίνουμε κονσέρβες δακρύων για τροφή, την φωνάζουμε να έρθει κοντά μας, όταν γυρνάμε την νύχτα μόνοι στο σπίτι. Ως έννοια την εντάσσω σε αυτά που πρέπει να αποφεύγει ένας ποιητής κατά την διάρκεια της περιπέτειας της γραφής γιατί καθόλου δεν βοηθά τον αναγνώστη αν ο ποιητής λυπάται τον εαυτό του για τα προσωπικά του βιώματα ενώ γράφει το ποίημα. Η ποίηση είναι κάτι πιο καθολικό από τον ιδιωτικό πόνο.
- Από τον ίδιο τον τίτλο της συλλογής « Το Σημείωμα της Οδού Ντεσπερέ» φαίνεται ότι ανοίγετε ένα παράθυρο, κωδικοποιημένο κάπως, επικοινωνίας με τον αναγνώστη. Τα «σημειώματά» σας σε τι αποσκοπούν;
Το σημείωμα που αφήνω σε ένα τραπέζι στην οδό Ντεσπερέ έχει όπως πολύ σωστά παρατηρήσατε ως αποδέκτη του τον αναγνώστη. Μπορεί να είναι μία χειρόγραφη διαθήκη, ένα ιδιότυπο μήνυμα, ένα σημείωμα αυτοκτονίας, ένας αρχαίος πάπυρος που να αναφέρεται σε μία θεογονία, ένα ερωτικό ποίημα από την εποχή του Μέσου Βασιλείου της Αρχαίας Αιγύπτου. Όπως και να έχει ένα σημείωμα πάνω σε ένα τραπέζι σε ένα έρημο σπίτι στην οδό Απελπισίας μιλάει για τα κλασικά θέματα της λογοτεχνίας. Τον φόβο του θανάτου, την ανάγκη του έρωτα, την απόγνωση της μοναξιάς. Αυτός είναι ο μυστικός μου κώδικας και σας τον αποκαλύπτω.
Η οδός Ντεσπερέ θα μπορούσε να είναι η παιδική ηλικία, το ανοιχτό τραύμα αλλά και ολόκληρη η μυθιστορία της ανθρώπινης μοίρας
- Αν σας ζητούσα να εμβαπτίσετε τους στίχους σας, σε ποιες δεξαμενές ποίησης θα τους εντάσσατε;
Φαντάζομαι δεξαμενές ολόκληρες με αψέντι αλλά φοβάμαι ότι δεν είναι αυτή ακριβώς η ερώτηση που μου θέτετε. Θα έλεγα λοιπόν ότι αρχικά έχουν εμβαπτιστεί στον υπερρεαλισμό και ενώ ακόμα στάζουν το πυρωμένο κόκκινο χρώμα του, έχουν διοχετευτεί σε μία δεξαμενή ψύξης με αρκετή δόση σαρκασμού και αυτοσαρκασμού και έχουν υποστεί μία λογική επεξεργασία ενώ πάλλονται ακόμα με ανοιχτές τις πληγές τους. Σίγουρα όμως θα τόνιζα το χώμα από το οποίο προέρχονται και την θηλυκή αρχή από την οποία πηγάζουν.
- Μιλήστε μας για το χρονικό συγγραφής αυτής της αξιόλογης συλλογής.
Μία γυναίκα με το όνομα Τζέιν Μποντ αρχίζει μία περιπλάνηση στα ερείπια ενός σπιτιού ενώ ένας άντρας με μαύρα γυαλιά που μπορεί να είναι και ο κύριος Death την τελειώνει. Ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο σκηνές της αρχής και του τέλους εξελίσσεται όλο το σκηνικό και το χρονικό της συγγραφής. Η οδός Ντεσπερέ θα μπορούσε να είναι η παιδική ηλικία, το ανοιχτό τραύμα αλλά και ολόκληρη η μυθιστορία της ανθρώπινης μοίρας, από την στιγμή που ένα κοριτσάκι αφήνει το ρύζι χρόνο να γλιστρήσει ανάμεσα στα δάχτυλά του μέχρι την Αντιγόνη και την Πηνελόπη που στις διαδοχικές συλλογές μου γερνούν και αντιλαμβάνονται ότι «το μίσος είναι ένας κόσμος άκοσμος μισός, αλλά η αγάπη δεν γερνάει ποτέ.»
- Οι ήρωες σας φαντάζουν ως αντικατοπτρισμοί της παλιάς τους -μυθικής, ιστορικής- διάστασης. Είναι απλά μια ποιητική τους αποτύπωση ή θέλατε να καταδείξετε κάποιες άλλες ενδόμυχες διαστάσεις;
Πολλές φορές θέλω να τους δικαιώσω και να τους αποκαταστήσω. Άλλες φορές θέλω να τους ολοκληρώσω και από στερεότυπα αρχέτυπα να τους κάνω ζωντανούς καθημερινούς ανθρώπους που η διαχρονικότητα τους έγκειται ακριβώς στην επικαιρότητα των αναγκών τους. Άλλοτε είναι τα προσωπεία μου. Δεν γερνώ εγώ βλέπετε, αλλά η Αντιγόνη και η Πηνελόπη στις σελίδες του βιβλίου μου. Έτσι ξορκίζω τον φόβο του θανάτου.
Ο ποιητής είναι ένα δέντρο που οι ρίζες του βουτούν στο παρελθόν, τα φύλλα του είναι ευαίσθητα και απορροφούν τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος, τα κλαδιά του τείνουν προς το μέλλον.
- “…απέλπιδες ανθρακωρύχοι, ανόσιοι τυμβωρύχοι, σκαπανείς”. Ένα κλίμα διάψευσης. Η σύγχρονη πραγματικότητα που υποκλέβει τις ελπίδες μας και καταλύει τα όνειρα μας; Σε ποιο σημείο υπάρχει το αναπόδραστο κομμάτι εγκλωβισμού;
Θα έλεγα ότι όχι μόνον η σύγχρονη πραγματικότητα υποκλέβει τις ελπίδες μας, αλλά όλη η πορεία μας ως ανθρώπινα όντα είναι μία μάταιη και ατέρμονη προσπάθεια να βρούμε το έρμα, τον μίτο, το νόημα, την απογείωση, την θέωση. Ο εγκλωβισμός έγκειται στο ότι ενώ γεννηθήκαμε με την ικανότητα να δημιουργούμε την ομορφιά, να την μοιραζόμαστε και να την κοινωνούμε, όλη η ζωή μας εκτυλίσσεται ανάμεσα στην ημερομηνία γέννησης και την ημερομηνία του θανάτου μας. Ακόμα και ο έρωτας διαρκεί όσο μία εισπνοή και μία εκπνοή. Δεν υπάρχει τίποτε πιο αναπόδραστο από τον θάνατο και όλη η προσπάθεια αυτού του δίποδου έλλογου όντος που ξαφνικά όρθωσε το ανάστημά του και τόλμησε να χαράξει τέχνη στην σπηλιά είναι να αντιπαραθέσει την ομορφιά, την ποίηση, την ζωγραφική, τον έρωτα για να νικήσει τον θάνατο.
- «Ποιητής δεν είναι ο εμπνευσμένος, είναι εκείνος που εμπνέει», λέει κάπου ο Πωλ Ελυαρ. Εσείς πως ορίζετε την θέση του ποιητή;
Είναι ένας άνθρωπος που ακροβατεί ανάμεσα στην λογική και στην τρέλα. Επισκέπτεται άγνωστους τόπους, μιλάει ανείπωτες γλώσσες, είναι ένα δέντρο που οι ρίζες του βουτούν στο παρελθόν, τα φύλλα του είναι ευαίσθητα και απορροφούν τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος, τα κλαδιά του τείνουν προς το μέλλον. Είναι πάντα μόνος και έρημος. Πάντα κάτι χάνει, ποτέ δεν είναι εκεί που θα έπρεπε, γλιστρά συνέχεια στα διάκενα, ποτέ στο τώρα ούτε στο πουθενά, λαχταράει το παντού, τον τρέφει το καθόλου. Ερωτεύεται με απόγνωση, ποτέ όμως ανθρώπους. Είναι πλάσμα υβριδικό και αμφίβιο. Δεν εμπνέεται, ούτε εμπνέει. Απλώς αναπνέει με τον μόνο τρόπο που γνωρίζει. Γράφοντας.
- Σε χρόνους αντιποιητικούς η ποίηση είναι καταφύγιο πολλών στοχαστών κι όχι μόνο. Ένας τόπος που είχε τόσες διακρίσεις κατά το παρελθόν πως έφτασε να ‘ναι τόσο αντιποιητικός;
Δεν πιστεύω ότι υπάρχουν χρόνοι και τόποι αντιποιητικοί. “Ήταν τα καλύτερα χρόνια, ήταν τα χειρότερα χρόνια, ήταν η εποχή της σοφίας, ήταν η εποχή της ηλιθιότητας, ήταν ο καιρός της πίστης, ήταν ο καιρός της δυσπιστίας, ήταν η περίοδος του φωτός, ήταν η περίοδος του σκοταδιού, λέει ο Ντίκενς για την εποχή του που δεν διαφέρει και τόσο από την δική μας. Ακόμα και στις πιο αντιποιητικές εποχές και κάτω από τις πιο αντιποιητικές συνθήκες, στο καθεστώς μίας κρίσης κυρίως πνευματικής και αξιακής υπάρχουν πυρήνες ποίησης, μικρά μπουμπούκια που σκαν γύρω μας και μας υπενθυμίζουν ότι μέσα στο πιο μαύρο σκοτάδι κρύβεται το πιο λαμπερό φως.
- Μετά από τόσες ποιητικές συνθέσεις νιώσατε ότι η ποίηση σας υφάρπαξε στον δικό της δρόμο μην έχοντας επιλογές;
Η ποίησή μου έχει μία αυτονομία, δρα χωρίς την θέληση ή την συγκατάθεσή μου τις περισσότερες φορές. Για παράδειγμα υπάρχουν διαστήματα που καραδοκεί και αναδιπλώνεται, εφησυχάζω και στρέφομαι στο πεζό και τότε τινάζεται και με διεκδικεί με τον πιο απόλυτο, τον πιο κανιβαλιστικό τρόπο. Σίγουρα λοιπόν βαδίζει στον δικό της δρόμο, ερήμην μου.
- Στην πραγματικότητα δεν ξέρω αν θα το έχω γράψει εγω ή κάποια άλλη. Έμμεσα πόσες φορές έχετε αισθανθεί καθοδηγούμενη από μια άλλη πτυχή του εαυτού σας;
Πάντα όταν γράφω. Αυτό το «εγώ ένας άλλος» του Ρεμπώ, ο καθρέφτης του Μπόρχες, η Σκοτεινή Κυρία του Αργύρη Χιόνη, το alter ego που συνδέεται με έναν μαγικό ιστό με όλους τους ποιητές που υπήρξαν και θα υπάρξουν, αλλά και με όλα τα ποιήματα που γράφτηκαν και όλα αυτά που θα γραφτούν και ακόμα και με όλα αυτά που δεν θα γραφτούν ποτέ.
Η προσπάθεια μου από την αρχή της συγγραφής μου ως τώρα και στην ποίηση αλλά και στην ζωή μου είναι να ανατρέπω τα καλούπια
- Όταν αποχωρίζεστε έναν κύκλο σκέψης, ποια συναισθήματα αγκυλώνουν την ύπαρξη σας;
Ο πόνος της αποκόλλησης από τον προηγούμενο κύκλο σκέψης που συνοδεύεται και από ένα συναίσθημα απώλειας, ο φόβος να προχωρήσω σε καινούργιες ατραπούς και ταυτόχρονα η χαρά της εξέλιξης γιατί γνωρίζω καλά πως στασιμότητα σημαίνει θάνατος.
- Από την αρχή της συγγραφής μέχρι σήμερα σε ποια ποιητικά «καλούπια» νιώσατε περισσότερη ασφάλεια;
Μου συμβαίνει το εξής περίεργο. Δεν νιώθω ασφάλεια με τα καλούπια, αντίθετα με στενεύουν αφόρητα όπως μικρότερο νούμερο καλογυαλισμένων λουστρινιών. Η προσπάθεια μου από την αρχή της συγγραφής μου ως τώρα και στην ποίηση αλλά και στην ζωή μου είναι να ανατρέπω τα καλούπια και αυτό αν θέλετε είναι και το προσωπικό μου στοίχημα.
- Κλείνοντας θα θέλα να κάνετε μια ευχή που να ισορροπεί την φαντασία με τον ρεαλισμό.
Θα ήθελα να απαντούσα συχνότερα σε συνεντεύξεις σαν αυτή.
Σας ευχαριστώ πολύ αρχικά για τα καλά σας λόγια κι για τις ποιητικές συγκινήσεις που μου χαρίσατε με μια ακόμη συλλογή σας
Το βιβλίο “Το σημείωμα της οδού Ντεσπερέ” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις