Βραβευμένος με το κρατικό βραβείο διηγήματος,έχει μεταφραστεί σε 9 γλώσσες, ενώ πέρυσι του απονεμήθηκε το Λογοτεχνικό Βραβείο Νέων Ευρωπαίων (Prix Littéraire des jeunes Européens). Η γραφή του Χρήστου Οικονόμου άλλωστε ξεχωρίζει. Διαβάστε τη συνέντευξη που μου παραχώρησε πριν λίγο καιρό.
Ο βραβευμένος συγγραφέας Χρήστος Οικονόμου μόνο στο The Look.Gr
- Ποιες είναι οι κόρες του Ηφαιστείου και πως ήταν οι μέρες από τη… γνωριμία μέχρι την αποτύπωσή τους στο χαρτί;
Οι «Κόρες του Ηφαιστείου» είναι το τέταρτο βιβλίο μου. Είναι μια συλλογή διηγημάτων, όπου τα βασικά πρόσωπα είναι, κατά κύριο λόγο, γυναίκες, που συνδέονται μεταξύ τους με ορατά ή αόρατα νήματα. Θα έλεγα ότι είναι ένας κύκλος «ακριτικών» ιστοριών, με την έννοια ότι προσπάθησα να καταγράψω στιγμιότυπα από τη ζωή και τα κατορθώματα «διγενών» πλασμάτων που ζουν στα σύνορα του πραγματικού κόσμου με άλλους, ενδεχομένως λιγότερο πραγματικούς αλλά όχι λιγότερο αληθινούς κόσμους. Το βιβλίο αυτό, όπως και τα προηγούμενά μου, γεννήθηκε «εν κινήσει»—το έγραψα, δηλαδή, καθώς το έγραφα, γνωρίζοντας εκ των προτέρων πού (περίπου) πηγαίνω, αλλά χωρίς να είμαι σίγουρος από ποιον δρόμο θα φτάσω εκεί πού πηγαίνω.
- Σε ένα σας διήγημα αναφέρετε πως «η δουλειά του συγγραφέα είναι να προσπαθήσει να μιλήσει για το μέλλον», πιστεύετε δηλαδή πως ο συγγραφέας λειτουργεί ως άτυπος προφήτης;
Δεν ξέρω πώς λειτουργεί «ο συγγραφέας». Εκείνο που (νομίζω ότι) ξέρω, είναι ότι εγώ προσπαθώ να πάρω το ρίσκο να γράψω όχι μόνο για όσα συνέβησαν χθες ή συμβαίνουν σήμερα, αλλά και γι’ αυτά που θα συμβούν αύριο. Αυτό το κάνω επειδή, κατά τη γνώμη μου, το γράψιμο είναι, εκτός όλων των άλλων, μια διαρκής άσκηση (όχι επίδειξη) ευαισθησίας, οξυδέρκειας και υπομονής. Προσπαθείς ν’ ακούσεις και να δεις όλα όσα οι άλλοι δεν έχουν την υπομονή ν’ ακούσουν και να δουν. Προσπαθείς να μεταμορφώσεις την αλήθεια του σήμερα σε συνείδηση του αύριο. Προσπαθείς να συνειδητοποιήσεις ότι η λογοτεχνία δημιουργεί το νόημα, δεν το ανακαλύπτει.
- Ένα κοινό γνώρισμα που έχουν οι ηρωίδες του βιβλίου σας είναι ότι δεν συμβιβάζονται κι έχουν μέσα τους Πίστη και Ελπίδα «που γεννιέται από τη σύγκρουση της αλήθειας με τον εαυτό της», όπως αναφέρετε. Αλήθεια ο σοφός μύθος της Πανδώρας είναι η πανάκεια των προβλημάτων μας;
Ο μύθος της Πανδώρας έχει περισσότερες από μία αναγνώσεις, και μπορεί να ερμηνευτεί με περισσότερους από έναν τρόπους. Κοινή θεραπεία για τα προβλήματά μας δεν μπορεί να υπάρξει, διότι, απλούστατα, τα προβλήματά μας δεν είναι κοινά. Κοινή είναι μονάχα η ρίζα των προβλημάτων μας: θέλουμε να είμαστε ελεύθεροι και ευτυχισμένοι όσο είμαστε ζωντανοί, ενώ ξέρουμε πως η απόλυτη ελευθερία και η απόλυτη ευτυχία—δηλαδή η απόλυτη απουσία προβλημάτων—είναι ο θάνατος. Αυτή είναι η κορυφαία αντίφαση της ανθρώπινης ύπαρξης, η ουσία της ανθρώπινης τραγωδίας, η οποία, όπως όλες οι τραγωδίες, γεννιέται μέσα από τη σύγκρουση της αλήθειας με τον εαυτό της. Είναι αλήθεια πως είμαστε (ή γινόμαστε) άνθρωποι επειδή θέλουμε να είμαστε και ελεύθεροι και ευτυχισμένοι όσο είμαστε ζωντανοί, και είναι αλήθεια πως, όσο είμαστε ζωντανοί, δεν μπορούμε να είμαστε (ή να γίνουμε) ποτέ πραγματικά ελεύθεροι και πραγματικά ευτυχισμένοι. Ο άνθρωπος είναι άνθρωπος όσο είναι πρόβλημα. Η αγάπη, η ελπίδα, η πίστη, δεν λύνουν το πρόβλημα, το καθιστούν όμως λιγότερο συντριπτικό.
Το γράψιμο είναι μια διαρκής άσκηση ισορροπίας ανάμεσα στην άκρα ταπεινότητα και την ασυγκράτητη φιλοδοξία.
- «Που πάει όλος αυτός ο πόνος; Κάπου πρέπει να πηγαίνει, έτσι δεν είναι;». Εξαιρετικός στοχασμός! Αλήθεια, υποθετικά μιλώντας, που φαντάζεστε ότι διοχετεύονται όλες αυτές οι άσχημες ανθρώπινες απορροές;
Στις ιστορίες που λέμε και ακούμε. Η τέχνη, όποια μορφή και αν παίρνει, είναι, επί της ουσίας, μια αφήγηση. Η τέχνη, γενικότερα, και η λογοτεχνία, ειδικότερα, είναι ένας αναγκαίος περισπασμός, το παράθυρο που παλεύεις ν’ ανοίξεις στο μυαλό και στην καρδιά σου, προσδοκώντας ότι το φως της φαντασίας μπορεί να απαλύνει λίγο το σκοτάδι της πραγματικότητας.
Το χιούμορ είναι σχεδόν αδύνατον να ανθίσει επί ελληνικού εδάφους επειδή το καταπνίγει το πανίσχυρο ζιζάνιο της παρωδίας.
- Σε πολλά σημεία του βιβλίου σας οι ήρωες αναφέρουν μια σειρά από αποφθέγματα τα οποία χρωματίζονται έξυπνα μεν αφειδώς δε με το «μελάνι» της ειρωνείας. Θεωρείτε πως είμαστε ένας λαός που οι σοφίες μας συνοδεύουν αλλά μπορεί να είναι κενές περιεχομένου, τι ακριβώς αποσκοπείτε με αυτές τις αναφορές;
Η ειρωνεία (την οποία, ειδικά στις μέρες μας, πολλοί μπερδεύουν με τον κυνισμό και τον σαρκασμό) είναι μια από τις ζωτικότερες λειτουργίες του χιούμορ. Επειδή η δουλειά του συγγραφέα είναι να πλάθει μύθους, και επειδή κάθε μύθος περιέχει εξ ορισμού ένα επιμύθιο, κάποιο δίδαγμα δηλαδή, το χιούμορ και η (αυτο)ειρωνεία βοηθούν τον συγγραφέα να ξεπεράσει την ψευδαίσθηση ότι είναι κάτοχος μιας μοναδικής, ενιαίας και αδιαίρετης αλήθειας, την οποία αναλαμβάνει, ως άλλος Μωυσής, να αποκαλύψει στους ανυποψίαστους και πεπλανημένους κοινούς θνητούς. Παρά τις επιμέρους εξαιρέσεις, το χιούμορ είναι σχεδόν αδύνατον να ανθίσει επί ελληνικού εδάφους επειδή το καταπνίγει το πανίσχυρο ζιζάνιο της παρωδίας.
Νομίζω πως η παρωδία έχει τόση πέραση στη σύγχρονη Ελλάδα επειδή ταιριάζει πολύ σε μια κοινωνία που, σε γενικές γραμμές, αποστρέφεται την αυτοκριτική και τείνει να αναζητάει (και να δίνει) εύκολες απαντήσεις σε δύσκολα ερωτήματα. Μην πάτε μακριά όμως: Δείτε πώς η κρίση των τελευταίων ετών ξεκίνησε σαν τραγωδία για να καταλήξει, από πολλές απόψεις (όχι όλες, βέβαια), σε παρωδία, και μάλιστα με ευθύνη εκείνων που ισχυρίζονται ότι κατανόησαν την τραγικότητά της περισσότερο από τους υπόλοιπους.
- Κείμενα δουλεμένα στην εντέλεια, και οι λέξεις τόσο έξυπνα τοποθετημένες που να οδηγούν τον αναγνώστη, ως «υποχείριο», τρόπον τινά, στην συνειδητοποίηση του άμεσου σκοπού σας. Μια πρώτη προσωπική αποτύπωση της γραφής σας. Μιλήστε μας όμως λίγο για τον τρόπο που ξεδιπλώνετε τις ιστορίες σας και τι ακριβώς επιδιώκετε μέσα από τα κείμενα σας;
Δεν είμαι εγώ που ξεδιπλώνω τις ιστορίες, αλλά οι ιστορίες που ξεδιπλώνουν εμένα. Εννοώ ότι προσπαθώ να πιάσω, κάθε φορά, τον παλμό των προσώπων και των καταστάσεων, και να τον μεταδώσω στον αναγνώστη με όσο το δυνατόν πιο άμεσο, ειλικρινή, έντιμο τρόπο, έτσι ώστε να του προκαλέσω ένα αίσθημα διέγερσης, μια πνευματική και ψυχική ευφορία. Αυτή είναι η μοναδική επιδίωξή μου, συν του ότι προσπαθώ πάντοτε να είμαι δίκαιος απέναντι στις ηρωίδες και τους ήρωες μου—δηλαδή να γράφω τις ιστορίες τους όπως πρέπει, και όχι όπως θέλουν εκείνοι (ή όπως θέλω εγώ) να τις γράψω.
- Παρατηρώ τα τελευταία χρόνια νέοι συγγραφείς, νέοι κρίκοι της νεοελληνικής λογοτεχνίας, να κρατούν αποστάσεις από το λογοτεχνικό παρελθόν της χώρας, όταν κορωνίδες της λογοτεχνίας μας στέκονταν με ταπεινότητα μπροστά στα έργα για παράδειγμα του Σολωμού ή του Παπαδιαμάντη. Ποια είναι η άποψη σας και ποιες θεωρείτε ότι είναι πηγές που επηρέασαν το τρόπο γραφής σας;
Για τις απόψεις και τη στάση άλλων συγγραφέων, νέων ή παλαιότερων, πρέπει να ρωτήσετε τους ίδιους. Σε ό,τι με αφορά, το γράψιμο είναι μια διαρκής άσκηση ισορροπίας ανάμεσα στην άκρα ταπεινότητα και την ασυγκράτητη φιλοδοξία. Η ταπεινότητα σε βοηθάει να συνειδητοποιήσεις ότι τον δρόμο που ακολουθείς τον έχουν ανοίξει άλλοι, η φιλοδοξία σε σπρώχνει να συνεχίσεις να ανοίγεις δρόμο γι’ αυτούς που έρχονται πίσω.
- Αφορμής δοθείσης από το παραπάνω, σε κάποιο σημείο του βιβλίου σας αναφέρεστε με τεχνηέντως ειρωνικό πρόσωπο για τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής. Αναλύστε μας αν θέλετε λίγο παραπάνω τη θέση σας.
Δεν αναφέρομαι εγώ με ειρωνικό τρόπο στα σεμινάρια δημιουργικής γραφής, αλλά τα πρόσωπα στο συγκεκριμένο διήγημα. Υποθέτω ότι, στην καλύτερη περίπτωση, τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής μπορούν να σου μάθουν ότι οι κανόνες που διέπουν τη γραφή είναι εξίσου σημαντικοί με την παραβίασή τους. Από την πείρα μου, πάντως, μπορώ να πω ότι περισσότεροι άνθρωποι που παρακολουθούν τα συγκεκριμένα σεμινάρια, αργά ή γρήγορα καταλαβαίνουν ότι, αν θέλεις να ασχοληθείς σοβαρά με το γράψιμο, πρέπει πρώτα απ’ όλα να μάθεις να διαβάζεις.
- Τα διηγήματα σας βρίθουν κοινωνικών μηνυμάτων, έστω και καλυμμένα στο συγκεκριμένο βιβλίο, που ακροβατεί μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας. Γίνονται όμως κι εδώ αναφορές για ρατσιστική αντιμετώπιση από τον Νεοέλληνα(Η κόρη του Ηφαιστείου), για την πνευματική αποκοίμηση μέσα από τα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (Μη φοβάσαι, δεν έγινες ακόμα γυναίκα). Ασφαλώς και δεν είναι απλά μηνύματα, αλλά δείχνουν ένα εναγώνιο τρόπο επικοινωνίας και εξεύρεσης συμμάχων για αλλαγή προοπτικής. Που νομίζετε ότι σκοντάφτουμε και μπαίνουμε σε πιο συντηρητικά μονοπάτια θέασης των κοινωνικών μας προβλημάτων;
Όπως έχω πει πολλές φορές, δεν με ενδιαφέρει καθόλου η αποστολή (κοινωνικών ή άλλων) μηνυμάτων. Για να στείλεις μηνύματα (ή, πολύ περισσότερο, για να προσπαθήσεις να αναζητήσεις συμμάχους), σημαίνει ότι έχεις λίγο-πολύ κατασταλαγμένες απόψεις και οριοθετημένες ιδέες. Με εμένα δεν συμβαίνει αυτό—εννοώ ότι οι αμφιβολίες και οι αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν τον τρόπο με τον οποίο σκέφτομαι και βλέπω τα πράγματα είναι απείρως περισσότερες—και ισχυρότερες—από τις όποιες βεβαιότητές μου.
Ένα από τα πράγματα που με συναρπάζουν στη λογοτεχνία είναι ότι, κάθε ιστορία που γράφεις ή διαβάζεις, σου δίνει την ευκαιρία να βγεις (προσωρινά έστω) από τον εαυτό σου, να γίνεις κάποιος άλλος, να κάνεις κάτι άλλο, να πας κάπου αλλού—να αποκτήσεις ένα καινούργιο βλέμμα, που μπορεί να σε κάνει να δεις τον εαυτό σου, τον κόσμο και τους άλλους ανθρώπους από μια γωνία διαφορετική από εκείνη που έχεις συνηθίσει μέχρι τώρα να τους βλέπεις.
Και επειδή στην ερώτησή σας αναφέρεστε στον συντηρητισμό, για μένα δεν υπάρχει τίποτα πιο συντηρητικό από το γράφεις αναζητώντας απλώς «ομοϊδεάτες» αναγνώστες και να διαβάζεις αναζητώντας απλώς «ομοϊδεάτες» συγγραφείς. Σε ό,τι αφορά το ευρύτερο πλαίσιο: Η ιστορία έχει δείξει ότι η στροφή στον συντηρητισμό εκδηλώνεται, συνήθως, σαν αντίδραση απέναντι στον φόβο του αγνώστου και της αβεβαιότητας. Οι ακραίες καταστάσεις προκαλούν ακραίες αντιδράσεις. Και μπορεί η καταδίκη των ακραίων αντιδράσεων να είναι επιβεβλημένη, αλλά από μόνη της δεν αρκεί για να αντιμετωπιστούν τα αίτια της συντηρητικής στροφής. Με απλά λόγια: Το να κατηγορείς τους φοβισμένους επειδή φοβούνται, είναι πιο εύκολο (και, κάποιες φορές, πιο βολικό) από το να κάνεις κάτι για να πάψουν να φοβούνται.
- Σε ένα σας διήγημα, μια Κόρη του Ηφαιστείου, λέει ένα παράξενο παραμύθι στον άρρωστο άνθρωπο που συνοδεύει, δημιουργώντας μια ποικιλία συναισθημάτων, από αγωνία και γέλιο μέχρι προβληματισμό. Τελικά γιατί σε όλους μας, και σε μεγάλη ακόμα ηλικία το παραμύθι ασκεί τόση επιρροή; Θεωρείτε πως απορρέει από τον γνωστό σεφερικό στίχο;
Τα παραμύθια μάς βοηθάνε να δώσουμε πρόσωπο στο σκοτάδι και να το κάνουμε λιγότερο τρομακτικό.
- Το επόμενο σας συγγραφικό ταξίδι έχει ξεκινήσει;
Θα δούμε—προς το παρόν, φτιάχνω ακόμα τις βαλίτσες.
-Σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη κουβέντα και να ευχηθώ κάθε σας συγγραφική απόπειρα να ολοκληρώνει με επιτυχία ένα μέρος του συγγραφικού σας ταξιδιού.
-Σας ευχαριστώ κι εγώ
Το τελευταίο βιβλίο του Χρήστου Οικονόμου “Οι κόρες του Ηφαιστείου” κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις