Η ζωή μιας τολμηρής και ξεχωριστής γυναίκας στην ταραγμένη εποχή του Εθνικού Διχασμού και των μετέπειτα χρόνων, η οποία δε θα διστάσει να απαρνηθεί τα προνόμια της κοινωνικής της θέσης και να πάει κόντρα στα επικρατούντα ήθη, ακολουθώντας τα προστάγματα της καρδιάς της.
Το The Look.Gr συναντά την αγαπημένη συγγραφέα χιλιάδων αναγνωστών Σόφη Θεοδωρίδου! Αφορμή το τελευταίο της βιβλίο “Η Αγαπητικιά” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Μιλήσαμε για τον τρόπο γραφής της και το “χτίσιμο” των κειμένων της, ενώ το ιστορικό περίβλημα του μυθιστορήματός της έδωσε το έναυσμα να περάσουμε και σε ζητήματα που ταλανίζουν αυτό τον τόπο.
Μια συνέντευξη που αποκρυπτογραφεί πλευρές της συγγραφέως. Η μοναδική Σόφη Θεοδωρίδου έρχεται στο The Look.Gr!
- Η ιδέα ενός ιστορικού μυθιστορήματος ενταγμένο στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο ήταν επιθυμία χρόνων ή απλά συνέβη;
Ποτέ δε γεννιέται ένα βιβλίο, επειδή απλά συνέβη. Ήθελα εδώ και χρόνια να εξερευνήσω τούτη την περίοδο, για την οποία γενικώς γνωρίζουμε ελάχιστα –κι εγώ, το ομολογώ, πριν λίγα χρόνια. Μάντευα ωστόσο ότι θα είναι ένα δύσκολο εγχείρημα και ήταν όντως, τουλάχιστον για μένα που δεν είμαι ιστορικός. Θα έπρεπε λοιπόν να εμπεδώσω πρώτα προσωπικά τα γεγονότα, να τα κάνω κτήμα μου, ώστε να προσπαθήσω κατόπιν να τα εντάξω στη ζωή των ηρώων μου. Και η συγκεκριμένη εποχή είναι μια εποχή πολύ πυκνή σε γεγονότα σημαντικά, γεγονότα που επηρέασαν καταλυτικά τη μετέπειτα πορεία της χώρας.
- Στις πρώτες σελίδες του βιβλίου βλέπουμε σύσσωμη την αθηναϊκή κοινωνία εν μέσω επευφημιών να υποδέχονται τον νικητή βασιλιά Κωνσταντίνο, ενώ λίγα χρόνια μετά ουσιαστικά δραπέτευσε από την Ελλάδα. Την κίνηση του αυτή εκμεταλλεύτηκαν σίγουρα στα κατοπινά χρόνια πάρα πολλοί πολιτικοί… «άρχοντες». Τελικά πως γίνεται να γινόμαστε συνεχώς υποχείρια αυτών που περίτεχνα ασκούν την εξουσία;
Αν και στη συγκεκριμένη περίσταση ο βασιλιάς περιφρόνησε τη βούληση του λαού, δεν είναι από τα παράδοξα της ιστορίας λαοί να στηρίζουν, και μάλιστα με φανατισμό, τους σταυρωτές τους. Συνέβη συχνά στην ελληνική ιστορία αλλά και στην ιστορία άλλων λαών. Ο Κονδύλης φέρεται να έχει δηλώσει κυνικά πως, αν ήξερε πόσο εύκολα μπορεί να κυβερνηθεί ο ελληνικός λαός, δε θα περίμενε να γίνει στρατηγός, αλλά θα τον κυβερνούσε από λοχίας. Κι ο εθνικός μας ποιητής με πόνο ψυχής διαπιστώνει: «Δυστυχισμένε μου λαέ κι αγαπημένε. Πάντα ευκολόπιστε και πάντα προδομένε». Φυσικά δεν έχω απάντηση γι’ αυτήν την ιδιοτροπία της ιστορίας.
- Πως γεννήθηκε ο χαρακτήρας της ανυπόταχτης Ρόσας; Και τι ακριβώς επιδιώκετε εντάσσοντάς την στις αρχές του 20ου αιώνα;
Η ανυπόταχτη Ρόσα «γεννήθηκε» αυτοβούλως, όταν έγραφα το βιβλίο μου «Τα χρόνια της χαμένης αθωότητας». Αναδύθηκε την ώρα της συγγραφής – και σας ομολογώ ότι δεν είχε περάσει στιγμή απ’ το μυαλό μου ένας τέτοιος χαρακτήρας. Πήρε απ’ το χέρι μια από τις τότε ηρωίδες μου και την ξενάγησε στη ζωή της μέσα από τις φωτογραφίες που είχε πάνω στον κομό της, όπου έστεκε άλλοτε πλάι στον Βενιζέλο κι άλλοτε πλάι στον Κωνσταντίνο ως νεαρή κοπέλα τότε. Μια ζωή που εξελισσόταν στη σκληρή εποχή του Εθνικού Διχασμού, του Α’ Παγκόσμιου πολέμου και της Μικρασιατικής Καταστροφής, ιδωμένης όμως από την απόσταση της Αθήνας. Μάντεψα τότε ότι αυτή θα ήταν κι η δική μου οδηγός, όταν θα έφτανε η στιγμή να εξερευνήσω τα χρόνια εκείνα. Όσο για την πρόθεσή μου να αναφερθώ σ’ αυτά, εντάσσοντας την ηρωίδα μου στις αρχές του 20ού αιώνα, όπως σας εξήγησα και πιο πάνω, θεωρώ εξαιρετικά σημαντικά τα γεγονότα εκείνης της εποχής, γιατί κατά την άποψή μου ο τρομερός εκείνος εθνικός διχασμός μάς οδήγησε τελικά και στη μεγαλύτερη εθνική μας καταστροφή στον συγκεκριμένο αιώνα.
Συχνά η ζωή είναι μεγαλόψυχη και μας προσφέρει μια δεύτερη ευκαιρία και τότε μπορούμε να επανεκτιμήσουμε αυτά που χάσαμε. Άλλοτε πάλι είναι αμείλικτη…
- «Μόνο όταν έχει κερδίσει ο άνθρωπος κάτι που είχε χάσει είναι σε θέση να το εκτιμήσει απόλυτα», λέτε σε κάποιο σημείο του βιβλίου σας. Σε τι λοιπόν τρέφετε απόλυτη εκτίμηση;
Δεν αναφέρομαι σε κάτι συγκεκριμένο. Θα μπορούσε να είναι κάτι πολύ μικρό, όπως ο καθημερινός καφές με τους φίλους μας και η χαλαρή κουβέντα, που τα εκλαμβάνουμε ως δεδομένα, αλλά αν ανατραπεί η καθημερινότητά μας, τότε και μόνο τότε αναγνωρίζουμε την αξία τους· ή θα μπορούσε να είναι κάτι εξαιρετικά σημαντικό, όπως ο άνθρωπος που αγαπήσαμε και πιστεύουμε ότι τώρα δε μας εκφράζει, αλλά αν χαθεί ή κινδυνέψει να χαθεί, ως φυσική παρουσία εννοώ, αντιλαμβανόμαστε πόσο μεγάλο λάθος έχουμε κάνει. Ή η υγεία, μια ανατολή, ένα ηλιοβασίλεμα … Συχνά η ζωή είναι μεγαλόψυχη και μας προσφέρει μια δεύτερη ευκαιρία και τότε μπορούμε να επανεκτιμήσουμε αυτά που χάσαμε. Άλλοτε πάλι είναι αμείλικτη και δε μας προσφέρει μια τέτοια δυνατότητα.
- Ποιος χαρακτήρας του έργου σας, εξαιρώντας την Ρόσα, άλλαξε κατά τη διάρκεια της συγγραφής για χάρη του βιβλίου ή βελτιώθηκε ή απλά μειώθηκε η παρουσία του για χάρη της αφηγηματικής ροής;
Κανένας χαρακτήρας. Οι ήρωές μου είναι αυτόνομοι κι έχω συνηθίσει να τους ακολουθώ στα μονοπάτια ζωής τους κι όχι να τα προκαθορίζω εγώ.
- Ποιες αφηγηματικές μεθόδους εμπιστεύεστε περισσότερο στα κείμενα σας;
Αναφέρθηκα και πιο πάνω στο γεγονός ότι στη διάρκεια της συγγραφής ακολουθώ το ένστικτό μου, όπως στο πρώτο μου βιβλίο. Τίποτε δεν είναι προκαθορισμένο από πριν, το ίδιο και οι αφηγηματικές μέθοδοι. Αυθόρμητα επιλέγεται, επομένως, και ο τρόπος που θα «δώσω» την ιστορία στους αναγνώστες μου, όσο κι αν σας ξενίζει ενδεχομένως αυτό. Ωστόσο, φαίνεται να μου ταιριάζει περισσότερο η γραμμική αφήγηση.
- «Οι όρκοι των ανθρώπων δεν στάθηκαν ποτέ ικανοί ν’ αποτρέψουν τα μελλούμενα». Σαν να λέμε η πίστη της στιγμής σε αντιδιαστολή με την μοίρα ή τις τυχαίες συναντήσεις με το μέλλον. Αναλύστε περαιτέρω την άποψη σας με αφορμή την παραπάνω σκέψη σας.
Οι άνθρωποι ορκίζονται σε δεδομένη στιγμή, λησμονώντας πως είναι πράγματι δέσμιοι της μοίρας ή της τύχης ή της θείας θέλησης – επιλέγει καθένας ό,τι τον εκφράζει καλύτερα. Με αυτό ως δεδομένο, θα έλεγα πως είναι μια αφελής πράξη ο όρκος ή ίσως δείχνει απλώς τη διάθεσή μας τη συγκεκριμένη στιγμή, αφού τίποτε δεν εξαρτάται από τη θέλησή μας πέρα απ’ όσα θα μας επιτρέψει ο χρόνος. Το τυχαίο, το απρόβλεπτο υπερβαίνει τα ανθρώπινα μέτρα, γι’ αυτό και ορθά λέει ο λαός πως, όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια, ο θεός γελάει. Ακόμη και για το σύμπαν (κόσμος < τάξη, ευταξία, αρμονία) αναθεωρείται σήμερα η επιστημονική άποψη και ως βασικό του χαρακτηριστικό υιοθετείται η αταξία!
Το άρωμα της Αθήνας έχει θυσιαστεί στον βωμό της υποτιθέμενης εξέλιξης, η οποία και της τρώει εδώ και χρόνια τα σωθικά, μετατρέποντάς την σε μια απρόσωπη μεγαλούπολη.
- Οι σελίδες του βιβλίου σας αποπνέουν ένα άρωμα μιας αλλοτινής Αθήνας. Που πιστεύετε πως έχει χαθεί αυτή η μυρωδιά της πόλης; Ποιος αλήθεια είναι ο χειρότερος εχθρός της;
Έχει βουλιάξει μέσα στην τερατώδη ανάπτυξή της, στις πολυκατοικίες που αντικατέστησαν τις μικρές ολάνθιστες αυλές των σπιτιών, στις όμορφες ανθρώπινες σχέσεις που έδωσαν τη θέση τους στην ανωνυμία του μεγάλου πλήθους, στη μοναξιά της μεγαλούπολης, που τόσο παραστατικά την αποδίδει ο Αντώνης Σαμαράκης: «Ποτέ άλλοτε οι στέγες των ανθρώπων δεν ήταν τόσο κοντά η μία στην άλλη, όσο είναι σήμερα. Και ποτέ άλλοτε οι καρδιές των ανθρώπων δεν ήταν τόσο μακριά η μία από την άλλη, όσο είναι σήμερα». Το άρωμά της έχει θυσιαστεί στον βωμό της υποτιθέμενης εξέλιξης, η οποία και της τρώει εδώ και χρόνια τα σωθικά, μετατρέποντάς την σε μια απρόσωπη μεγαλούπολη.
- Όταν τελειώσατε το βιβλίο σας ποιο συναίσθημα κυριάρχησε έναντι των υπολοίπων;
Ικανοποίηση, αλλά και κάποια θλίψη που θα έπρεπε να αποχωριστώ τους ήρωές μου, ιδίως την κεντρική μου ηρωίδα, τη Ρόσα, η οποία με γοήτευσε εξαρχής.
- Η αναφορά σας στο τραγικό τέλος του Φειδία φέρνουν στο νου την ελυτική συλλογή «Ο μικρός Ναυτίλος», όπου ο ποιητής κατοικεί σε μια χώρα που έβγαινε από μια άλλη χώρα και την ονόμαζε κι αυτή Ελλάδα. Τελικά αυτή η χώρα πως γίνεται να υποσκάπτει τους ανθρώπους με Αξία που την αναδεικνύουν σαν τον αρχαίο Φειδία; Που εντοπίζετε την λανθασμένη ρότα που ακολουθεί ο τιμονιέρης;
Θα σας απαντήσω με μια στροφή από τους «Μοιραίους» του Βάρναλη: Φταίει το ζαβό το ριζικό μας! Φταίει ο θεός που μας μισεί! Φταίει το κεφάλι το κακό μας! Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί! Ποιος φταίει; Ποιος φταίει; Κανένα στόμαδεν το ’βρε και δεν το ’πε ακόμα.
- Ο επόμενη στάση φαίνεται στον ορίζοντα ή θεωρείτε πως η διαδρομή σας μέχρι τον επόμενο συγγραφικό σταθμό έχει ακόμη μέλλον;
Η επόμενη στάση είναι κιόλας εδώ. Σήμερα, πριν λίγο, ολοκλήρωσα το νέο μου συγγραφικό πόνημα κι ελπίζω να είναι μες στην επόμενη χρονιά στα χέρια των αναγνωστών μου.