Συναντήσαμε τον καταξιωμένο συγγραφέα κύριο Τάσο Καλούτσα με αφορμή το νέο του βιβλίο «Υπό το κράτος του τρόμου», μια σπάνια συλλογή διηγημάτων που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

–  Κύριε Καλούτσα, σας καλωσορίζω στο περιοδικό μας, The Look.Gr Χαιρόμαστε που μας δίδεται η ευκαιρία να συνομιλήσουμε με έναν σπουδαίο συγγραφέα όπως εσείς.

–  Ευχαριστώ πολύ. Καλώς σας βρίσκω…

 

 

  1. Οι 23 ιστορίες καθημερινότητας συντελούνται υπό το κράτος του τρόμου. Τι πιστεύετε πως μας τρομάζει περισσότερο στην Ελλάδα του 2018;

 

Aπ.: Καταρχάς μας τρομάζουν όσα συμβαίνουν γύρω μας και αναπαράγονται στεντορείως από τα ΜΜΕ και τα κάθε λογής media, οι παντοειδείς εκρήξεις βίας ή αυθαιρεσίας που τραυματίζουν και αποσυντονίζουν τον κοινωνικό ιστό, η προφανής αδυναμία μας τόσα χρόνια να επουλώσουμε τις πληγές μας και να βγούμε από την κρίση, η αβεβαιότητα και η έλλειψη πίστης σ’ ένα καλύτερο μέλλον… Το κυριότερο, ίσως: Το γεγονός ότι τα παιδιά μας θα δυσκολευτούν περισσότερο από μας, στη νέα εποχή. Πράγμα που, σε εθνικό επίπεδο, αντί για πρόοδο, σημαίνει βήματα προς τα πίσω!

 

  1. Πολλοί συγγραφείς προσπαθούν μέσω των κειμένων τους τη διαφυγή από την πραγματικότητα, εσείς αντίθετα αναφέρεστε στο τελευταίο σας βιβλίο στην ελληνική δύσκολη πραγματικότητα. Αποτελεί ανάγκη έκφρασης; Μιλήστε μας λίγο για την απόφασή σας αυτή.

 

Απ.: Μιλώ για την πραγματικότητα που βιώνω από πρώτο χέρι. Είμαι κι εγώ ένας απ’ όλους εμάς που προσπαθούμε ν’ αντιμετωπίσουμε τα καθημερινά μας προβλήματα. Ωστόσο η πραγματικότητα ενός βιβλίου πάντα διαφέρει, γιατί υπόκειται σε λογοτεχνική επεξεργασία – δεν είναι ρεπορτάζ. Ο συγγραφέας λειτουργεί ως διαμεσολαβητής ανάμεσα στην πρώτη ύλη που του προσφέρει η καθημερινότητα και κατά κάποιον τρόπο τη μετουσιώνει δημιουργικά και την ξορκίζει… Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να μη μεταφέρει τα πράγματα ως έχουν ή ότι τα απλά περιστατικά –παρά την αληθοφάνειά τους ή τη ρεαλιστική γλώσσα που χρησιμοποιεί– θα πάρουν μέσα στο κείμενο τις διαστάσεις που εκείνος επιθυμεί να τους δώσει. Εν ολίγοις, πρόκειται ουσιαστικά για «μίμηση» της αλήθειας, φτιάχνει δηλ. ο συγγραφέας μια «ψευδαίσθηση» του κόσμου επιστρατεύοντας τα μέσα που διαθέτει, ώστε να πετύχει όσο γίνεται καλύτερα το στόχο του και ν’ αναδείξει το βάθος του προβλήματος.

 

  1. Ο Αμερικανός συγγραφέας Κουρτ Βόνεγκατ κάπου λέει αναφερόμενος για την τεχνική του διηγήματος: «Φερθείτε σαδιστικά. Όσο γλυκείς και αθώοι και να ’ναι οι πρωταγωνιστές σας, κάντε να τους συμβούν φρικτά πράγματα, για να δει ο αναγνώστης από τι είναι φτιαγμένοι». Ως διηγηματογράφος συμμερίζεστε αυτήν την άποψη;

 

Απ.: Αυτό που ισχυρίζεται ο Βόνεγκατ αφορά προφανώς την αμερικανική πραγματικότητα και δεν ξέρω κατά πόσον μας ταιριάζει… Δεν μου έχει περάσει από το μυαλό να φερθώ «σαδιστικά» στους ήρωές μου. Όπως λέει κι ο Αλέξης Ζήρας (στο βιβλίο του Ένας Γραικός στα ξένα), στην Ευρώπη, απ’ τη στιγμή που ο Φλωμπέρ είπε εκείνη την περίφημη φράση του «Η μαντάμ Μποβαρύ είμ΄ εγώ!» συντελέστηκε, στη λογοτεχνία, η μετάβαση από έναν συγγραφέα-χειριστή των νημάτων που κινούν τα νευρόσπαστα της αφήγησης σ’ έναν συγγραφέα που είναι ο ίδιος μεταμορφωμένος σε νευρόσπαστο! Από κείνη τη στιγμή, θέλοντας και μη, συμπάσχει με τους ήρωες που έπλασε. Το αναφέρω απλά και μόνο επειδή η κριτική έχει παρατηρήσει μια τέτοια στάση στο έργο μου.

 

  1. «Φτάνει μια στιγμή που λες σώνει πια. Η μαυρίλα σε πνίγει». Η φράση βγαίνει από τα χείλη ενός ήρωά σας. Τα ανθρώπινα όρια, οι αντοχές μας, όταν ξεπεραστούν ως πού μπορούμε να φτάσουμε;

 

Απ.: Πού να ξέρει κανείς μέχρι πού μπορούν να φτάσουν τα όριά του; Είναι κάτι που το μαθαίνεις στην πορεία… Κατά κανόνα το γεγονός επιφέρει μια μεγάλη αλλαγή συμπεριφοράς. Πάντως ο ψυχικός κόσμος των ηρώων μου –αν υπονοείτε αυτό– είναι συνήθως εύθραυστος και… απρόβλεπτος. Και οι ψυχικές μεταπτώσεις τους συχνές, άλλοτε προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο…

 

  1. Σήμερα οι νέοι εγκαταλείπουν τα όνειρά τους, τα φυσικά τους ταλέντα εξαιτίας του αγώνα τους για επιβίωση. Σε ένα διήγημά σας μάλιστα ένας μετανάστης αναγκάζεται να δουλέψει για τα προς το ζην αφήνοντας το φυσικό ταλέντο του στην πάλη. Από την άλλη μια λαϊκή ρήση μιλά ότι το ταλέντο ενός ανθρώπου δεν χάνεται κι αργά ή γρήγορα θα φανεί. Η σύγχρονη πραγματικότητα αφήνει περιθώρια για κάτι τέτοιο;

 

Απ.: Ο συγκεκριμένος μετανάστης έχει μετατραπεί σε μουγκό σκλάβο για ένα κομμάτι ψωμί. Το φυσικό προσόν του δεν τον βοηθάει παρά περιστασιακά, επίσης για ψίχουλα δόξας. Η ανάγκη επιβίωσης στις μέρες μας κυβερνάει τις μοίρες όλων, πολύ περισσότερο των νέων, των προσφύγων και  μεταναστών. Μια χρήσιμη συμβουλή θα ήταν να μην εγκαταλείψουν τα όνειρά τους, αλλά εξαρτάται σε ποιον την απευθύνεις, τι ψυχικά αποθέματα έχει και πόσο θα βοηθήσει η τύχη σ’ αυτό.

 

 

 

  1. Ο Τάκης Σινόπουλος μιλώντας για τις λέξεις γράφει πως: «κάθε λέξη που γράφεις είναι συνένοχη με το νοηματικό περιεχόμενο όλου του κειμένου σου. Δεν υπάρχουν ελεύθερες λέξεις». Από την πρώτη σκέψη μέχρι την καταγραφή τους πώς λειτουργούν σε σας οι λέξεις;

 

Απ.: Ο Τ.Σ. εννοεί μάλλον πως κάθε λέξη έχει μέσα στο κείμενο τη βαρύτητά της και, σε αρμονικό συνδυασμό με τις άλλες γύρω της, βοηθά στην ανάδειξη του ακριβούς νοήματος που επιδιώκει να εκφράσει ο ποιητής ή ο συγγραφέας. Δεν είναι «ελεύθερη» ίσως γι’ αυτό τον λόγο, επειδή προφανώς είναι ενταγμένη σ’ αυτό τον σκοπό. Ο αγώνας για την έκφραση είναι συνεχής και η γλωσσική καλλιέργεια απαιτεί μόχθο. Εξάλλου, όπως έλεγε κι ο Σεφέρης «Η γλώσσα είναι το καλλιεργημένο κτήμα μας». Έτσι, ένα εξωτερικό γνώρισμα του λόγου (η λέξη) συμβάλλει αποτελεσματικά στην αποκάλυψη της εσώτερης ουσίας  του κειμένου. Χρειάζεται προσοχή, λοιπόν, στην επιλογή τους και σοφή ενορχήστρωση. Είναι σύνηθες σ’ εμένα να μην πολυεμπιστεύομαι τις πρώτες λέξεις (και τις πρώτες σκέψεις) που μου έρχονται στο μυαλό. Η όλη διαδικασία είναι επίπονη, με το αυτί συνέχεια κολλημένο στη γλώσσα των απλών ανθρώπων ή και το λεξικό στο χέρι.

 

  1. Το συνηθέστερο σύμπτωμα του καιρού μας είναι η εμμονή στη μοναχικότητα. Θεωρείτε ότι είναι απλά συνέπεια ή είναι ένα ακόμα πρόσχημα για να αποφύγουμε έναν διαφορετικό κόσμο που αλλάζει;

 

Απ.: Όταν η μοναχικότητα επιβάλλεται από δυσμενείς εξωτερικούς παράγοντες έχει οπωσδήποτε αρνητική φόρτιση, αποτελεί μια άσχημη συνέπεια κάποιων ιδιαίτερων συνθηκών και είναι σίγουρα ένα δύσκολο πρόβλημα που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Μπορείς ωστόσο, πιστεύω, αν βρεις την ψυχική δύναμη, να το ξεπεράσεις… Σε δύο τουλάχιστον από τα διηγήματά μου οι πρωταγωνιστές καταφέρνουν –με ορισμένο τίμημα ή κάνοντας μια πράξη υπέρβασης– ν’ αντισταθούν, αντιστρέφοντας την εις βάρος τους κατάσταση. Βρίσκουν έτσι τον τρόπο να μετατρέψουν την άρνηση σε κατάφαση, μεταδίδοντας ένα αισιόδοξο μήνυμα.

 

  1. Συμπληρώνοντας την παραπάνω ερώτηση, ένας ήρωάς σας μετά τον χαμό της γυναίκας του αυτοπεριθωριοποιείται. Πώς η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου μπορεί να γίνει αφορμή για μια νέα διεκδίκηση στη ζωή;

 

Απ.: Οπωσδήποτε η απώλεια θα παραμείνει απώλεια, ωστόσο η ζωή προχωράει, αν όχι στο επίπεδο αναπλήρωσης συντρόφου, τουλάχιστον στις λεπτομέρειες της καθημερινής διαβίωσης. Εκεί επωάζεται αχνά και το ενδεχόμενο της νέας διεκδίκησης. Αν θυμάστε, είναι μια ελάχιστη (όσο και απρόσμενη) πράξη προσφοράς που θα επηρεάσει θετικά την ψυχολογία του ήρωά μου, στερεώνοντας πάλι (έστω προσωρινά) την πεποίθηση μέσα του ότι δεν βρίσκεται στο περιθώριο.

 

Αυτό που γράφεις να σε καίει, να σε αφορά στο βαθύτερο είναι σου. Τότε, πιστεύω ξεπερνάς τη μετριότητα… 

 

  1. «Συνεργασία της φαντασίας ή της επινοητικότητας με τα δεδομένα της ζωής» φράση από ένα σας διήγημα για τη συλλογή υλικού ενός βιβλίου. Εσείς από πού, ως επί το πλείστον, αντλείτε το περιεχόμενο των διηγημάτων σας;

 

Απ.: Τα δεδομένα της ζωής μας είναι οι εμπειρίες και τα βιώματά μας, δηλ. η πρώτη ύλη που μας δίνει η δεξαμενή της πραγματικότητας. Κι έχει λεχθεί πως ο συγγραφέας είναι φύσει «αλκοολικός του βιώματος». Όμως, ξαναλέω, για να μεταπλαστεί αυτό το υλικό σε ιστορία, συνήθως επιστρατεύονται, πέραν της μνήμης,  τα δημιουργικά εργαλεία, της φαντασίας και της μυθοπλασίας. Όχι φυσικά για να πει ψέματα, το αντίθετο, για να νιώσει ελευθερία και να συναντηθεί με τον βαθύτερο εαυτό του, καθώς έχει απελευθερωθεί  και το υποσυνείδητό του. Το διήγημα στο οποίο αναφέρεστε έχει, θα έλεγα, σαν κεντρική ιδέα την αναζήτηση του συγγραφικού εγώ. Με άλλα λόγια: Αυτό που γράφεις να σε καίει, να σε αφορά στο βαθύτερο είναι σου. Τότε, πιστεύω ξεπερνάς τη μετριότητα… 

 

  1. Άνθρωποι και ζώα. Στον ελληνικό χώρο μπορεί να ευοδωθεί μια αρμονική συνύπαρξη ή θα πρέπει να υπάρχει πάντα ο φόβος κάποιας «κας Ωραιοζήλης» προς τιμωρία και συμμόρφωση;

 

Απ.: Πολύ ενδιαφέρουσα η σχέση ανθρώπων και ζώων, που λογοτεχνικά έχει καταγραφεί πολύ στοχαστικά στο βιβλίο Ελίζαμπεθ Κοστέλο του Τζ. Μ. Κούτσι. Σημειωτέον, υπάρχουν και αρκετά κείμενα Ελλήνων συγγραφέων που αναφέρονται με ιδιαίτερη τρυφερότητα (ή και σκληρότητα) σ’ αυτή τη σχέση. Εντούτοις στη χώρα μας έχει και τα σκοτεινά της σημεία. Που δεν διορθώνονται με έκτακτα μέτρα και τιμωρίες, χρειάζεται μακρόχρονη παιδεία. Αμφιβάλλω αν όλοι οι κάτοχοι ζώων τηρούν ή σέβονται τους κανόνες της συνύπαρξης, και τι να πει κανείς βέβαια για τις ασχήμιες που γίνονται κάθε τόσο γνωστές από τα μέσα ενημέρωσης. Παρ’ όλα αυτά έχω την εντύπωση ότι σήμερα ο βαθμός ευαισθησίας μας πάνω στο θέμα είναι υψηλότερος, έχουμε γίνει λιγότερο ανεκτικοί στη βαρβαρότητα.

 

  1. Εργαστήκατε για χρόνια στη μέση εκπαίδευση. Όλες αυτές οι «ελπιδοφόρες» εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις τι επέφεραν στο ελληνικό σχολείο;

 

Απ.: Πιστεύω στους «φωτισμένους» δασκάλους και λιγότερο στις διάφορες «εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις» που μεταβάλλονται κάθε φορά ανάλογα με τις διαθέσεις των κρατούντων. Οι ευσυνείδητοι, ενημερωμένοι και δημιουργικοί εκπαιδευτικοί που είναι σε θέση να εμπνεύσουν τα παιδιά, και κάνουν «έντιμα και καλά» τη δουλειά τους στηρίζουν, κατ΄ εμέ, όλο το σύστημα. Και βέβαια «μπροστάρηδες» υπήρξαν και υπάρχουν κι είναι τυχερά όσα παιδιά δέχτηκαν τη διδαχή τους. Όπως υπάρχουν κι εκείνοι που δεν νοιάζονται ούτε ενημερώνονται, οπότε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση δεν μπορεί να τους καταστήσει ωφέλιμους. Θυμάμαι κάποτε σε μια σύναξη εκπαιδευτικής –υποτίθεται– επιμόρφωσης που ήμουν παρών, ο Χριστιανόπουλος, αναφερόμενος σ’ αυτή την κατηγορία, τους αποκάλεσε «ντουβάρια», οπότε κάποιοι από τους συναδέλφους θεώρησαν ότι εθίγησαν και του επιτέθηκαν φραστικά, πολύ έντονα. Κι εσύ ποιος νομίζεις πως είσαι, και τι έχεις κάνει και τάχα τι είναι η Διαγώνιος… τέτοια του είπαν. Όταν αργότερα άδειασε η αίθουσα τον πλησίασα να του ζητήσω μια συγγνώμη για την προσβολή και το όλο απειλητικό σκηνικό, οπότε χωρίς να πει τίποτα, ατάραχος, με τράβηξε παράμερα προς το παράθυρο. Ήταν ένα ανοιξιάτικο απόγευμα και σ’ ένα χορταριασμένο πλάτωμα, απέναντι, τριγύριζαν μερικά προβατάκια. «Δες τα» μου είπε «πόσο αμέριμνα και ανυποψίαστα βόσκουνε στη λιακάδα!…»

 

  1. Το επόμενό σας συγγραφικό πόνημα το έχετε καθόλου στο μυαλό σας; Το νέο σας λογοτεχνικό μονοπάτι πού θα σας βγάλει πιστεύετε;

 

Απ.: Ως προς αυτό βρίσκομαι στην ίδια αμηχανία που βρισκόμουν πριν από μερικά χρόνια, όταν είχα τελειώσει το προηγούμενο βιβλίο μου. Οι ιστορίες σε περιμένουν να τις ανακαλύψεις, για να παραφράσω λίγο τον Ίαν Μακ Γιούαν. Έχω αρκετές στο μυαλό μου, αλλά πρέπει να ωριμάσει μέσα σου ο τρόπος να τις αφηγηθείς. Εκείνο το πώς που σε παιδεύει μοιάζει με τον κόμπο που λύνεται, όταν επιτέλους σημάνει η μαγική ώρα της σύνθεσης…

 

–  Σας ευχαριστώ πολύ για την όμορφη συζήτηση. Εύχομαι κάθε επιτυχία σε κάθε σας νέο εγχείρημα.

–  Κι εγώ σας ευχαριστώ για τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις

 

Το βιβλίο του κ. Τάσου Καλούτσα “Υπό το κράτος του τρόμου” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.