To Τhe Look.Gr συνάντησε έναν ξεχωριστό συγγραφέα με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο “Θα βοσκήσω το μαύρο” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Συνομιλήσαμε για το λαϊκό λόγο που κυριαρχεί στα κείμενα του και την τάση αποδόμησης οτιδήποτε λαϊκού στη σύγχρονη Ελλάδα, για την Ιστορία και τα γυρίσματά της και για το πνεύμα ανταρσίας που υπάρχει έκδηλα στον εθνικό μας χαρακτήρα. Γιατί “σε τούτο τον τόπο η πραγματικότητα υπάρχει πάνω στις συμφορές μας. Κι ας μην τις πράξαμε, κι ας μην ευθυνόμαστε εμείς γι’ αυτές”.
Ο συγγραφέας Θωμάς Ψύρρας έρχεται στο The Look.Gr
- Το νέο σας βιβλίο «Θα βοσκήσω το μαύρο» περιλαμβάνει 13 αφηγήματα που παραθέτουν ιστορίες ανθρώπων. Πώς προέκυψε η ιδέα;
Η λογοτεχνία πάντοτε μιλούσε και θα μιλά για ιστορίες ανθρώπων, σε σημείο η πεζογραφία να είναι τελικά ένα είδος βιο-γράφησης. Το βιβλίο μου δεν μπορούσε να ξεφύγει από αυτό τον κανόνα. Βιο-γραφώ λοιπόν ανθρώπους οι οποίοι έζησαν λογής μαύρες στιγμές της ιστορίας μας και μάλιστα στις αφηγήσεις τους αναστοχάζονται στο παρόν τα περασμένα δεινά. Συνεπώς η σχέση της βιογράφησης με τη μνήμη και τον αναστοχασμό των οικείων κακών είναι η κεντρική κινητήρια ιδέα του βιβλίου.
- Η ιστορία ενός ρεμπέτη σε ένα σας αφήγημα μου δίνει την αφορμή να σας ρωτήσω κατά πόσο πιστεύετε ότι η μουσική καθορίζει τη ζωή του Έλληνα από τη γέννησή του ως το «φευγιό»;
Η μουσική, η ποίηση, η τέχνη γενικά (και υπάρχουν στο βιβλίο πολλές αναφορές) δεν αφορά τη ζωή του Έλληνα μόνο. Αφορά κάθε άνθρωπο. Όλες οι μορφές τέχνης λειτουργούν δι’ ελέου και φόβου ώστε να αντέχουμε τα γυρίσματα της ζωής. Συμπυκνώνουν τα βιωμένα παθήματα και τελικά καθαίρουν τη συνείδηση των γεγονότων. Έτσι η αναφορά σε ένα τραγούδι ή σε ένα ποίημα γίνεται όχημα για να αποκτήσει ρυθμό η αφήγηση και να αποκτήσει οργανικό δέσιμο με το συναίσθημα και τον αναστοχασμό.
- «Βρε ξύλο παλιό, ξύλο γερό, ξύλο δίχως υγρασία. Αλλά να είναι από μεριά που να ’χει ακούσει νερό τρεχούμενο για να λαλεί γλυκά». Αυτές οι τρόπον τινά «λαϊκές σοφίες» μάς καθορίζουν ως έθνος. Σήμερα παρατηρείται το φαινόμενο αποδόμησης οτιδήποτε παραπέμπει σε λαϊκό κι όχι μόνο.
Προφανώς υπάρχει αυτή η τάση. Δεν νομίζω όμως ότι πρόκειται για κάτι που θα διαρκέσει. Η λαϊκή «σοφία», ο λαϊκός λόγος και ο λαϊκός τρόπος να αφηγηθείς μια ιστορία είναι –τουλάχιστο για μένα– μέγα σχολείο. Γι’ αυτό και στα διηγήματά μου κυριαρχούν απλοί άνθρωποι που συναντάμε στα καφενεία να αφηγούνται τα προσωπικά πάθη τους σαν παραμύθια. Η λαϊκή εκφορά του λόγου και ο ιδιαίτερος τρόπος να διηγείσαι μια ιστορία είναι ένα στοιχείο που ανέκαθεν με γοήτευε. Ακόμα κι αν κάποιος επιχειρούσε να αποδομήσει αυτό τον λόγο, πάλι θα ήταν εμμέσως υποχρεωμένος να πατήσει γερά πάνω του κι επομένως να τον χρησιμοποιήσει ως βασικό δομικό αφηγηματικό υλικό.
- Πέρα από τα greeklish τα τελευταία δύο χρόνια υπάρχει μέσα από διάφορες ομάδες το φαινόμενο της «στοχευμένης ανορθογραφίας». Πώς βλέπετε το όλο ζήτημα; Από πού πηγάζει; Το σχολείο έχει τις ευθύνες του;
Στην ερώτησή σας υπάρχουν δύο διαφορετικά πράγματα: η στοχευμένη ανορθογραφία και τα greeklish. Η στοχευμένη ανορθογραφία εφόσον υπηρετεί την τελική οργανική μορφή του κειμένου δεν αποτελεί πρόβλημα. Είναι τρόπος να μεταφερθούν και οπτικά χαρακτήρες και πολιτιστικές ιδιαιτερότητες. Π.χ. το να μεταφέρει ένας συγγραφέας με τις ανορθογραφίες την επιστολή ενός αγράμματου ήρωα εξυπηρετεί οπτικά τη συνολική εικόνα του συγκεκριμένου χαρακτήρα. Αυτό είναι επιθυμητό και «νόμιμο». Το φαινόμενο των greeklish είναι διαφορετικό. Καταρχάς δεν αφορά τη γλώσσα. Αφορά μόνο τη γραφή. Η γλώσσα δεν παθαίνει τίποτα από τα greeklish. Άλλωστε ένα από τα πρώτα ελληνικά κείµενα γραµµένα µε λατινικούς χαρακτήρες είναι η «Ερωφίλη» του Χορτάτση που συντέθηκε στα τέλη του 14ου αιώνα, εκδόθηκε το 1637 στη Βενετία και είναι γραμμένο µε λατινικούς χαρακτήρες!:
Μira cachi chie adidhichi, tiragnismeni mira
pia pathi apo ton Εrota, pies prichies dhen epira?…
Sti dohudepsi chie ci caimus micri perrisa ebica
c’ agapis ola ta caca chie pedhomes m’ eurica.
Η λατινική γραφή δεν το εμπόδισε να είναι μέγιστο μνημείο του νεοελληνικού λόγου. Άλλωστε με την εξάπλωση των ΗΥ και την ενσωμάτωση ελληνικών γραμματοσειρών το φαινόμενο υποχωρεί.
- Η μετανάστευση από την αρχαιότητα ως σήμερα. Ένας ήρωάς σας στην αναζήτηση ενός καλύτερου αύριο πηγαίνει στην Αμερική. Σήμερα στην Ελλάδα της κρίσης η Αμερική είναι ένας μόνος τόπος προορισμού για χιλιάδες ανέργους και δη πτυχιούχους. Ποια θεωρείται ότι είναι η πιο σημαντική αιτία αυτού του φαινομένου στη σύγχρονή του εκδοχή;
Ο ελληνισμός ανέκαθεν υπήρξε πολυτοπικός. Η μετανάστευση ήταν, είναι και θα είναι στοιχείο του ελληνικού κόσμου. Οι αιτίες ήταν η ανέχεια, η αναζήτηση εμπορικών δρόμων, οι βίαιοι ξεριζωμοί, η περιπέτεια του ταξιδιού κ.λπ. Ανάλογα με τις εποχές παρουσιάζονται επιμέρους μορφές «φευγιού» από την πατρίδα. Η τελευταία μετανάστευση προφανώς είναι αποτέλεσμα της κρίσης απασχόλησης στην Ελλάδα. Ωστόσο έχει εντελώς διαφορετικά ποιοτικά χαρακτηριστικά σε σχέση με τις προηγούμενες. Τώρα φεύγουν κυρίως οι μορφωμένοι, οι γλωσσομαθείς. Υπάρχει όμως και μια σημαντική ομάδα για την οποία δεν κάνουμε συχνά λόγο: είναι οι πενηντάρηδες που δίχως προσόντα και δίχως τη γνώση της ξένης γλώσσας μεταναστεύουν, μετατρέπονται σε «νεομετανάστες» και συνήθως καταλήγουν θύματα εκμετάλλευσης από ομοεθνείς παλαιότερους μετανάστες.
- Τα αφηγήματά σας έχουν μια πρωτοτυπία ως σύλληψη, μέσα από μια καθημερινή ιστορία μπλέκονται πρόσωπα και καταστάσεις της Ιστορίας μας με αριστοτεχνικό τρόπο. Ποιος ήταν ο τελικός στόχος του βιβλίου σας;
Η μεγάλη Ιστορία και τα γυρίσματά της αποτυπώνονται με διαφορετικό τρόπο στις ζωές και τις συνειδήσεις των ανθρώπων. Παλαιά γεγονότα και επιλογές επηρεάζουν τις ζωές ακόμα κι όσων δεν έζησαν τα γεγονότα καθ’ εαυτά. Για παράδειγμα ο εμφύλιος δεν αφορά την πρώτη μεταπολεμική γενιά, σημάδεψε ανεξίτηλα και τις ζωές, τις ιδεολογικές επιλογές και τη δράση ανθρώπων που δεν τον έζησαν αλλά τον υπέστησαν. Η ιστορική μνήμη σημαδεύει. Η Ιστορία και η ιστορία του καθενός είναι υλικό προς προσωπική διαχείριση. Ο δε τρόπος που ο καθένας θα τη διαχειριστεί γίνεται μια αθέλητη αναμέτρηση με το παρελθόν που καθορίζει τις τωρινές στάσεις. Όταν «βόσκεις» στο μαύρο της Ιστορίας αναμετριέσαι με τον συλλογικό εαυτό. Εκεί γεννιέται και η επιθυμία της αναστοχασμένης αφήγησης.
- Με αφορμή την παραπάνω ερώτηση και τα λόγια μιας συνταξιούχου δασκάλας που εμφανίζεται σε ένα σας αφήγημα, θέλω να σας ρωτήσω για την Ιστορία και τον τρόπο που διδάσκεται. Η δασκάλα στο αφήγημά σας λέει ότι αν συγκεντρώνονταν όλες οι αφηγήσεις ο Έλληνας θα ένιωθε καλύτερα το παρελθόν του. Ως φιλόλογος τι πιστεύετε;
Πριν από τη διδασκαλία της επίσημης Ιστορίας που αναλαμβάνει (με όποιον τρόπο) το ελληνικό σχολείο, υπάρχει η μετάγγιση της βιωμένης οικογενειακής ιστορίας. Η ερώτηση «τι έκανες στον πόλεμο, παππού;» είναι το πρώτο και το πλέον ουσιαστικό βήμα ιστορικής παίδευσης, δηλαδή της σχέσης με το ιστορικό παρελθόν. Όταν δεν υπάρξει αυτό το βήμα (γιατί πλέον οι παππούδες και οι γονείς μιλούν ελάχιστα στα παιδιά τους), η διδασκαλία της Ιστορίας στο σχολείο απομένει μετέωρη. Δεν υπάρχει η επιθυμία του παρελθόντος! Κι έτσι η νεότερη γενιά απομένει να ζει στην επιδερμίδα της πραγματικότητας. Αυτό είναι μέγιστο πρόβλημα.
- Οι πολιτικές συζητήσεις κατά κόρον, αλλά και οι αθλητικές διενέξεις ανέκαθεν αποτελούσαν σημείο τριβής στις κοινωνικές – οικογενειακές μας συγκεντρώσεις. Πού εντοπίζετε αυτό το φαινόμενο;
Είμαστε ένας λαός που διατηρούμε μια αμφιλεγόμενη σχέση με την εξουσία. Από τη μια αναγνωρίζουμε ότι η εξουσία και η ενάσκησή της είναι καθοριστική για τη ζωή μας, επειδή ο συγκεντρωτισμός της καθορίζει πολλές πλευρές της ζωής μας, και ταυτόχρονα δεν την αναγνωρίζουμε ως κυρίαρχη στη ζωή μας, μια και έχουμε αναπτύξει εναλλακτικά ισχυρά δίκτυα (οικογένεια, σόγια, δίκτυα συμπατριωτών κ.λπ). Μοιραία λοιπόν συζητάμε για την πολιτική, ασκούμε μόνιμα επιθετική κριτική, κι αναζητούμε μέσα σ’ αυτά να οριοθετήσουμε ένα «εμείς» σε αντίθεση με τους «άλλους», όποιοι κι αν είναι αυτοί. Η «διένεξη» και η φραστική «αγανάκτηση» είναι τρόπος ύπαρξης που ταιριάζει με το πνεύμα ανταρσίας με το οποίο πλάθεται ο εθνικός μας χαρακτήρας.
- Μια από τις ορμές, σύμφωνα με τον Καζαντζάκη, είναι η πείνα: να απλώσει (ο άνθρωπος) όσο μπορεί γύρω του τη δύναμή του ν’ αρπάξει, να κατακτήσει, να κάμει δικό του, να φάει. Η σημερινή πραγματικότητα το καταδεικνύει ολότελα. Τι έχει χαθεί τελικά από τον άνθρωπο; Το ζωώδες ένστικτό του δεν χάνεται όση παιδεία κι αν κουβαλά;
Η παιδεία είναι η μόνη μας δυνατότητα -γιατί δεν ξέρω αν υπάρχει άλλος τρόπος- να τιθασεύσεις ή μάλλον να μεταλλάξεις το ένστικτο και να το στείλεις να κυλά σε κοίτες δημιουργικές και κοινωνικές.
- Αναδρομικά αν κοιτάξουμε, αυτός ο τόπος δεν ηρέμησε ποτέ, είναι γεμάτος αναταράξεις ή όπως εύστοχα διαπιστώνετε η πραγματικότητά μας υπάρχει πάνω στις συμφορές μας. Πού εντοπίζετε αυτή τη συνεχή αναταραχή; Οφείλεται αποκλειστικά σε μας;
Ανέκαθεν ήμασταν «ανάμεσα». Ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, ανάμεσα στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή, ανάμεσα στην Ευρώπη και την καθ” ημάς Ανατολή, ανάμεσα στην ένδοξη κλασική αρχαιότητα και τον ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό… Είναι η θέση μας τέτοια που η γεωπολιτική μάς καθορίζει πολιτισμικά και πολιτικά. Και ταυτόχρονα είναι και η εθνική μας αδυναμία να ξεκαθαρίσουμε την ταυτότητα και τη θέση μας στον σύγχρονο κόσμο. Είμαστε διαρκώς εντός, εκτός και επί τα αυτά. Και το γεγονός ότι δεν έχουμε καταφέρει να λύσουμε εδώ και διακόσια χρόνια τα ζητήματα της νεοελληνικής ιδιοπροσωπίας, δημιουργεί αναταράξεις και λογής επιμέρους συγκρούσεις και ασυνεννοησίες.
- «Είναι δυνατό να ονειρεύεσαι τη σιωπή;… με σημάδεψε η σιωπή!» Δύο φράσεις εξαιρετικής σύλληψης. Πόση δύναμη πιστεύετε ότι έχει η σιωπή;
Θα σας απαντήσω με τα λόγια δύο σοφών:
Ή πρέπει να σιωπήσεις ή να πεις κάτι καλύτερο από τη σιωπή. (Πυθαγόρας)
Για όσα δεν μπορούμε να μιλήσουμε, καλύτερα να μένουμε σιωπηλοί. (Λούντβιχ Βιτγκενστάιν)
Αυτά συμπυκνώνουν το δράμα του κάθε συνειδητού δημιουργού. Να σιωπήσει ή να μιλήσει; Πάντως η σιωπή είναι το υλικό που πήζει τη γραφή.
- Κλείνοντας θα ’θελα να μας αποκαλύψετε ποιες είναι οι προσδοκίες σας για το βιβλίο, αλλά και για τα άμεσα σχέδιά σας.
Έχω ετοιμάσει ήδη μια μετάφραση της Ηλέκτρας του Ευριπίδη και τελειώνω ένα αφήγημα (μια δικαστική περιπέτεια) και ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Καλά να είμαστε και σύντομα θα πάρουν τον εκδοτικό τους δρόμο.
Το βιβλίο του Θωμά Ψύρρα “Θα βοσκήσω το μαύρο” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο