“Μόχθησε, έγραψε, παρήγαγε σκέψεις, ιδέες, ενέπνευσε…Σε αντίθεση με τους ηθικολόγους υβριστές του- που τον λασπολογούν ακόμη και σήμερα, τους επιδειξίες χριστιανούς που τον καταριούνται, τους πατριδοκάπηλους που φανατίζουν τον ευκολόπιστο λαό για προσωπικά οφέλη…Ο Καζαντζάκης θα μείνει στην παγκόσμια ιστορία, όχι μόνο στην ελληνική. Οι επικριτές του θα πεταχτούν στον τενεκέ της Ιστορίας και θα τους συντροφεύει για πάντα η δυσοσμία του βρώμικου μυαλού τους”

 

Ο Ανεπιθυμητός Νεκρός” του Γιώργου Πράτανου, που κυκλοφορεί  από τις εκδόσεις Διόπτρα αποτελεί ένα από τα μυθιστορήματα- έκπληξη της χρονιάς. Ένα βιβλίο- φόρος τιμής για τις πρώτες μέρες της “αναχώρησης” του μεγάλου δημιουργού που παράλληλα ξεσκεπάζει  τις μελανές στιγμές της χρόνιας ελληνικής παθογένειας. 

Συνάντησα τον Γιώργο Πράτανο και μιλήσαμε για τις μέρες έμπνευσης αλλά και τις “ανέμπνευστες νύχτες” του, την ενδελεχή του έρευνα και την αγωνία του μέχρι την ολοκλήρωση του λογοτεχνικού του άθλου. Για ζητήματα δημοσιογραφίας και τον ρόλο της θρησκευτικής και πνευματικής εξουσίας ως, εν κρυπτώ, φερέφωνα  του Κράτους, που καθορίζουν εν πολλοίς την κοινή γνώμη. 

Μια άκρως δελεαστική συνέντευξη που με αφορμή το βιβλίο, ξεδιπλώνει όψεις της ελληνικής πραγματικότητας του τότε και του σήμερα. 

 

 

1.  Ποιο ήταν το έναυσμα να ασχοληθείτε στο βιβλίο σας «Ο ανεπιθύμητος νεκρός» με τo θάνατο του Νίκου Καζαντζάκη;

Μια συζήτηση με τον Σωτήρη Χατζάκη, εκεί που του διηγήθηκα την ιστορία των όσων συνέβησαν στις δέκα ημέρες που έμεινε άθαφτος ο Νίκος Καζαντζάκης. Μου ζήτησε να του του το γράψω για να το κάνει παράσταση. Φυσικά και ήμουν επιφυλακτικός αφού δεν είχα δοκιμάσει ποτέ κάτι ανάλογο. Μέσα μου βέβαια σιγόβραζε η επιθυμία, η πρόκληση να αναμετρηθώ με κάτι πολύ μεγαλύτερο από τα όριά μου… Έτσι ξεκίνησα την έρευνα και λόγω της δημοσιογραφικής μου πείρας καταλάβαινα πως μπορούσα να ανταπεξέλθω. Όταν δοκίμασα να γράψω τα δύο πρώτα κεφάλαια το διάβαζα και το ξαναδιάβαζα… ήθελα να τσεκάρω αν σαν αναγνώστης θα μου άρεσε. Αράδα με την αράδα, κεφάλαιο με το κεφαλαίο, οικοδομήθηκε ένα μυθιστόρημα για το οποίο είμαι πολύ περήφανος.

 

 

 

2.  «Θα σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων», λέει ο αρχισυντάκτης Γ. Ανδρουλιδάκης στην είδηση του θανάτου. Σε τέτοιες εύθραυστες καταστάσεις πόσο δύσκολο και συνάμα επιδέξιο χειρισμό απαιτείται από έναν δημοσιογράφο; Στη δημοσιογραφική σας καριέρα έχει συμβεί κάτι ανάλογο που να έχρηζε λεπτών χειρισμών;

Φυσικά! Ζούμε σε ηλεκτρισμένες εποχές και υπάρχουν ομάδες που περιμένουν μια σπίθα για να βάλουν φωτιά. Δείτε για παράδειγμα τι συνέβη στην περίπτωση του Ζακ Κωστόπουλου… Ένας άνθρωπος που κάποιοι έσπευσαν να του αποδώσουν πολύ εύκολα «ταμπέλες» , για να ξεπλύνουν μια πράξη που εμπεριέχει σχεδόν όλα τα χαρακτηριστικά του λιντσαρίσματος. Είναι θλιβερό. Οι πιο έμπειροι δημοσιογράφοι γνωρίζουν πως το πρώτο πλασάρισμα μιας είδησης είναι εκείνο που θα μείνει στη μνήμη.

Μην ξεχνάμε άλλο ένα τραγικό γεγονός, αυτό στο Μάτι. Είχα το δυσάρεστο καθήκον να βρεθώ την επομένη εκεί καθώς αναζητούσα τους μάρτυρες της καταστροφής. Προσπάθησα να έχω ψύχραιμη ματιά. Κανείς δεν επιτρέπεται να παίζει με τα συναισθήματα των ανθρώπων που βίωσαν μια τραγωδία. Δουλειά του δημοσιογράφου είναι να δώσει την πραγματική διάσταση των γεγονότων για να μπορεί ο κόσμος να κατανοήσει τι έχει συμβεί με ορθή κρίση. Ξέρω, ακούγεται ρομαντικό, λίγο θεωρητικό, αλλά αυτή είναι η αποστολή του δημοσιογράφου. Η κριτική θα πρέπει να γίνεται αφού έχουν συγκεντρωθεί όλα εκείνα τα στοιχεία που βοηθούν στην «ανάγνωση» των γεγονότων. Το θλιβερό είναι πως η ατάκα «να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων» είναι ζητούμενο και όχι προφανές.

Θα ήθελα να αναφερθώ και σε ένα δικό μου λάθος, που δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω. Δούλευα σε ένα περιοδικό της Θεσσαλονίκης και ήταν η εβδομάδα ανάμεσα στα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά του 2004. Αν θυμάμαι καλά 27 Δεκεμβρίου… Κλείναμε τεύχος και τα ξένα media μετέδιδαν τις πρώτες εκτιμήσεις για το τσουνάμι στον Ινδικό Ωκεανό, που ήθελαν τους νεκρούς κοντά στις 15.000. Δεν είχα την εμπειρία να αντιληφθώ πως οι νεκροί θα ήταν 15 φορές περισσότερο. Όταν το περιοδικό κυκλοφόρησε ο αριθμός των νεκρών είχε φτάσει ήδη τις 200.000.

 

 

3.  «Ο Καμί, ο Καζαντζάκης, ο Σικελιανός…ζητούσαν αφτιά να ακουστούν, μυαλά να αντιληφθούν, καρδιές ευγενικές», σημειώνετε σε κάποιο σημείο του βιβλίου σας. Σε έναν κατοπινό «επισκέπτη» της ζωής, τι αισθήματα δημιουργεί η απαξίωση τέτοιων προσωπικοτήτων; Ποια η άποψη σας;

Είναι αυτό που πολλές φορές συμβαίνει στη ζωή: Έχεις μπροστά σου τη μεγάλη εικόνα και δεν κάνεις δύο βήματα πίσω για να τη δεις στην ολότητά της, αλλά παρατηρείς μόνο ένα κομμάτι της. Ευτυχώς για τον Καμί αναγνωρίστηκε εν ζωή, παρόλο που έζησε σχεδόν τα μισά χρόνια του Σικελιανού και του Καζαντζάκη. Οι δύο δικοί μας πέθαναν ο ένας ξεχασμένος και ο άλλος «εξόριστος». Φαντάζομαι πως εμείς, οι κατοπινοί, σκεφτόμαστε για τους παππούδες μας, «μα τι έκαναν τότε; Δεν καταλάβαιναν το μεγαλείο;». Για αυτό και ήθελα να γράψω αυτήν την ξεχασμένη ιστορία, για να μην κάνουμε και εμείς το ίδιο λάθος: Υπάρχουν Έλληνες αξίζουν της προσοχής μας, της αναγνώρισης και στην εποχή μας. Σε όλα τα επίπεδα. Αναφέρω χαρακτηριστικά τον Γιώργο Λάνθιμο και τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, δύο Έλληνες που κάνουν μεγάλη σταδιοδρομία στο εξωτερικό και αν παρέμεναν στη χώρα μας δεν είμαι σίγουρος τι θα πιστεύαμε για εκείνους.

 

 

…εκείνο που αν θέλετε με τρόμαζε πάντα και θα με συνεχίσει να με τρομάζει είναι εκείνοι οι άνθρωποι που κινούνται πέριξ της εξουσίας, η μη εκλεγμένοι, οι Βασιλικότεροι του Βασιλέως…

 

 

4.  Ένας λαοπρόβλητος ιεράρχης κι ένας σκληροπυρηνικός, από θέση ισχύος (Ακαδημαϊκός), λογοτέχνης-κριτικός δυναμιτίζουν το κλίμα εναντίον του Καζαντζάκη. Ποιες θεωρείτε ότι ήταν οι επιδιώξεις  του Επίσημου Κράτους και ποιος ο βαθύτερος λόγος που κινούνταν τόσο υποδόρια κάτω από ένα μαύρο ράσο και μια πένα;

Ο λόγος ήταν ξεκάθαρος: Ονομάζεται «δολοφονία χαρακτήρα» (character assassination). Η πλήρης και ολική απαξίωσή του σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού ήταν το ζητούμενο για εκείνους. Γνώριζαν πως ο Καζαντζάκης είχε γιγαντωθεί και πως, τα όσα πρέσβευε -η αξιοκρατία, η τιμιότητα, η ηθική ακεραιότητα, ήταν επικίνδυνα για εκείνους και τις θέσεις τους. Τι καλύτερο από το να χρησιμοποιηθεί η Εκκλησία και ένας αξιωματούχος του πνευματικού κόσμου στην επιχείρηση λάσπης; 

 

 

5.  Επίσημο κράτος και Εκκλησία. Οι δύο αδυσώπητοι εχθροί του Καζαντζάκη. Μετά από όλη αυτή την εργασία σας πάνω στην Καζαντζακική  πορεία, ποια η άποψη σας για τις δύο αυτές μορφές εξουσίας;

Φαντάζομαι πως λίγοι μπορεί να είναι ενθουσιασμένοι με τον τρόπο που διαχειρίστηκαν την εξουσία που κατείχαν οι ήρωες του μυθιστορήματος. Η εξουσία παίρνει τη μορφή και τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων που την κατέχουν. Η ίδια από μόνη της φέρνει μαζί της την αλαζονεία, την αμετροέπεια και την αναπόφευκτη πτώση. Μόνο κάποιοι σοφοί κρατούντες διαχειρίστηκαν την εξουσία με τρόπο τέτοιο που να τους θυμούνται για κάτι αξιομνημόνευτο. Οι περισσότεροι τη χρησιμοποίησαν προς όφελος συγκεκριμένων ομάδων που τους οδήγησαν στο κατώφλι της εξουσίας με σκοπό να ξεπληρώσουν το χρέος τους προς εκείνες. Μακάρι αυτές οι συγκεκριμένες ομάδες να προέρχονται από το λαό και όχι από κάποια συγκεκριμένα συμφέροντα. Αυτό, βέβαια, δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα, είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Εκείνο που αν θέλετε με τρόμαζε πάντα και θα με συνεχίσει να με τρομάζει είναι εκείνοι οι άνθρωποι που κινούνται πέριξ της εξουσίας, η μη εκλεγμένοι, οι Βασιλικότεροι του Βασιλέως, που έχουν μια προσωπική ατζέντα και κινούνται βάση αυτής. Μπορεί να γίνουν οι πιο επικίνδυνοι.

 

 

…θα πρέπει ο κάθε Έλληνας να κατανοήσει πως είναι άλλος του ο ρόλος ως μέλος του ποιμνίου και άλλο ως πολίτης και μέλος του εκλογικού σώματος

 

 

6.  Συνεχίζοντας την παραπάνω ερώτηση, στο κείμενο σας αναφέρετε και το γεγονός του αναθέματος του Ελευθερίου Βενιζέλου. Πέρασαν 100 και παραπάνω χρόνια από τότε αλλά και στις μέρες μας η Εκκλησία πρωτοστατεί-προκαλεί  σε ζητήματα που άπτονται των αρμοδιοτήτων της (πχ. Μακεδονικό). Πως κρίνετε τις πρόσφατες ενέργειες της;

Ας μην κρυβόμαστε, η επιρροή της Εκκλησίας στους πιστούς έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές από την ιεραρχία για να διαμορφώσει πολιτικές εξελίξεις και χρησιμοποιείται για να την καταστήσει προνομιούχο συνομιλητή της εκάστοτε κυβέρνησης. Φυσικά και δεν είναι ο ρόλος της αυτός και είναι εκνευριστικό όταν συμβαίνουν ωμές παρεμβάσεις στο κυβερνητικό έργο. Από την άλλη, ας μην ξεχνάμε πως υπάρχουν και εκείνοι οι πολιτικοί που προσεγγίζουν την Εκκλησία για να κερδίσουν την εύνοια ιερέων στήνοντας το προφίλ του ευσεβούς και θεοσεβούμενου πολιτικού. Όταν συμβαίνει αυτό, υπάρχουν αξιωματούχοι  ιερείς που με χαρά θα μπουν στο «κάδρο» πλάι στον πολιτικό που τους κάνει συμπαίκτες σε αυτό το παιχνίδι εξουσίας.

Δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε όμως και την ευθύνη που φέρει ο λαός, φυσικά… Σέβομαι τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, αναγνωρίζω την ανάγκη κάθε ανθρώπου να πιστέψει κάπου -ειδικά αν αυτή του η πίστη τον κάνει καλύτερο άνθρωπο στην κοινωνία. Όμως θα πρέπει ο κάθε Έλληνας να κατανοήσει πως είναι άλλος του ο ρόλος ως μέλος του ποιμνίου και άλλο ως πολίτης και μέλος του εκλογικού σώματος.

 

 

 

7.  Ελένη και Γαλάτεια Καζαντζάκη. Δυο γυναίκες εκ διαμέτρου αντίθετες με κοινή αφετηρία, τον Νίκο. Ποιες οι σκέψεις σας απέναντι σε αυτές τις δυο γυναικείες φιγούρες που «μάλαξαν», η καθεμιά με τον τρόπο της, την προσωπικότητα του Νίκου Καζαντζάκη;

Τις αγαπώ με έναν διαφορετικό τρόπο: Από τη μία ήταν η Γαλάτεια, ίσως ο πιο δυνατός έρωτας στη ζωή του Καζαντζάκη, λόγω του γεγονότος πως ήταν νεανικός. Όμως ο ανταγωνισμός μέσα στη σχέση έφερε αντιπαραθέσεις, καβγάδες, ζήλια. Με μια πιο προσεκτική ματιά αυτός ο ανταγωνισμός δεν έληξε ποτέ, ειδικά από την πλευρά της Γαλάτειας. Μπορεί να οδηγήθηκε σε αρκετές λανθασμένες αποφάσεις λόγω αυτής της ζήλειας, αλλά δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε τα όσα προσέφερε στο γυναικείο κίνημα, τους αγώνες της για τη χειραφέτηση των γυναικών, αλλά και κάποια από τα πνευματικά της έργα.

Από την άλλη, η Ελένη μοιάζει να ήταν η απάντηση στα δεινά που προκάλεσε η Γαλάτεια στον Καζαντζάκη. Εκείνος ώριμος, εκείνη μια νεαρή καλλονή που διψούσε για δράση και μάθηση. Ταίριαξαν υπέροχα, σαν το γάντι με το χέρι Αυτό που γνωρίζουμε σήμερα ως Νίκος Καζαντζάκης οφείλεται εν πολλοίς στην Ελένη. Εκείνη τον είχε οραματιστεί μυθιστοριογράφο, εκείνη τον πήγε στο συγκεκριμένο μονοπάτι.

Θεωρώ πως η Γαλάτεια τον σφυρηλάτησε και τους έδωσε μορφή, η Ελένη του χάρισε ψυχή και υπόσταση. 

 

 

8.  «Όμως τα λόγια δεν σήμαιναν τίποτα εκείνη τη στιγμή για την Ελένη. Σημασία είχε πως η φίλη της τα έκανε πράξη». Η φιλία είναι ένα κομβικό αίσθημα που διαπνέει το κείμενο σας, αλλά και ειδικότερα πιστός αρωγός της ζωής του Νίκου Καζαντζάκη. Στην συγκεκριμένη υπόθεση η φιλία πόσο καταλυτικός παράγοντας υπήρξε;

Είμαστε οι επιλογές των φίλων μας, λένε. Οι φιλίες του ζεύγους Καζαντζάκη ήταν δοκιμασμένες σε μη κανονικές συνθήκες. Σμιλεμένες ανάμεσα σε πολέμους και κατατρεγμούς, λίγοι και θαρραλέοι θα μπορούσαν να είναι κοντά στο ζεύγος τη στιγμή που ήταν στις μαύρες λίστες των κατόχων της εξουσίας. Άρα, οι φίλοι αυτοί δεν θα μπορούσαν να ήταν κάποια φοβικά ανθρωπάκια, το ακριβώς αντίθετο: Μοιράζονταν τα ίδια ιδανικά με το ζεύγος Καζαντζάκη.

Οι επιστολές που έχει στείλει σε φίλους είναι χιλιάδες, έχουμε αντλήσει πλούσια στοιχεία από αυτές κατά καιρούς. Εκεί φαίνεται πόσο ο Νίκος Καζαντζάκης νοιάζεται για τους φίλους του, δείχνει την αγάπη και το σεβασμό του. Θεωρώ τη φιλία ως το μέγιστο δώρο που μπορεί να προσφέρει ένας άνθρωπος στον άλλον. Είναι το όχημα για να πάει κανείς με τις λιγότερες δυνατές απώλειες στους τόπους που ονειρεύεται ο καθένας να βρεθεί.

 

 

9.  «Ο θάνατος προκαλεί ακραία συναισθήματα», λέτε σε ένα σημείο. Σε σας έχει δημιουργήσει ακραία συναισθήματα κάποια απώλεια;

Έχω χάσει φίλους στην εφηβεία μου, τους παππούδες μου, τις γιαγιάδες μου. Αλλά δεν έκανα κάτι ακραίο. Άφησα τη θλίψη να κυριαρχήσει, απλά, και προσπάθησα να κάνω την αυτοκριτική μου.

Ωστόσο, η απώλεια με απασχολεί πολύ. Μέσα από τη συγγραφή και την πορεία της Ελένης αντιλήφθηκα πως είναι εκείνοι που σε αγαπούν που σε κάνουν αθάνατο. Υπό μια έννοια, όλες οι πράξεις που πηγάζουν από την αγάπη προς τους άλλους σε οδηγούν στην αθανασία. Έτσι, το σύμπαν φέρει και την ανεξίτηλη υπογραφή σου.

 

 

10.  Ο Καζαντζάκης ζούσε εν πολλοίς με την πένα του. Σε έναν νέο συγγραφέα, πόσο εύκολο είναι να βιοπορίζεται από τη δουλεία του συγγραφέα;

Εκτός από κάποιες πολύ φωτεινές εξαιρέσεις, κάποιων πολύ εμπορικών συγγραφέων, όχι δεν το πιστεύω. Μπορεί βέβαια να βρει μια δουλειά που να έχει να κάνει με το γράψιμο, οπότε με αυτή τη μορφή, ναι θα μπορούσε.

 

 

11.  «Θέλει κόπο από χόμπι να γίνει φύση η συγγραφή», έξοχη διαπίστωση! Αναλύστε μας περισσότερο αυτή την όμορφη άποψη.

Μπορεί να μοιάζει πολύ ωραία σαν σκέψη να κάθεται κανείς σε ένα καφέ, έξω να βρέχει, μια πανέμορφη σερβιτόρα να φέρνει μια ζεστή κούπα καφέ και εσύ να ξεκινήσεις να γράφεις υπό τους ήχους βροχής και jazz. Αυτό είναι ένα ονειρικό στερεότυπο που έχει αποτυπωθεί κυρίως σε ταινίες. Προσωπικά, δεν έζησα την εμπειρία έτσι. Βίωσα πολλή αγωνία, πολλές ανέμπνευστες νύχτες, όπου έκανα βόλτες πάνω κάτω στο 34 τμ στούντιο που ζω. Οπότε, θεωρώ πως ο συγγραφέας ψήνεται υπό αυτές τις συνθήκες. Για να καταφέρει να ολοκληρώσει το πόνημά του χρειάζεται στοχοπροσήλωση και επιμονή. Αυτά τα δύο συστατικά φανερώνουν την πίστη του συγγραφέα, την τόλμη του να βουτήξει βαθιά στα γεγονότα και να βγάλει το απόσταγμα. Θεωρώ πως το έμφυτο ταλέντο παίζει ρόλο στο να κάνει ένα βιβλίο να ξεχωρίσει, αλλά χωρίς την επιμονή και τη θέληση να υποφέρει ένας επίδοξος συγγραφέας θα έχει γράψει πολλά μισά βιβλία.

 

 

 

12.  «Οι περισσότεροι νεοελληνικοί αδριάντες είναι ομολογίες ενοχής, μεγάλες πετρωμένες τύψεις», σημειώνει ο μεγάλος δάσκαλος Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος στη νεκρολογία για τον Καζαντζάκη. Ποιες  σκέψεις σας γεννά αυτή η τοποθέτηση του μεγάλου διανοητή αναφορικά και με την όλη σας συγγραφική δημιουργία πάνω στο συγκεκριμένο θέμα;

Δεν θα ξεχάσω εκείνο το ορμητικό συναίσθημα θλίψης που με κυρίεψε διαβάζοντας το συγκεκριμένο απόσπασμα στην εφημερίδα Ελευθερία. Συνόψιζε σε μια πρόταση τη σύγχρονη ιστορία του Ελληνικού Κράτους. Τόσο αληθινό και τόσο δυσάρεστο!

Αυτό ακριβώς επεδίωκα με την έκδοση του μυθιστορήματος. Από τη μία να δικαιωθεί ο κορυφαίος -ίσως- λογοτέχνης της σύγχρονης Ελλάδας και από την άλλη να προσπαθήσουμε να μην συμβούν τέτοια ντροπιαστικά γεγονότα ξανά. Θα είμαστε αδικαιολόγητοι αν επιτρέψουμε να επαναληφθεί! Ακούω συχνά το «Η Ελλάδα τρώει τα παιδιά της». Αλλά ποια είναι η Ελλάδα; Δεν είμαστε εμείς, τόσο σίγουροι και τόσο κατηγορηματικοί που δεν επιτρέπουμε την αμφισβήτηση, την περαιτέρω έρευνα, μια ιδέα εναλλακτική… Δυστυχώς, γινόμαστε πολύ εύκολα ανθρωποφάγοι, λες και είμαστε μέλη μιας αγέλης.

 

 

13.  Επόμενος συγγραφικός σταθμός. Επόμενες συγγραφικές αναζητήσεις. Σε ποιο χρονικό ορίζοντα τις τοποθετείτε;

Έχω πολλές ιδέες, καμία όμως δεν με έχει βάλει στη διαδικασία να καθίσω να γράψω. Δεν θέλω να βάλω κάποιο χρονικό ορίζοντα, θέλω να έχω εκείνα τα συναισθήματα που με «ανάγκασαν» να γράψω τον Ανεπιθύμητο Νεκρό. Αλλιώς θα βγει κάτι μέτριο, που δεν θα το άντεχα πρώτος εγώ!

 

Γρηγόρης Δανιήλ, για το The Look.Gr