“…Βουλγαροδασκάλα είσαι;”, τη ρώτησε κοφτά ο άντρας που μέχρι πριν της βαστούσε το λαιμό. -Ελληνίδα είμαι! Μην το ξαναπείς αυτό! αντέδρασε η Αρετή κι αγκάλιασε ακόμη πιο σφιχτά την τρομαγμένη Βάσιλκα. “Από ανίδεους Ελλαδίτες περίμενα να μπερδεύουν τη γλώσσα με την εθνική ψυχή, μα όχι κι από Μακεδόνες σαν κι εσάς”.

 

“Οι Γυναίκες της μικρής Πατρίδας” θορύβησαν τη χρονιά που πέρασε με την λογοτεχνική τους καλλιέπεια, αλλά κυρίως λόγω της θεματικής τους, αφού η κυκλοφορία του βιβλίου συνέπεσε με πολιτικές αποφάσεις των τελευταίων μηνών. Ενταγμένα σε μια τριλογία, αν και ο συγγραφέας όπως μας αποκαλύπτει βλέπει το έργο ως ενιαίο, τα “Λιανοκέρια της μικρής Πατρίδας” συνεχίζουν την λογοτεχνική ανασύσταση του  Μακεδονικού Έπους και μας προετοιμάζει για το κλείσιμο μιας τεράστιας προσπάθειας, καλοδουλεμένης στην εντέλεια, που επικοινωνεί με ένα λαμπρό, λησμονημένο  βέβαια, κεφάλαιο της ιστορίας μας.

Στη συζήτηση μας με τον Θοδωρή Παπαθεοδώρου στις αρχές Ιουλίου του περασμένου έτους, αφήσαμε ανοιχτή την παρένθεση, ώστε να τη συνεχίσουμε με αφορμή το δεύτερο βιβλίο του, που κυκλοφόρησε, λίγο πριν τις γιορτές, από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Η ανεξάντλητη πηγή, μιας τόσο σημαντικής στιγμής της Ιστορίας μας, όπως ο Μακεδονικός Αγώνας, αποτελεί σταθερή πηγή διερεύνησης και αναζήτησης απαντήσεων σε πάγια ερωτήματα.  Άλλωστε ο ίδιος ο συγγραφέας στην προηγούμενη συνάντησή μας, μας εκμυστηρεύτηκε ότι  γράφει και μιλά όπως αισθάνεται κι όπως νιώθει, χωρίς αυτολογοκρισία, κι ίσως εκεί να έγκειται η επιτυχία και η χωρίς φειδώ αγάπη από τους χιλιάδες αναγνώστες του.

 

Λίγο πριν την κυκλοφορία του τρίτου μέρου (Τα Συναξάρια της μικρής Πατρίδας) ο Θοδωρής Παπαθεοδώρου αποκαλύπτεται σε μια σπάνια συνέντευξη!

 

 

  1. Τα «Λιανοκέρια της μικρής Πατρίδας» συμπληρώνουν τις «Γυναίκες της μικρής πατρίδας» και αποτελούν τον συνδετικό κρίκο με τα «Συναξάρια της μικρής πατρίδας», που κυκλοφορούν σε λίγες μέρες. Δαιδαλώδης προσπάθεια θα την χαρακτήριζα, αλλά συνάμα και εντυπωσιακή. Αυτή η τριλογία πως αποτυπώνεται στη σκέψη ενός λογοτέχνη;

Ως ένα αδιάσπαστο σύνολο από την αρχή μέχρι το τέλος της, ασχέτως αν για πρακτικούς λόγους χωρίστηκε σε τρία κομμάτια. Αυτό που εξαρχής είχα κατά νου ήταν να αποδώσω τα γεγονότα εκείνων των καιρών, την ψυχοσύνθεση εκείνων των ανθρώπων και, κυρίως, ολάκερη την περιρρέουσα ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής ώστε ο αναγνώστης να βιώσει και να συναισθανθεί, όχι απλώς να διαβάσει. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιτευχθεί σε περιορισμένης έκτασης μυθοπλασίες, απαιτείται μακρά συνύπαρξη με τους ήρωες και τις ηρωίδες, έντονα βιώματα και περίσσεια χρόνου. Κοντολογίς, είναι απαραίτητη, τουλάχιστον για εμένα, η δημιουργία μια τοιχογραφίας, όχι ενός αποσπασματικού πίνακα.

 

 

  1. «Από ανίδεους Ελλαδίτες περίμενα να μπερδεύουν τη γλώσσα με την εθνική ψυχή…», ξεστομίζει η Αρετή, μια από βασικές ηρωίδες των βιβλίων σας. Τελικά πόσο ενήμεροι ήταν οι, εκτός του πολύπαθου χώρου, Έλληνες για τον μακεδονικό αγώνα;

Δυστυχώς, δεν ήταν ενημερωμένοι ούτε οι εκτός, μα πολλάκις ούτε και οι εντός. Κι αυτό, δεν αποτελεί μελανό «προνόμιο» μονάχα για τον άγνωστο Μακεδονικό Αγώνα. Είναι τρανή κατάρα για τον λαό μας η ιστορική μας ημιμάθεια. Πρέπει να παραδεχτούμε πως με το ελλιπέστατο εκπαιδευτικό σύστημα που έχουμε και με τον ξύλινο τρόπο διδασκαλίας της Ιστορίας του λαού μας, παράγουμε πολίτες ιστορικά αναλφάβητους. 

 

 

 

  1. Μπροστάρης ήταν και ο κλήρος, που απέναντι στη δικαίωση του Αγώνα πολλές φορές ξεπερνούσε τα αμιγώς κλειστά του καθήκοντα. Η Εκκλησία είναι ένας ηθικός φορέας που πολλάκις έχει κατηγορηθεί, θα ήθελα την τοποθέτηση σας επ’ αυτού.

Σε κάθε είδους θεσμό υπάρχουν οι λαμπρές και οι μελανές στιγμές, είναι νομοτέλεια. Μα θεωρώ πως παρά τις υπερβολές, και κάποιες φορές τις αγκυλώσεις, η Εκκλησία έπαιξε μέγιστο ρόλο στη διατήρηση της εθνικής μας συνείδησης και της ταυτότητάς μας. Έχουμε την ευλογία να διαθέτουμε έναν από τους πλέον συγκροτημένους και συμπαγείς θρησκευτικά λαούς και να μην ταλανιζόμαστε από θρησκευτικές έριδες. Αυτό ήταν και είναι μέγιστο πλεονέκτημα για την συνεκτικότητα της κοινωνίας που μαζί με την παραδοσιακή δομή της οικογένειας έσωσαν την πατρίδα μας από την καταστροφή την περίοδο της κρίσης. Παλαιότερα δε, ο ρόλος της Εκκλησίας ήταν ακόμη σπουδαιότερος, εκ της φύσεώς της άλλωστε η θρησκεία προσφέρει τα μέγιστα στους χαλεπούς καιρούς. Για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, εάν δεν υπήρχε η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, μήτε η γλώσσα μας θα επιβίωνε μετά από τόσους αιώνες σκλαβιάς, μήτε η εθνική μας ταυτότητα.

 

 

 

  1. «…πιο μεγάλη απορία και θλίψη μου προκαλεί η ταύτιση της Φιλοπατρίας, μεγίστης αρετής από τα χρόνια των αρχαίων προγόνων μας ακόμη, με ακραίες συμπεριφορές και απόψεις». Μια από τις απαντήσεις σας που συγκράτησα σε προηγούμενη μας συνομιλία πριν κάποιους μήνες. Μετά την ψήφιση των Πρεσπών οι εκατέρωθεν ακρότητες τι ζυμώσεις έκαναν στη σκέψη σας; Ποιο θεωρείτε εν τέλει ότι είναι το αποτέλεσμα αυτού του νόμου;

Φοβούμαι πως κανένα αποτέλεσμα δεν θα εμφανιστεί άμεσα, τα δεινά, εάν έλθουν για να μην κινδυνολογώ ανενδοίαστα, θα έλθουν μετά από κάποια χρόνια κι αυτό θα είναι ακόμη πιο επικίνδυνο γιατί πιθανόν «θα μας πιάσουν στον ύπνο», κατά το κοινώς λεγόμενο. Δεν μιλώ μόνο, ούτε κυρίως, για το όνομα του κρατιδίου. Προσωπικά περισσότερο με φοβίζουν η «μακεδονική γλώσσα» κι ακόμη περισσότερο η «μακεδονική εθνότητα» που τόσο εύκολα και αφελώς αναγνωρίσαμε ανατρέποντας μια εθνική γραμμή ενός ολόκληρου αιώνα.

Πρωτίστως δεν υπάρχει «μακεδονική γλώσσα», πρόκειται περί ενός απλού ιδιώματος αχταρμά. Κατά εβδομήντα τοις εκατό είναι βουλγαρικά, κατά είκοσι τοις εκατό Σερβοκροατικά που πρόσθεσε ο Τίτο για πολιτικούς λόγους μετά το 1950 και, τέλος, κατά δέκα τοις εκατό αλβανικά που μπήκαν μετά το 1992, επίσης για πολιτικούς λόγους. Όσο για την «μακεδονική εθνότητα»; Ήδη άρχισαν τα όργανα από κάτι, ελάχιστους ευτυχώς, τύπους στη Φλώρινα που αυτοαποκαλούνται «Μακεδόνες», εκφράζονται μέσα από μια οργάνωση που ονομάζεται «Ουράνιο Τόξο» και ζητούν τώρα πλέον μειονοτικά δικαιώματα αφού εμείς τους δώσαμε την δυνατότητα να το κάνουν. Μέχρι πρότινος ήταν γραφικοί. Τώρα πλέον γίνονται επικίνδυνοι.

 

 

«Εφιάλτες» υπήρχαν από την εποχή της μάχης των Θερμοπυλών και θα υπάρχουν πάντα. Εκτός από την ανθρώπινη βλακεία και η ανθρώπινη απληστία είναι ανίκητη…

 

 

  1. Αναλογιζόμενοι την λογοτεχνική μας ιστορία, ο μακεδονικός αγώνας λείπει ως θεματική. Που πιστεύετε ότι οφείλεται;

Σε πολιτικούς λόγους. Νέτα σκέτα. Και δεν εννοώ μόνο τους τωρινούς κυβερνώντες. Οι παλαιότεροι, από το 1952 ακόμη, έχουν το μεγάλο μερίδιο ευθύνης για ό,τι ζούμε και βιώνουμε σήμερα με το διπλανό, επίπλαστο κρατίδιο. Εκείνοι, δημιούργησαν το πρόβλημα με την ανοχή τους, τον μικροκομματισμό τους και τη στενοκεφαλιά τους, όχι οι τωρινοί, αυτή είναι η αλήθεια. Το κακό είναι όμως πως οι τωρινοί το λύνουν.

 

 

  1. «Ρώμη αμαθής πολλάκις τίκτει βλάβην»( Η δύναμη χωρίς παιδεία είναι πολλές φορές βλαβερή), λέει ο Ευριπίδης κάτι που περνάτε και μέσα από το βιβλίο σας όταν πρώτο μέλημα του Μητροπολίτη είναι η συγκρότηση σχολείων στη Μακεδονία. Γνώση και μάθηση που ακυρώνει τι; Θα ήθελα μια σύντομη τοποθέτησή σας.

Μα χωρίς την Παιδεία, τα «γράμματα» που έλεγαν τόσο σύντομα και με τόση σαφήνεια οι παλαιότεροι, δεν υπάρχει μήτε στόχος, μήτε προσανατολισμός, μήτε καν πυξίδα για κάθε πράξη μας. Ξέρετε, ένα μαχαίρι κόβει ψωμί αλλά κόβει και λαρύγγια. Η παιδεία, η μόρφωση και το ηθικό υπόβαθρο προσδιορίζουν τον ρόλο του μαχαιριού. Για τούτο και η βούληση είναι η σημαντική, όχι το χέρι που κρατά την κοφτερή λάμα.  Η παιδεία πάντα προηγείται, δεν έπεται.

 

 

  1. Μέσα στο βιβλίο σας γίνεται αναφορά για ομοεθνείς μας που με οδηγό το χρήμα προμήθευαν τον εχθρό, παρά τις συστάσεις των κρατικών φορέων. Τι αισθήματα σας γεννά αυτό το «σμάρι» της ανθρώπινης ανυπαρξίας;

«Εφιάλτες» υπήρχαν από την εποχή της μάχης των Θερμοπυλών και θα υπάρχουν πάντα. Εκτός από την ανθρώπινη βλακεία και η ανθρώπινη απληστία είναι ανίκητη.

 

 

 

 

  1. «Απ’ το ίδιο φύραμα είσαι κι εσύ, αν τα πιστεύεις αυτά που λες… Ίδιος εγκληματίας, τέτοιο θεριό θες να γίνεις» Πόσο ρευστά είναι τα όρια! Πόσο εύκολο να περάσεις στην αυτοδικία και να σιχαθείς τον εαυτό σου για πράγματα που επ’ ουδενί δεν θα σκεφτόσουν. Ποιο θεωρείτε ότι είναι το αντιστάθμισμα πριν το πέρασμα στην άλλη πλευρά;

«Της τρίχας το γιοφύρι» αυτό είναι το όριο, το αποδίδει άριστα το λαϊκό δημώδες. Ξέρετε, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, οι κομμουνιστές αντάρτες είχαν μια έκφραση για όσους είχαν παραφρονήσει ή εγκληματήσει κατά τη διάρκεια εκείνων των φριχτών χρόνων. Μέσα στην αμάθειά τους, χρησιμοποιούσαν τη λέξη «πολεμίτιδα», αφενός για όσους έχασαν τα λογικά τους από όσα τραγικά βίωναν, αφετέρου για να δικαιολογήσουν πράξεις τρομερή βίας και εγκλημάτων. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει, η «πολεμίτιδα» ονομάζεται επιστημονικά «μετατραυματική διαταραχή των βετεράνων στρατιωτών».

Το πόσο ρευστά είναι τα όρια που τόσο σωστά επισημαίνετε αγαπητέ κ. Δανιήλ, φανερώνεται περίτρανα από τα ποσοστά πρώην στρατιωτών στον Αφγανιστάν και στο Ιράκ που έχουν γεμίσει τις φυλακές των ΗΠΑ αφού οι άνθρωποι αυτοί μετέφεραν τον πόλεμο στα σπίτια τους μετά την επιστροφή τους, ασκώντας ενδοοικογενειακή βία, ακόμη και τραυματίζοντας ή δολοφονώντας τους οικείους τους.

 

 

  1. Η ανάγκη της Αρετής να «ανταμώσει» με την «κόρη» της προσπερνά κάθε σκόπελο…αγάπης. Πόσο συνυφασμένα είναι τα όρια της αγάπης που δεσμεύει και της αγάπης που απελευθερώνει;

Είναι ένα και το αυτό. Με την προϋπόθεση πως η δέσμευση είναι συνειδητή και ηθελημένη. Ειδάλλως δεν μιλάμε για αγάπη, μιλάμε για σκλαβιά.

 

 

  1. Στο τέλος κάθε βιβλίου της τριλογίας υπάρχουν κατατοπιστικές σημειώσεις που ερμηνεύουν την ιστορική πλευρά των πεπραγμένων. Πέρα όμως από τις αρχειακές πληροφορίες μιλήστε μας για τις προφορικές μαρτυρίες που ενδεχομένως σας σημάδεψαν στην όλη προσπάθεια συλλογής του υλικού.

Είναι πολύ καλή αυτή η ερώτησή σας αγαπητέ κ. Δανιήλ γιατί αναδεικνύει την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στο ιστορικό δοκίμιο και το ιστορικό μυθιστόρημα. Προσπάθησα να αποδώσω τα γεγονότα με ιστορική εγκυρότητα και πιστότητα ώστε ο αναγνώστης να έχει μια πλήρη και ολοκληρωμένη εικόνα εκείνης της περιόδου από την Ιστορία της πατρίδας μας, μα προφανώς αυτό δεν αρκεί όσο σπουδαίο και αν είναι. Η αγωνία που κυρίως με κατατρέχει όταν γράφω ένα ιστορικό μυθιστόρημα είναι να αφουγκραστεί ο αναγνώστης τις ψυχές των ηρώων και να νιώσει, να ζήσει μαζί τους την Ιστορία. Δεν με ενδιαφέρει για παράδειγμα πόσα φυσίγγια είχε μαζί του ο Παύλος Μελάς ανεβαίνοντας στη Μακεδονία ή πόσες ακριβώς μάχες έδωσε, με ενδιαφέρει όμως να νιώσουμε τι ήταν αυτό που φλόγισε την ψυχή αυτού του ευκατάστατου και πλούσιου ανθρώπου ώστε να εγκαταλείψει μια άνετη ζωή και να ανέβει στα βουνά της Μακεδονίας για να βοηθήσει τους αλύτρωτους αδελφούς του γνωρίζοντας πως πιθανόν δεν θα επέστρεφε ποτέ.

Τούτο δεν επιτυγχάνεται με έρευνες σε βιβλιοθήκες και μελέτες, επιτυγχάνεται με την ζωντανή επαφή, με την αίσθηση και τα γεννήματά της, τη συγκίνηση, τη φόρτιση, την περηφάνια. Θα σας αναφέρω ένα απλό παράδειγμα. Ψηλά στα Κορέστια, ανάμεσα σε Καστοριά και Φλώρινα υπάρχει ένα χωριό που παλαιότερα ονομαζόταν Στάτιστα. Σε αυτό το ορεινό χωριό των 30 κατοίκων που σήμερα ονομάζεται Μελάς, συνάντησα τον ορεσίβιο γέροντα Βασίλη Ντίνα που φροντίζει το ίδιο εκείνο σπίτι που λαβώθηκε και ξεψύχησε ο Πρωτομάρτυρας Παύλος Μελάς και το φροντίζει ολομόναχος αφού λόγω της κρίσης το κράτος το εγκατέλειψε στην τύχη του. Ο άνθρωπος που εκείνο το μοιραίο βράδυ του Οκτωβρίου του 1904 είχε φιλοξενήσει τον Παύλο Μελά ονομαζόταν επίσης Βασίλειος Ντίνας και ήταν ο παππούς του. Ο ενενηντάχρονος γέροντας μου άνοιξε την καρδιά του και το σεντούκι της μνήμης του και μου περιέγραψε τα γεγονότα όπως τα είχε ακούσει από τον παππού του, με φωνή σπασμένη, με μάτια βουρκωμένα, με χέρια τρεμάμενα και με το στήθος του να φουσκώνει από περηφάνια. Αυτή την τρομερή αίσθηση, αυτό το εκπληκτικό βίωμα, κανένα βιβλίο και καμία μελέτη δεν θα μπορούσαν ποτέ να μου την μεταφέρουν. Τον ευχαριστώ και από εδώ και του είμαι ευγνώμων.

 

 

 

  1. Η τριλογία σε λίγες μέρες ολοκληρώνεται ποιες θα είναι οι επόμενες συγγραφικές επιδιώξεις; Έχετε σκεφτεί επόμενο θεματικό πυρήνα;

Χμ… Είναι πολύ νωρίς ακόμη… Το έργο, έρευνα και συγγραφή, ήταν πολύ επίμοχθο και μου πήρε πάνω από τρία χρόνια… Είμαι ακόμη στο πλάι της Αρετής και της Φωτεινής, βαδίζω ακόμη στα χνάρια του Παύλου Μελά και βουτώ στον βούρκο του Βάλτου των Γιαννιτσών μαζί με τον Τέλλο Άγρα… Είναι πολύ δύσκολο να αφήσεις τέτοια συντροφιά…

 

Γρηγόρης Δανιήλ. για το The Look.Gr