Ψυχική ανάταση προχτές στο δροσερό βράδυ του Ιουνίου, στην επίσημη πρεμιέρα της «Ναπολεοντίας» του Ανδρέα Στάικου, υπό την σκηνοθετική μπαγκέτα της Κερασίας Σαμαρά, στον κήπο του θεάτρου Αλεξάνδρεια, μετά την πολύμηνη αναγκαστική αποχή μας από τα θέατρα.
Γράφει ο Γιάννης Ζαμπατής
Photos: Ράνια Παπαδοπούλου
Η Ναπολεοντία είναι μια κωμωδία του θεατρικού συγγραφέα, πεζογράφου και σκηνοθέτη Ανδρέα Στάικου, ένα έργο επίκαιρο μιας και γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση.
Η ιστορία διαδραματίζεται στην μετεπαναστατική Ελλάδα ξεκινώντας από την 6η Φεβρουαρίου 1833, ημέρα της αποβίβασης του Όθωνα στο Ναύπλιο, που τότε ήταν η προσωρινή πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους.
Ο λαός σύσσωμος τον υποδέχεται με ενθουσιασμό, ελπίζοντας σε καλύτερες μέρες, όντας ταλαιπωρημένος από την αναρχία που μάστιζε την χώρα μετά την δολοφονία του Καποδίστρια το 1831.
Έτσι, μεταμορφώνεται ολόκληρη η πόλη σε ένα απέραντο χοροδιδασκαλείο για να διδάξει στους μέχρι τότε φουστανελάδες να χορεύουν βαλς προς τέρψιν του νεοφερμένου Βαυαρού βασιλιά, ακόμα και δια «ροπάλου» στους ανεπίδεκτους μαθήσεως.
Πάνω σε ένα τέτοιο τυχαίο γεγονός ξυλοδαρμού πρώην αγωνιστή, που δεν γνωρίζουμε αν είναι αληθινό, αφού το έργο του Στάικου πορεύεται σε μονοπάτια της ιστορίας, αλλά και μυθοπλασίας, χτίζεται η κομψή αυτή κωμωδία.
Επίκεντρο της ιστορίας είναι το ζεύγος Γιαννόπουλου, ένας μεγαλοαστός γιατρός ο Κωνσταντίνος (Μιχάλης Μαρκάτης) και η Πολυτίμη (Κερασία Σαμαρά), η φιλάρεσκος και κομψευόμενη σύζυγός του, υπέρμαχος της νεοφερμένης ευρωπαϊκής κουλτούρας.
Μαζί τους η νεανίσκη Ναπολεοντία (Ιζαμπέλλα Φουλόπ), η κόρη τους, που με την απλότητα και την ιδιοσυγκρασία της, στέκεται ανάμεσα στις δύο εποχές και ενώνει συμβολικά τους δύο κόσμους.
Στην οικία Γιαννόπουλου βέβαια, δεν μπορούσε να λείπει και η θεραπενίς Μαρούλα (Βίκυ Μαραγκάκη), η οποία είχε αναβαθμιστεί από την Ναπολεοντία σε μια μικρή κυρία, η οποία ακολουθούσε τα χνάρια της μεγάλης κυρίας στην μεγαλομανία και την κοκεταρία, ενώ ως είθιστο, εκμεταλλευόταν με τα θέλγητρα της και τον κύριο.
Και τέλος το παζλ της ιστορίας συμπληρώνεται με τον Χαλδούπη (Χάρης Γρηγορόπουλος), έναν λαϊκό αγωνιστή των Μήλων, της Τριπολιτσάς και του Μανιακίου, που φιλοξενείται στον οίκο Γιαννόπουλου από την φιλευσπλαχνία του Κωνσταντίνου και της κόρης του.
Ο εξευρωπαϊσμός και το νέο ρεύμα θέλει να τα συμπαρασύρει όλα και ο Κωνσταντίνος γράφει τα απομνημονεύματα του Χαλδούπη κατά την δική του εικασία και φαντασία περί ηρωϊσμού, ωραιοποιώντας και στρεβλώνοντας την πραγματικότητα.
Τον Χαλδούπη θέλουν να τον κάνουν Νικόλαο Βελισσαρόπουλο και την Μαρούλα Θριδακινία, από την θριδακίνη, όπως αποκαλούσαν το μαρούλι ο Θεόφραστος και ο Διοσκουρίδης.
Ο αγωνιστής που τραυματίστηκε τρις, στις μάχες, γίνεται αντικείμενο περιέργειας ωσάν αξιοθέατο από τους εκάστοτε καλεσμένους.
Είναι όμως και ο Χάινριχ, αν και απών στην σκηνή, ο νεαρός Βαυαρός λοχαγός, που τελεί χρέη χοροδιδασκάλου στις κυρίες του οίκου Γιαννόπουλου και τάζει έρωτες ένθεν και ένθεν, νομίζοντας ότι θα κερδίσει τις «πεινασμένες» κατά την άποψή του, γυναικείες υπάρξεις του τόπου.
Μέσα από αυτήν λοιπόν την ψευδοϊστορική κωμωδία του Στάικου, χρησιμοποιώντας μια ιδιαίτερη γλώσσα, ένα μίγμα καθαρεύουσας και της τότε καθομιλουμένης, αφήνει να περάσουν πολλά μηνύματα, που ο καθένας μπορεί να ερμηνεύσει κατά το δοκούν.
Όμως ξεκάθαρα φαίνεται να δείχνει την τάση για μια βίαια ομογενοποίηση και εξευρωπαϊσμό, που εκμεταλλευόταν την κούραση του λαού από την επανάσταση και μετά, αλλά και την τάση του Έλληνα για κάθε τι ξενόφερτο. Με κάποιο τρόπο παραπέμπει στην σημερινή παγκοσμιοποίηση.
Από την άλλη όμως, μας δείχνει ότι όταν ο άνθρωπος θέλει να αντισταθεί το κάνει με το όποιο κόστος, όταν με συνεργασία οι γυναίκες δίνουν το μάθημά του στον θρασύ λοχαγό.
Ο Μιχάλης Μαρκάτης εξαιρετικός, με την καθαρότητα της φωνής του και την εναλλαγή των εκφράσεων του έδενε απόλυτα με την ντελικάτη, μπριόζα και γεμάτη θηλυκότητα Κερασία Σαμαρά, που εντυπωσίασε ακόμα περισσότερο με την καλλιφωνία της στα τραγουδιστικά μέρη.
Απόλαυση όμως ήταν η απαγγελία του «Ελληνόπουλου» του Βίκτωρος Ουγκώ, αλλά και οι παιχνιδίστικες κινήσεις της που συμπαρέσυρε και τους υπόλοιπους σε ένα γαϊτανάκι που θύμιζε οπερέτα του Φραντς Λέχαρ.
Η Βίκυ Μαραγκάκη, σε έναν κόντρα ρόλο που δεν την είχαμε ξαναδεί, με την ομορφιά της και την χαριτωμενιά, εκπλήρωσε τον ρόλο της μικρής κυρίας. Η δε σκηνές της με το διάβασμα του μυθιστορήματος του Fougeret de Monbron «Μαργκώ η μανταρίστρα» όπου ο συγγραφέας εφαρμόζει τη μέθοδο που θα μπορούσε κανείς να ονομάσει «ωμότητα του κοινωνικού λιμπερτινισμού», σκέτη απόλαυση.
Η Ιζαμπέλλα Φουλόπ, πανέμορφη και αιθέρια διεκπεραίωσε το ρόλο της, όπως και ο Χάρης Γρηγορόπουλος με το γνωστό του αυθορμητισμό έδωσε κι εδώ το στίγμα του στο ρόλο του ταλαίπωρου αγωνιστή με την φυσικότητα που του αρμόζει.
Ο Ανδρέας Στάικος χρησιμοποιεί μια ιδιότυπη θεατρική γραφή και έτσι τα έργα του ανεβαίνουν σχεδόν πάντα για πρώτη φορά στη σκηνή κάτω από τη δική του σκηνοθεσία.
Εδώ, η Κερασία Σαμαρά καταφέρνει να στήσει όμορφα και με μια οπερετική νότα την παράσταση και να δέσει τους ηθοποιούς της, συμπεριλαμβανομένης και της ίδιας περίφημα, στην μικρή σκηνή που είχε επιμεληθεί η Τώνια Αβδελοπούλου, με μια νοσταλγική νότα της εποχής ενοποιώντας την με τον υπέροχο κήπο του θεάτρου Αλεξάνδρεια που φιλοξενείται στο ισόγειο του παλιού αρχοντικού που διέμενε ο Μανόλης Καραγάτσης.
Το ίδιο και στα κοστούμια που ήταν εμπνευσμένα από την ξαφνική συνάντηση της Ελλάδας εξ’ Ανατολών και της νεόφερτης Δύσης, η Τώνια Αβδελοπούλου έδωσε τον καλύτερό της εαυτό.
Η πρωτότυπη μουσική του Τάκη Μπαρμπέρη, ειδικά για την παράσταση, αλλά και τα τραγούδια έντυσαν με περίσσιο παλμό την παράσταση.
Ίσως σε κάποια σημεία να ήταν κάπως δυνατότερη η μουσική, που αφενός μεν κάλυπτε τους εξωτερικούς θορύβους, από την άλλη όμως με δυσκολία άκουγες την ανάγνωση του «ρομαντικού» γράμματος του λοχαγού από την Ναπολεοντία στην άκρη της σκηνής.
Μια παράσταση λοιπόν, δροσερή για ψυχαγωγία, αλλά και με αρκετή τροφή για σκέψη, να θυμηθεί κανείς στιγμές της ιστορίας της χώρας του και να κρίνει εκ νέου με καθαρή σκέψη την σημερινή πραγματικότητα.
Μια παράσταση σε έναν όμορφο χώρο, όπως έχει διαμορφωθεί, όπου προχτές γέμισε στην επίσημη αυτή πρεμιέρα και από πλήθος άλλων καλλιτεχνών να τιμήσουν και να απολαύσουν την χαρούμενη οικογένεια της Ναπολεοντίας.
Ταυτότητα της παράστασης:
«Ναπολεοντία» του Ανδρέα Στάικου, κωμωδία
Παίζουν οι ηθοποιοί:
Κερασία Σαμαρά, Μιχάλης Μαρκάτης, Βίκυ Μαραγκάκη, Ιζαμπέλλα Φουλόπ.
Στο ρόλο του αγωνιστή της Επανάστασης, ο Χάρης Γρηγορόπουλος.
Κείμενο: Ανδρέας Στάικος
Σκηνοθεσία: Κερασία Σαμαρά
Σκηνικά – Κοστούμια: Τώνια Αβδελοπούλου
Εικαστική δημιουργία: Βασίλης Διονυσόπουλος
Φωτισμοί: Βαγγέλης Μούντριχας
Πρωτότυπη μουσική σύνθεση: Τάκης Μπαρμπέρης
Χορογραφίες: Αγγελική Στελλάτου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Σοφία Παλάτη
Ιστορικός σύμβουλος: Ηρακλής Λογοθέτης
Φωτογραφίες: Τζένη Γαβρά
Κινηματογράφηση trailer: Νίκος Βουτενιώτης
Ψηφιακή Επεξεργασία Έντυπου Υλικού: Χρήστος Μωραΐτης
Επικοινωνία: Δέσποινα Ερρίκου, Ράνια Παπαδοπούλου
Διεύθυνση Παραγωγής: Αναστασία Ιακωβίδου
Παραγωγή: Θέσις ΑΜΚΕ