Βρισκόμαστε ακόμα στη μέση μιας πρωτόγνωρης κατάστασης που έχει ανακόψει την πορεία της ζωής όπως την ξέραμε μέχρι τώρα. Μια από τις δυσάρεστες επιπτώσεις είναι το πλήγμα που έχει δεχτεί το θέατρο, η μουσική και οι τέχνες που αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του Πολιτισμού μας. Ο καλλιτεχνικός κόσμος έχει περιέλθει σε μια ξαφνική ασφυξία που είναι υποχρεωμένος να παλέψει ακόμα και για την επιβίωση του.

Εμείς συνεχίζουμε να κρατάμε την επαφή με το θέατρο και τις τέχνες, αλλά και με τους εκπροσώπους τους, να μοιραζόμαστε τις ανησυχίες τους, την πορεία και το έργο τους.

Σήμερα κοντά μας μια όμορφη παρουσία με πολλαπλή ιδιότητα, η Σοφία Καψούρου. Θεατρική συγγραφέας, στιχουργός, σκηνοθέτις και ηθοποιός.

 

 

Σοφία μου, αρχικά να σε καλωσορίσω στο The Look.Gr και χαίρομαι που είσαι μαζί μας να μοιραστούμε με τους φίλους τις ανησυχίες σου και την καλλιτεχνική σου πορεία. Από την παιδική σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Άργους, στην ερωτική, ανατρεπτική Αν Σέξτον.

Και θα ήθελα να ξεκινήσω με αυτό το γλυκό κοριτσάκι στο χιόνι. Πότε είδαν αυτά τα πράσινα ματάκια τον κόσμο διαφορετικά και πώς άρχισε να αντιλαμβάνεται τον λόγο πεζό και έμμετρο σαν τρόπο έκφρασης;

Μεγάλωσα με την αξία της σιωπής. Στο σπίτι μου όσο λιγότερο μιλούσες τόσο περισσότερο κέρδιζες τον σεβασμό. Λίγα λόγια και καλά. Καμιά φορά και καθόλου λόγια. Με έμαθαν να είμαι περήφανη και αυτάρκης και αυτό είναι ευχή και κατάρα μαζί. Από μικρή κρατάω πολλά πράγματα μέσα μου –αν όχι όλα. Άρα από μικρή ό,τι δεν λέω το γράφω. Ό,τι δεν ακούω το διαβάζω. Ό,τι δεν ζω στη ζωή το ζω στο θέατρο.

 

 

Άρχισα να παίζω θέατρο παίζοντας με τις κούκλες μου. Εκείνες το σώμα, εγώ η φωνή και η κίνηση. Ειδικά τα πρώτα εφτά χρόνια της ζωής μου, έπαιξα πολύ μόνη μου, στο «ιερό» παιδικό μου δωμάτιο. Τον έβδομο χρόνο γεννήθηκε ο αδερφός μου. Γέμισε το δωμάτιο στρατιωτάκια, αυτοκινητάκια, καουμπόηδες και Ινδιάνους και πέρασα σε έργα… «επικά» πλέον και λόγο… «συνθηματικό»!

Ποιήματα, παραμύθια, τραγούδια, όλα τα μάθαινα απέξω και έβρισκα τη χαρά. Δεν ήξερα πού αρχίζει η ζωή και πού τελειώνει το παραμύθι. Ούτε τώρα ξέρω.

 

Εγώ όταν πηγαίνω στο θέατρο σαν θεατής, βυθίζομαι σε έναν διαφορετικό κόσμο, πολύ μακρινό από αυτόν που ζω. Εσύ πώς θα περιέγραφες το θέατρο με δύο λέξεις από την άλλη πλευρά σαν δημιουργός;

Γένεσις.

Γιατί χωρίς το θέατρο η γη θα ήταν «ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος, καὶ σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου».

 

Τι κοινό μπορεί να έχουν οι μαντόνες του Ραφαήλ και τα γυμνά του Μοντιλιάνι, ώστε να αποτελέσουν το πρώτο σου θεατρικό έργο;

Ιταλοί και οι δύο, ο Ραφαήλ και ο Μοντιλιάνι, πέθαναν στην ίδια ηλικία. Ο ένας έχοντας τα πάντα κι ο άλλος έχοντας το τίποτα. Δυο μεγαλοφυΐες που δεν πρόλαβαν να ζήσουν. Πρόλαβαν όμως να αλλάξουν τον κόσμο. Και την Ιστορία. Ζωγραφίζοντας γυναίκες. Ποιες ήταν οι γυναίκες αυτές; Πώς τις έλεγαν; Ελάχιστοι ξέρουν. Ξέρουν πώς μοιάζουν αλλά δεν ξέρουν πώς τις λένε. Το όνομά τους. Το όνομα του πατέρα τους. Το όνομα του πατέρα του πατέρα τους. Γυναίκες που εκτίθενται στα μουσεία. Γυναίκες που πωλούνται εκατομμύρια στον τρίτο χτύπο του σφυριού. Η Φορναρίνα και η Ζαν δεν έχουν τίποτε κοινό. Παρά μόνο την κακή τους τύχη. Να αγαπήσουν μια μεγαλοφυΐα.

 

«Ερωμένες στον καμβά»

Με ενδιαφέρει πολύ η εξέλιξη της γυναίκας μούσας μέσα από την τέχνη. Γιατί τα γυναικεία πορτρέτα, καθώς περνάνε τα χρόνια, γίνονται θλιμμένα γυναικεία πορτρέτα… Γιατί τα μάγουλα βαθαίνουν, τα σώματα αποστεώνονται, τα μάτια σκοτεινιάζουν. Πώς αποτυπώνεται η εποχή στον λαιμό της γυναίκας, στους ώμους της, στην κλίση της πλάτης της…

 

«Ερωμένες στον καμβά»

Ο Ραφαήλ και ο Μοντιλιάνι είναι δύο ζωγράφοι στους οποίους διακρίνω συγγένεια στον τρόπο που απεικονίζουν τη γυναίκα στη στιγμή της έκστασης και της απόλυτης γαλήνης. Οι μαντόνες του Ραφαήλ και τα γυμνά του Μοντιλιάνι έχουν μια αυτάρκεια που μόνο στον θάνατο τη συναντά κανείς. Και στον έρωτα. Όχι στον έρωτα ως ιδέα αλλά στον έρωτα ως πράξη. «Τα γυμνά του Μοντιλιάνι είναι οι καρποί της Αναγέννησης», θα γράψουν οι εφημερίδες της εποχής και η τελευταία του σύντροφος, η Ζαν Εμπιτέρν θα πει «Η Μαντόνα του Μοντιλιάνι. Εγώ είμαι».

Ας αντιστρέψουμε τους όρους. Μπορούμε. Κανείς δεν θα παρεξηγηθεί. Ας μιλήσουμε για τα γυμνά του Ραφαήλ και τις μαντόνες του Μοντιλιάνι. Καμιά φορά τον καμβά πρέπει να τον γυρίζεις ανάποδα.

 

Οι «Ερωμένες στον καμβά» ήταν το πρώτο σου βιβλίο; Στη συνέχεια ανέβηκε σε τρία διαφορετικά θέατρα επί σειρά ετών, μεταφράστηκε στα Ιταλικά και στα Ισπανικά και συμμετείχε σε Διεθνή Καλλιτεχνικό Φεστιβάλ. Ποια τα στοιχεία αυτής της επιτυχημένης πορείας;

Αρκεί η ειλικρίνεια για να πετύχεις. Κι εγώ έγραψα, μίλησα, έπαιξα με ειλικρίνεια αυτό το έργο. Και η ειλικρίνεια είναι παγκόσμιο νόμισμα. Συναλλάσσεσαι επιτυχώς ακόμα και στην άλλη άκρη του κόσμου. Και με το ίδιο νόμισμα σε πληρώνουν. Με ειλικρίνεια πληρώνεις, με ειλικρίνεια σε πληρώνουν. Γι’ αυτό και οι Ερωμένες στον Καμβά μεταφράστηκαν στις γλώσσες της Μεσογείου. Γιατί η γλώσσα της ειλικρίνειας είναι παγκόσμια.

 

 

Όταν έγραφα το έργο, δεν είπα ποτέ «αυτό να το κάνω πιο ωραίο, αυτό πιο στρογγυλό, αυτό πιο άσχημο». Πέταξα τα έντερά μου στο χαρτί όπως πετάει το χρώμα στον καμβά ο ζωγράφος. Δεν ήξερα κιόλας άλλον τρόπο από την αλήθεια. Ήταν το πρώτο μου έργο και ό,τι πρώτο είναι και αθώο. Να μιλάς για θρύλους στη γλώσσα των ναυτικών. Αυτό έκανα. Μίλησα για τον Ραφαήλ και τον Μοντιλιάνι στη γλώσσα του σκοινιού και του αλατιού. Πάντα με ομορφιά.  Ήταν το πρώτο μου έργο και ό,τι πρώτο είναι και όμορφο.

Είμαι ευτυχής με αυτό το έργο, γιατί έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για τις Ερωμένες, έφτασε η στιγμή οι Ερωμένες να αγαπηθούν όχι μόνο να αγαπούν.

 

Και μετά έρχεται ο «Σούμαν» με τον «Συγγραφέα του Μήνα». Πώς ισορροπείται η ιστορία του στην Ευρώπη του 19ου αιώνα και την Αθήνα του 21ου;

«Μιλήσαμε με μέτρο για ό,τι δεν μετριέται

Τον έρωτα

Την τρέλα

Το ταλέντο»

Πάνω στο μουσικό μέτρο ισορροπούν και οι μεγαλύτερες αντιθέσεις. Το ανέβασμα του Σούμαν στη Νέα Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» και η διάκρισή του στο Εθνικό Θέατρο ήταν μια πολύ σημαντική στιγμή για μένα και για την πορεία μου. Ήταν μόλις το δεύτερο έργο μου -ένα εργο που γράφτηκε σε βάθος πενταετίας- και εντάχθηκε στο ρεπερτόριο της Πρώτης Σκηνής της χώρας, αφού πρώτα αναδύθηκε και ξεχώρισε μέσα από τη δράση «Ο Συγγραφέας του Μήνα».

Μετά το τέλος της παράστασης, βγαίνοντας οι θεατές από το θέατρο, ακροβατούσαν πάνω σε γλωσσικές μουσικές κλίμακες και όπως οι ήρωες του έργου, μιλούσαν σε στίχο, ανέπνεαν σε στίχο, σκέφτονταν σε στίχο, ψιθύριζαν τις μουσικές του Σούμαν και του Μπραμς, ταύτιζαν εαυτούς και αλλήλους με τους εννέα χαρακτήρες του έργου﮲ να πώς η Αθήνα του 21ου αιώνα συναντά την Ευρώπη του 19ου αιώνα. Από τη μια ο Τσιτσάνης, από την άλλη ο Σούμαν. Και ανάμεσά τους ο ποταμός. Ρήνος ή Ιλισσός, ζωντανός ή θαμμένος, σαν άλλος έρωτας, παρασύρει ό,τι βρει στο πέρασμά του. 

 

«Σούμαν»

 Ο ρομαντικός ήρωας, κι αν έζησε κάπου στη Δρέσδη του 1850, ακόμα να πεθάνει.

Γιατί ο ρομαντικός ήρωας δεν είναι ήρωας. Πότε δειλός, πότε ανυπεράσπιστος. Πότε κωμικός, πότε τραγικός. Πότε τρελός, πότε μεγαλοφυής. Πάντα ερωτευμένος. Πάντα ποιητής. Πάντα επικίνδυνος.  Πάντα θνητός, πάντα αθάνατος.

 

Οπότε «Σούμαν» στο Εθνικό, μια ευχάριστη στιγμή, μιας και έχουμε συνηθίσει στις μεγάλες ιδίως σκηνές μια αναπαραγωγή των ίδιων μεγάλων κλασικών έργων.

Θα συμφωνούσες κι εσύ ότι αν δινόταν μεγαλύτερο βήμα στους Έλληνες πεζογράφους θα ανακάλυπτε ο κόσμος άξιες λόγου παραστάσεις;

Είχα την τύχη, όταν αναζητούσα στέγη για το Σούμαν, διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου να είναι ο Στάθης Λιβαθινός, ένας θεατράνθρωπος με ιδιαίτερη ευαισθησία στο νέο ελληνικό έργο και τον νέο Έλληνα συγγραφέα. Ο Στάθης Λιβαθινός και οι συνεργάτες του στο Εθνικό Θέατρο υπεύθυνοι δραματολογίου -ο Σάββας Κυριακίδης και η Ειρήνη Μουντράκη– έδωσαν βήμα έκφρασης σε εμάς, τους νέους και καταραμένους. Η Νέα Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» αποφασίστηκε να είναι αφιερωμένη στη σύγχρονη ελληνική δραματουργία και να φιλοξενεί αποκλειστικά νέα ελληνικά κείμενα. Κι αυτή ήταν μια απόφαση γενναία, μια έμπρακτη στήριξη προς τον νέο δημιουργό.

 

«Σούμαν»

Το νέο ελληνικό έργο χρειάζεται μια μόνιμη στέγη, αλλιώς θα είναι μια ζωή στο νοίκι. Και μάλιστα σε ένα υψηλό νοίκι, όπου ένα υπόγειο κοστίζει όσο ένα ρετιρέ στη Champs-Élysées. Το θέατρο συνεχίζεται να γράφεται. Όπως συνεχίζεται να γράφεται η Ιστορία. Αλίμονο αν εξορίσουμε τα νέα έργα και τους νέους δημιουργούς. Αν το κάνουμε, τότε θα έχουμε το θέατρο που μας αξίζει. Το θέατρο της νεκρής φύσης.

 

Και φτάνουμε στο τρίτο θεατρικό σου έργο με πηγή έμπνευσης μια από τις μεγαλύτερες ποιήτριες παγκοσμίως. Την ανατρεπτική και αυτοκαταστροφική Αν Σέξτον, ναι αυτήν που έκανε τα πάντα ανάποδα.

Η γυναίκα, από μούσα στις Ερωμένες γίνεται εκτελεστής στο Σούμαν και δημιουργός στη Σέξτον. Από δημιούργημα δημιουργός. Πορεία ανοδική, πορεία προς το μέτωπο.

Έχω μια αίσθηση απ’ όταν έγραφα το έργο Η Σέξτον και τα Κογιότ, από το καλοκαίρι εκείνο του 2017. Σαν να σκάει ένα δυνατό κύμα στην παραλία και να σου παίρνει όλα τα υπάρχοντα. Και παραλίγο να πάρει και σένα μαζί. Με πήρε και με σήκωσε η Σέξτον. Λογική και κυριολεξία ήταν από κείνα που είχα αφήσει στην πετσέτα στην παραλία και τα πήρε το κύμα. Έγραφα όχι από το μυαλό, αλλά από το στομάχι μου. 

«Η Σέξτον και τα Κογιότ»

Κάθε βράδυ που έπαιζα τη Σέξτον, με έχανα κι από λίγο. Κάθε παράσταση ήταν ένα αγκάθι που έχει μπει στο δέρμα μου, όπως το αγκάθι της Αν, όταν η Μάνα της τής έδωσε να φάει το πρώτο ποίημά της στο χαρτί, φορώντας γάντια κηπουρού. Έχω σαράντα έξι αγκάθια μέσα μου όσες και οι παραστάσεις. Όσα και τα χρόνια της Αν.

Έγραψα αυτό το έργο για τις Αν όλου του κόσμου, για τις μητέρες, για τις κόρες, για τις ποιήτριες, για τις νοικοκυρές, για τις γυναίκες.

 

Όταν λέμε ερωτικός ποιητής, τι ακριβώς εννοούμε; Κατά πόσον ο έρωτας μπορεί να επηρεάσει θετικά ή αρνητικά, τον άνθρωπο, τον καλλιτέχνη, εσένα;

Για μένα, ερωτικός ποιητής είναι αυτός που χρησιμοποιεί αβίαστα κι ασυνείδητα τις λέξεις ως ερωτικά εργαλεία, τολμά να μιλήσει ως εραστής ακόμα και στις αντίθετες του έρωτα καταστάσεις, προκαλεί το ξύπνημα της άνοιξης, το ζωντάνεμα όλων των αισθήσεων και καταφέρνει στο τέλος να καταθέτει φιλοσοφία, να μετουσιώνει την ποίηση σε κοινωνικό, πολιτικό, επαναστατικό καθεστώς, σε υπαρκτό ερωτισμό.

Ο έρωτας είναι η ωρολογιακή βόμβα που κρύβει μέσα του κάθε άνθρωπος. Όταν εκρήγνυται, γίνεται ποίηση σε όλους τους ανθρώπους. Κι ας μην είναι καλλιτέχνες. Στους καλλιτέχνες αυτή η ποίηση γίνεται ζωή. Σε μένα αυτή η ζωή γίνεται λέξη. Με την καρδιά να χτυπάει και να θυμίζει πως μια στιγμή ζωής παραπάνω είναι μια στιγμή ζωής λιγότερο.

 

Ως ηθοποιός έχεις παίξει σε αρκετές παραστάσεις και έργα ρεπερτορίου, καθώς και σε δύο από τα δικά σου. Κάτι που πάντα ήθελα να ρωτήσω. Πώς είναι και πώς γίνεται να σκηνοθετείς τον εαυτό σου;

Σκηνοθετώντας τον εαυτό σου, σκηνοθετείς τις ντροπές σου. Και τις μοιράζεσαι. Με τους θεατές. Μισή ντροπή δική σου, μισή δική τους.

Η αυτοσκηνοθεσία είναι η τέχνη του Τειρεσία. Τυφλός προβλέπεις. Σκηνοθετώντας τον εαυτό μου, ποτέ δεν θα ξέρω πώς φαίνομαι, αλλά δεν με νοιάζει κιόλας. Με νοιάζει πώς είμαι, όχι πώς φαίνομαι. Με νοιάζει να είμαι, όχι να φαίνομαι.

Το ποίημα από το ποιόν μου είμαι όταν με σκηνοθετώ.

 

Και ως λάτρης του Κινεζικού και Κορεάτικου κινηματογράφου, δεν θα μπορούσα να μην σε ρωτήσω για την εμπλοκή σου στον «Ορφανό Τζάο». Ένα δράμα επικών διαστάσεων, που ανέβηκε στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.

Το Εθνικό Θέατρο μου ανέθεσε να επιμεληθώ τη μετάφραση, να ανασυνθέσω την πρόζα και να γράψω από την αρχή τα χορικά του κλασικού κινεζικού έργου Ο Ορφανός Τζάο.  Πρόκειται για ένα έργο «ζαζού» –μια σκηνική σύνθεση πρόζας και ποίησης, χορού και παντομίμας, με έμφαση στο κωμικό στοιχείο ή στο αίσιο τέλος. Γράφτηκε τον 13ο αιώνα και αποδίδεται στον Τζιν Τζουνσιάν. Συνεργάστηκα άψογα με τον διακεκριμένο Κινέζο σκηνοθέτη Δρ Ουάν Σιαογίν και τους Κινέζους συνεργάτες του και αυτό που κατάλαβα είναι ότι ο κινεζικός και ο ελληνικός πολιτισμός συναντιούνται στην ποίηση. Άρα περισσότερο πλησιάζουν παρά απέχουν μεταξύ τους.

 

«Ο Ορφανός Τζάο»

Η εμπειρία ήταν συγκλονιστική. Ήρθα σε επαφή με αυτό το μνημείο της κινεζικής λογοτεχνίας, γιατί για τους Κινέζους ο Ορφανός Τζάο είναι ό,τι ο Οιδίπους για τους Έλληνες και ο Άμλετ για τους Άγγλους. Εμπνεύστηκα από τις αρχές του βουδισμού και τις εικόνες και εναλλαγές της φύσης, για να αποδώσω την ποίηση του έργου. Συνδέθηκα βαθιά με τους προγόνους μου και ανέσυρα από τη μνήμη μου την εποχή της αθωότητας, την εποχή της παιδικής ηλικίας. Μελέτησα τη μουσικότητα της κινεζικής γλώσσας και δανείστηκα τη ρυθμολογία της ως μετρονόμο του ελληνικού λόγου.

 

«Ο Ορφανός Τζάο»

Έχοντας βαθιά αγάπη στον λόγο της αρχαίας τραγωδίας, προσπάθησα να πλεύσω σε λόγο άλλοτε ξάστερο και άλλοτε σιβυλλικό, πάντα ανθρωποκεντρικό. Έγνοια μου να αναδειχθεί η φιλοσοφία και το πνεύμα του έργου, η κινεζική κουλτούρα και ταυτόχρονα οι πανανθρώπινες αξίες μέσα από γλώσσα ελληνική και πρωτίστως, θεατρική.

Η σαφήνεια μικραίνει τις αποστάσεις. Κυνηγώντας τη συνάφεια, τη συγκίνηση, κυνήγησα το συγκεκριμένο. Μας ενώνουν πιο πολλά από όσα μας χωρίζουν. Στο θέατρο όλοι οι λαοί ενώνονται. Με τα ίδια κλαίνε, με τα ίδια γελάνε, με τα ίδια θυμώνουν, με τα ίδια μαγεύονται.

 

Ως στιχουργό τώρα, σε συναντάμε στο θέατρο και στον κινηματογράφο και θα σε ρωτήσω αρχικά για τα δύο αυτά έργα που γνωρίζω και συνδέονται με την αποδοχή και την επιτυχία.

«Του Κουτρούλη ο γάμος» στο θέατρο και «Ευτυχία» στον κινηματογράφο.

Του Κουτρούλη ο γάμος του Α.Ρ.Ραγκαβή, η κωμωδία της χρονιάς στο Νέο Θέατρο Βασιλάκου, σκηνοθετημένη αριστοτεχνικά, με ευρηματική φαντασία και εντυπωσιακή δεξιοτεχνία, από τη Σμαράγδα Καρύδη με Κουτρούλη τον υπέροχο Νίκο Κουρή.

Ευτυχία, η ταινία της χρονιάς, σκηνοθετημένη αριστουργηματικά από τον Άγγελο Φραντζή σε πολύ καλογραμμένο σενάριο Κατερίνας Μπέη με την εμβληματική Καρυοφυλλιά Καραμπέτη στον ρόλο της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου.

Και τις δύο αυτές συνεργασίες τις χρωστώ στον Μίνω Μάτσα, οποίος συνέθεσε και ενορχήστρωσε τη μουσική. Στην ταινία Ευτυχία διασκεύασε και τα αξέχαστα τραγούδια της Ευτυχίας Παπαγαννοπούλου. Έτσι, χάρη στον Μίνω και το ταλέντο του, έχουμε εκτός από αξέχαστα τραγούδια και αξέχαστες διασκευές. Εγώ κλήθηκα ως στιχουργός να δημιουργήσω καινούρια τραγούδια και να φέρω το σήμερα στο χθες και αντίστροφα.

 

Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής δεν χρειάζεται συστάσεις. Όμως για το «Τραγούδι του γάμου» το «Μη ράπτην» και το «Ελλάς σκίρτα», τα τρία τραγούδια σου, πολύτιμη συνεισφορά στο εμβληματικό αυτό έργο θα ήθελα δυο λόγια.

Τα τραγούδια που έγραψα για το έργο Του Κουτρούλη ο γάμος ήταν ένας ζωντανός διάλογος με τον συγγραφέα. Μπήκα στο πνεύμα του, βούτηξα στη γλώσσα του, κολύμπησα στον ρυθμό του και με πολύ κέφι και χαρά έγραψα τους στίχους των τραγουδιών, τα οποία φώτισαν στιγμιότυπα της ιστορίας, εκτόνωσαν τις διαθέσεις των χαρακτήρων και ενίσχυσαν το κλίμα της σκηνικής δράσης.

«Του Κουτρούλη ο γάμος»

Καμιά φορά στο θέατρο, ό,τι δεν μιλιέται τραγουδιέται. Για να ακουστεί καλύτερα. Γιατί το τραγούδι μπαίνει στην καρδιά όπως το αεράκι στα ρουθούνια μας.

 

Και ερχόμαστε τώρα στην «Ευτυχία» του Άγγελου Φραντζή, που παρουσιάζει το ασίγαστο πάθος μιας γυναίκας που ήθελε να παίξει στη ζωή με τους δικούς της όρους.

Πώς αισθάνθηκες όταν ακούστηκε το τραγούδι σου, δίπλα στα τραγούδια της μεγάλης Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου;

Συγκίνηση και χαρά ταυτόχρονα. Το τραγούδι «Ευτυχία» σε μουσική Μίνου Μάτσα και στίχους δικούς μου ακούγεται στους τίτλους τέλους της ταινίας Ευτυχία. Τελειώνει η ταινία και αρχίζει το τραγούδι. Πέφτει τελευταίο πλάνο και ηχεί η πρώτη νότα του τραγουδιού. Και μετά η πρώτη λέξη, και μετά ο πρώτος στίχος, και μετά η πρώτη στροφή… Ουσιαστικά η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου γεννημένη στα τέλη του 19ου αιώνα, υποκλίνεται με ένα τραγούδι που γράφτηκε το 2019. Έτσι κάνει φινάλε. Μοιράζοντας την τράπουλα στους νεότερους.

 

 

Η συνεργασία μου με τον Μίνω Μάτσα είναι από τις πιο όμορφες εμπειρίες και συνεργασίες που έχω ζήσει. Ο Μίνως είναι ένας εξαιρετικά ταλαντούχος μουσικός, με τον οποίο έχουμε ταιριάξει απόλυτα. Χωρίς να λέμε πολλά, κάνουμε αυτό που πρέπει. Στίχοι και μουσική σε τέλεια αρμονία. Ψάχνουμε και οι δύο βαθιά μέσα μας να βρούμε την απλότητα, να μιλήσουμε τόσο απλά αλλά και ασυμβίβαστα όπως ένα νεογέννητο.

Το τραγούδι για την Ευτυχία μού βγήκε αβίαστα. Σαν να περίμενε από καιρό μέσα μου την ευκαιρία να ξεμυτίσει. Καθένας και το πάθος του. Καθένας και η ζαριά του. Άλλωστε τι είναι η ζωή μας; Ένας διαρκής τζόγος. Ποντάρουμε στην ευτυχία, τα χάνουμε όλα και ποντάρουμε ξανά. Με την ελπίδα να ρεφάρουμε. Ξανά και ξανά.

Ατίθαση, απέξω ατσάλι, από μέσα αφρός. Η Ευτυχία. Ήταν και είμαι.

 

Και πάμε στην «Φαντασία» του Αλέξη Καρδαρά, μια μουσική προσέγγιση της αθηναϊκής νύχτας του ΄90. Ακούστηκαν και εκεί τραγούδια σου σε μια ταινία με αξιόλογο καστ, που σε αντίθεση με την «Ευτυχία» δεν είχε την ανάλογη αποδοχή. Πού μπορεί να οφειλόταν αυτό;

Η αποδοχή μιας ταινίας ή μιας παράστασης εξαρτάται πάντα και από αστάθμητους παράγοντες. Πριν μιλήσαμε για τζόγο, για τύχη, για τη στροφή που κάνει το ζάρι. Η ταινία Φαντασία ήταν μια ιδιαίτερη ταινία, σκηνοθετημένη πρωτότυπα από τον Αλέξη Καρδαρά. Η πρόκληση για μένα ήταν να γράψω στίχους σαν να γράφτηκαν στη δεκαετία του ’90 χωρίς όμως να αποπνέουν φθαρτότητα. Να φέρω την εποχή χωρίς να είμαι εποχική.

 

 

Και στη Φαντασία και στην Ευτυχία είχα την ευλογία οι στίχοι μου να ερμηνευθούν από σπουδαίους Έλληνες τραγουδιστές, από τον μοναδικό Γιώργο Νταλάρα, την Ελεονώρα Ζουγανέλη, τη Ρένα Μόρφη, τον Κώστα Τριανταφυλλίδη.

 

Ξεκίνησα ως στιχουργός «Μ’ ένα όνειρο τρελό…» που λέει κι η Ευτυχία.

 

Και μιας και μιλάμε για ταινίες, εσύ πας καθόλου σινεμά;

Το σινεμά είναι απόλαυση, είναι γρανίτα, είναι αεράκι στον αυχένα, είναι ένα δάκρυ που κύλησε στο σκοτάδι και το είδε μόνο ο Αντονιόνι και ο ντε Σίκα. Το σινεμά με διέπλασε. Έμαθα να διαβάζω ελληνικά στους υπότιτλους του Δρ Ζιβάγκο και της Μάμα Ρόμα. Το σινεμά είναι η παιδεία μου και η σπουδή μου στο θέατρο.

 

Έρχεται τελικά το καινούργιο αυτό πράγμα η καραντίνα, που μας κλείνει αναγκαστικά στα σπίτια μας. Ποιες ήταν οι πρώτες σου σκέψεις και με ποιον τρόπο προσπάθησες να την εκμεταλλευτείς;

Εγώ έχω ζήσει όλη μου τη ζωή σε καραντίνα. Πώς γράφονται τα έργα; Σίγουρα όχι με ωράριο, ποτά και δημόσιες σχέσεις στα μπαρ και στις ταβέρνες. Πενήντα μέρες καραντίνας τις έχω για πρωινό. Η μόνωση για τον συγγραφέα είναι όλη του η ζωή. Μιλούσα με την οικογένειά μου και τις φίλες μου στο τηλέφωνο και τα social.

 

 

Για την υγεία των συνανθρώπων μου και σπίτι θα μείνω και στην ουρά θα περιμένω και τη συναναστροφή θα στερηθώ. Το σπίτι μου σε αυτήν την περίοδο έγινε ένα «θερμοκήπιο» για να μπορέσω να δημιουργήσω στις κατάλληλες συνθήκες συγγραφής. Προφυλαγμένα και ζεστά.

Ο εγκλεισμός είναι εκτός των άλλων και μια αναμέτρηση με το μυαλό. Παίρνεις τον εαυτό σου σε μεγάλες δόσεις. Υπάρχει ο κίνδυνος του overdose. Εκεί θέλει προσοχή, θέλει ένα γελάκι αυτοσαρκασμού στα χείλη, για να μην πάθει κανείς «συμφορά απ’ το πολύ μυαλό».

 

Ο κόσμος του θεάτρου και γενικά των τεχνών έχει δεχτεί ένα καίριο πλήγμα κάτω από τον ασφυκτικό κλοιό της πρωτόγνωρης αυτής κατάστασης.

Πόσο εύκολο πιστεύεις ότι είναι να ξεπεραστούν αυτά τα προβλήματα και πόσο αισιόδοξη είσαι για την επόμενη μέρα;

Αυτή τη στιγμή η αισιοδοξία δεν είναι προϊόν πολυτέλειας αλλά βιολογικής ανάγκης. Αν δεν σκεφτώ πως τα θέατρα θα λειτουργήσουν ξανά, πώς οι θεατές θα καθίσουν ξανά στις θέσεις τους, πως η αυλαία θα ανοίξει ξανά, θα σταματήσω να κάνω αυτό που αγαπώ. Κι αυτό είναι παραίτηση.

Τίποτα δεν θα είναι εύκολο. Οι Όπερες θα παίζονται με τα Φαντάσματά τους. Ο ιός θα έχει το κρησφύγετό του και πάντα θα υπάρχει ο κίνδυνος να σηκώσει τη μάσκα για να μας φιλήσει. Όσο δεν μας σώζει η Ιατρική, θα μας σώζει η Ποίηση. Αλλιώς θα ασθενήσουμε όλοι. Στο πνεύμα, στους πνεύμονες απ’ όπου περνάει το οξυγόνο της Τέχνης.

 

 

Η επόμενη χρονιά θα είναι δοκιμαστική. Για όλους. Θεατές και θεατρίνους. Η πείνα στον χώρο μας έχει ήδη κάνει την εμφάνισή της και ως άλλη Πενία επικαλείται την αναγκαιότητα της ύπαρξής της και της εξουσίας της. Όμως «δεν θα μας πείσει, ακόμα κι αν μας πείσει». Κάθε κυβέρνηση έχει την Πενία της. Και τη βάζει μπροστά όταν τα πράγματα σκουραίνουν. Αλλά και κάθε καλλιτέχνης έχει τον Πλούτο του. Και τον βάζει μπροστά όταν τα μάτια του σκουραίνουν. Από την ανέχεια.

Δουλεύω από τα είκοσί μου στο θέατρο και δεν πήρα κανένα επίδομα, κανένα βοήθημα, καμιά αποζημίωση ειδικού σκοπού. Ζω με το τίποτα. Από τα είκοσί μου στερήθηκα τα πάντα, γέμισα λίμνες από δάκρυα απόγνωσης κι απελπισίας, όμως μέσα σε αυτήν την περίοδο τη στέρφα, μέσα σε αυτούς τους τρεις μήνες έβγαλα δουλειά τριών χρόνων. Με την πίστη ότι θα δικαιωθώ. Ότι τα έργα που έγραψα θα παιχτούν. Σε ένα, σε δύο, σε τρία χρόνια… Αυτή είναι η αποζημίωσή μου. Όχι ειδικού σκοπού. Ενός σκοπού και μόνο. Του δικού μου. Θα χορεύω στον σκοπό που θα σφυρίζω. Κι ας σωριαστώ.

 

Και βέβαια θα σε ρωτήσω για μελλοντικά σχέδια, μια και υπήρχε αναγκαστικά ο χρόνος για μια ταξινόμηση. Είμαι σίγουρος ότι κάτι πρέπει να ετοιμάζεις.

Έχουν ολοκληρωθεί μεταφράσεις έργων μου και έχω ξεκινήσει συζητήσεις με το εξωτερικό για θεατρικές και κινηματογραφικές παραγωγές. Έχω ολοκληρώσει ένα καινούριο, φρέσκο μιούζικαλ το οποίο απαιτεί ιδανικές συνθήκες παραγωγής και υλοποίησης. Έχω, επίσης, ολοκληρώσει ένα σύνθετο θεατρικό έργο για γνωστό θέατρο των Αθηνών, του οποίου το ανέβασμα έχει προγραμματιστεί για τη μεθεπόμενη χρονιά.

Συμμετέχω σε ένα διεθνές πειραματικό εργαστήρι δραματουργίας με Ισπανόφωνους δραματουργούς. Τέλος, έχω έτοιμους στίχους για καταξιωμένους ερμηνευτές. Το πάγωμα όλων των καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων λόγω της πανδημίας επηρεάζει όλους μας και θα χρειαστεί πολύς χρόνος να πιάσουμε το νήμα από κει που το αφήσαμε. 

 

Σοφία μου και πάλι να σε ευχαριστήσω που δέχτηκες να μοιραστείς μαζί μας, τόσα πολύτιμα κομμάτια σου σε αυτήν την όμορφη κουβέντα μας.

Και να κλείσουμε με μια ευχή σου για το αύριο.

Να διεκδικούμε. Ακόμα και τον αέρα που ανασαίνουμε. Όπως ο ήλιος διεκδικεί την κάθε μέρα. Όπως ο ήλιος διεκδικεί κάθε πρωί. Ξανά και ξανά. Ξανά απ’ την αρχή. Ξανά απ’ το τίποτα. Ξανά απ’ το σκοτάδι. Ο ήλιος καίγεται, για να μη σβήσει. Να διεκδικούμε. Για να μη σβήσουμε.

 

 

Βιογραφικό Σημείωμα

Θεατρική συγγραφέας, σκηνοθέτρια, ηθοποιός, στιχουργός. Απόφοιτος της Σχολής Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών και της Ανωτέρας Δραματικής Σχολής Ίασμος.

Το πρώτο της θεατρικό έργο Ερωμένες στον Καμβά παίχτηκε για αρκετά χρόνια (2012-2017) στην Αθήνα, Πολυχώρος Vault Theatre Plus, Το Τρένο στο Ρουφ, Θέατρο Διά Δύο και σε θεατρικές σκηνές στην Ελλάδα σε σκηνοθεσία της ίδιας την πρώτη χρονιά και Παναγιώτη Παναγόπουλου στη συνέχεια. Η παράσταση έλαβε τιμητική διάκριση του Ομίλου για την UNESCO Πειραιώς & Νήσων και εκπροσώπησε τη χώρα στο 6ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης και Τεχνών Grito de MujerΛουλούδια της Ερήμου. Η ιταλική μετάφραση του έργου συμπεριλαμβάνεται στην έκδοση του τόμου Σύγχρονων Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων Viaggio nel teatro greco contemporaneo, συνεργασία των Εκδόσεων Σοκόλη και ΕΤPbooks υπό την αιγίδα της Ιταλικής Πρεσβείας.

Παρουσιάστηκε στο Διεθνές Καλλιτεχνικό Φεστιβάλ Napoli Teatro Festival 2019 στο πλαίσιο του προγράμματος Tempo Forte Πολιτιστικός Διάλογος Ιταλίας – Ελλάδας. Πρόσφατα ολοκληρώθηκε και η ισπανική μετάφραση του έργου από την καταξιωμένη μεταφράστρια Pilar Zapata και ετοιμάζεται η αντίστοιχη ισπανόφωνη έκδοση.

Το δεύτερο θεατρικό της έργο Σούμαν ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο, Νέα Σκηνή «Νίκος Κούρκουλος» τις θεατρικές περιόδους 2016-2017, 2017-2018 σε σκηνοθεσία Λευτέρη Γιοβανίδη. Αναδείχθηκε μέσα από τον θεματικό κύκλο του Εθνικού Θεάτρου «Ο συγγραφέας του μήνα».

Η Σέξτον και τα Κογιότ, το τρίτο της θεατρικό έργο, παίχτηκε για δύο χρόνια στην Αθήνα (2018-2019), στον Πολυχώρο Vault Theatre Plus και σε θεατρικές σκηνές στην Ελλάδα σε σκηνοθεσία της ίδιας. Παρουσιάστηκε στην επετειακή έκδοση του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά Η δυναμική του ελληνικού λόγου στο θέατρο. Τα έργα Ερωμένες στον Καμβά (Εκδ. Αιγόκερως, Εκδ. Sestina), Σούμαν (Eκδ. Σοκόλη), Η Σέξτον και τα Κογιότ (Eκδ. Σοκόλη) αποτελούν τριλογία με άξονα την ποιητική βιογραφία.

Το 2019 συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο στη διεθνή συμπαραγωγή με το Εθνικό Θέατρο της Κίνας Ο Ορφανός Τζάο (Εκδ. Σοκόλη) του Τζιν Τζουνσιάν έχοντας αναλάβει την επιμέλεια μετάφρασης, απόδοσης και ανασύνθεσης του κλασικού κινεζικού έργου στα ελληνικά. Έγραψε καινούρια χορικά στα ελληνικά βασισμένα στα πρωτότυπα κινεζικά χορικά. Το έργο zaju σκηνοθέτησε ο αντιπρόεδρος και καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου της Κίνας, διεθνώς διακεκριμένος σκηνοθέτης Δρ Ουάν Σιαογίν. Παρουσιάστηκε στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου στο πλαίσιο διμερούς διακρατικής συμφωνίας των Εθνικών Θεάτρων των δύο χωρών.

Ως στιχουργός συνεργάζεται με τον καταξιωμένο Έλληνα συνθέτη Μίνω Μάτσα στο θέατρο και τον κινηματογράφο. Ενδεικτικά: στο έργο Του Κουτρούλη ο γάμος του Αλέξανδρου Ρίζου Ραγκαβή σε σκηνοθεσία Σμαράγδας Καρύδη, Νέο Θέατρο Κατερίνας Βασιλάκου (2019-2020) και στις ταινίες Φαντασία του Αλέξη Καρδαρά και Ευτυχία του Άγγελου Φραντζή.

Ως ηθοποιός έχει συμμετάσχει, εκτός από τα έργα της Ερωμένες στον καμβά, Η Σέξτον και τα Κογιότ σε αρκετές παραστάσεις και έργα ρεπερτορίου, όπως Άνθρωποι και Ποντίκια του Τζον Στάινμπεκ, Η μικρή μας πόλη του Θόρντον Ουάιλντερ, Δραματικό και Μουσικό Πρελούδιο για τον Κωνσταντίνο Καβάφη, Βάκχες του Ευριπίδη. Στον κινηματογράφο έχει συμμετάσχει σε ταινίες ανάμεσα στις οποίες η διεθνής συμπαραγωγή Αυστραλίας-Ελλάδας The Kings of Mykonos.

Έχει συνεργαστεί δύο φορές με τον σκηνοθέτη Στάθη Λιβαθινό, καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου την περίοδο 2015-2019, ως ηθοποιός στην οπερέτα Πικ νικ του Θεόφραστου Σακελλαρίδη στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (σύμπραξη με τη διεθνούς φήμης ορχήστρα Armonia Atenea – Πρώην Athens Camerata) και ως βοηθός σκηνοθέτη στο έργο Ο Βυσσινόκηπος του Άντον Τσέχοφ στο Θέατρο Οδού Κεφαλληνίας. Συμμετείχε στο εργαστήριο του διακεκριμένου πολωνού σκηνοθέτη Κριστόφ Βαρλικόφσκι με θέμα την Οδύσσεια, Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2019.

Διδάσκει θεατρική γραφή και θεατρική αγωγή.